Αν μπορούσες
Αν μπορούσες ν’ ακούσεις
Αν μπορούσες ν’ ακούσεις ένα βήμα τι τρόμο φέρνει
Αν μπορούσες να φοβηθείς
μόνο τότε θα καταλάβαινες πόσο απαλά
έκανα τα πάντα για σένα
μόνο τότε θα καταλάβαινες τον τρόπο που σου έβαζα νερό
τον τρόπο που σου άνοιγα την πόρτα, στην έκλεινα,
όταν ανοίγαμε το παράθυρο να βγει ο καπνός - θυμάσαι; -
κι έστελνε ο άνεμος ένα αεράκι παράξενο
που το νιώθαμε δικό μας αλλά δεν ήταν.
`
***
Ίσως οι Θεοί γράφουν καλύτερα από εμάς
Ίσως οι Θεοί γράφουν καλύτερα από εμάς
Ίσως η ουράνια πλήξη να μην υποφέρεται καθόλου
Ίσως εκεί που βλέπουν μία γέννα ή ένα θάνατο
να τους έρχεται ένας μεγάλος στίχος
όμως πάλι μπορεί να γράφουν για το κέφι τους
κοροιδεύοντας την θνητότητα
ή άλλοτε υμνώντας την θάλασσα και τον βυθό
ή άλλοτε παιδιακίζοντας με λέξεις που κάποτε υπήρχαν
όπως υπήρχαν κι εκείνοι χιλιάδες
όμως τώρα γράφουν διάφορα ρέκβιεμ προν τον εαυτό τους
με τρόπο ζηλευτό και μακρινό για τους ανθρώπους
και τώρα γράφουν πως περιμένουν μόνοι
αφού οι Θεοί δεν πεθαίνουν το γνωρίζουμε
απλώς τους παρατούμε λίγο-λίγο
ίσως οι Θεοί γράφουν καλύτερα από εμάς
όμως το πόσο μοιάζουμε κανένας δεν το γράφει.
`
***
Τα θαύματα δεν έρχονται σε όσους είναι μόνοι
Τα θαύματα δεν έρχονται σε όσους είναι μόνοι
Τα θαύματα γελάνε με τις τραγωδίες
Τα θαύματα συνήθως επισκέπτονται την τραγική ειρωνεία
κι άλλοτε τα βρίσκεις να κοιμούνται γαλήνια
σε μέλλοντες συντελεσμένους
προχωρούνε τα θαύματα αργά-αργά εκεί που δεν προσέχεις
εκεί που η έπαρση φτάνει στο αμήν
και αρχίζουν τα λόγια τα μεγάλα ή τα λόγια της άρνησης
που φτάνουν είτε πάνω είτε κάτω
γιατί έπαρση είναι και να κοιτάς με ύφος προς τα κάτω
γιατί έπαρση είναι να περιμένεις
γιατί να πηγαίνεις είναι ταπείνωση και πρέπει να ταπεινωθούμε
γιατί έπαρση είναι να πιστεύεις ένα θαύμα που έρχεται
όταν μες στην κάμαρά σου είσαι μόνος
και ανοίγεις τις πόρτες και ανοίγεις τα παράθυρα
μήπως και μπει κανείς – ακόμη κι ένα περαστικό αεράκι
για να καλέσει το θαύμα να σε σώσει.
`
***
Ένα ποίημα που θα ευχόμουν να είναι το τελευταίο
Προλαβαίνω να γράψω κάτι ακόμη
Δεν ήρθε το θείο φορείο
Και περιμένω
Ανυπόμονη και γοητευμένη
Όπως τότε που ένα χαμόγελο μπούκαρε
Και είπε με την ησυχία σου
Με φιλάς αργότερα
Δεν βιαζόμαστε
Δεν προλαβαίνουμε άλλωστε
Ν’ αγαπηθούμε
-Αυτό πηγαίνει προς τον Θάνατο;
-Όχι, αυτό πηγαίνει προς τον Έρωτα.
Με βολεύει
Κάπου εκεί κοντά σταματάω
Έτσι ήταν που απάντησα
Ενώ σκεφτόμουν
Πως είχαν άλλη διαδρομή
Πως είχαν άλλη αφετηρία
Μπήκα μέσα
Δεν είχα ελιξίριο
Κοιτούσα μην μπει κάνας περίεργος
Και μου ζητήσει θαύμα
Τι να του έλεγα
Πως αυτόν τον καιρό είμαι απογοητευμένη
Δεν μου έχει έρθει κανένα
Δεν θα με πίστευε
Θα με χρέωνε ενοχές
Κι ανικανότητα
Αποκοιμήθηκα
Με σκούντηξε ένας νεαρός
Και μου είπε πως φτάσαμε στο τέρμα
Κι εδώ Θάνατος ήταν
Έπρεπε να γυρίσω δύο φερσίματα πίσω
Όταν με το καλό έφτασα σπίτι
Έπεσα στο κρεβάτι κατευθείαν με τα ρούχα
Και υποσχέθηκα πως άλλη φορά
Θα είμαι πιο προσεχτική με την αγάπη
Όταν ξύπνησα το είχα ήδη ξεχάσει.