Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Στάθης Λειβαδάς, Επτά ανέκδοτα ποιήματα

$
0
0

`

‘I was
And I no more exist;
Here drifted
An hedonist’.

Ezra Pound, Hugh Selwyn Mauberley

`

I.

Σ’ έψαχνα μέσα από τις γρίλιες
των ηλιόλουστων επετείων
και σε βρήκα παράταιρο τροχιοδεικτικό την αυγή,
ένα ξεκούρδιστο fado
σε κολιγόσπιτα του Alentejo.

Σε φίλησα με το γλυκό κρασί
του αποχαιρετισμού
κι’ έσκαψα δέκα οργιές
σε νοτισμένο χώμα
να παραχώσω
το ανεπέρειστο μπόϊ σου.

Σε κράτησα στο νύν της κλεψύδρας,
μού γλίστρησες
πριν να προλάβω τον επόμενο
αποβλεπτικό δείκτη
στην σαρακοφαγωμένη φόδρα
του πανωφοριού μου.

Σε βρήκα στητό στο πόστο σου
αψύ σαν το κόκκινο χωρατό
σε συντροφικάτο παραγώνι,
σε άφησα πελιδνή εικασία
μέσα στο κουκούλι
του Eta Carinae.

Ήταν οξύ το γέλιο σου
και οιωνεί ερεβώδες
σαν το έρκος
των παραμελημένων δοντιών σου,
λειάνθηκε μέσα στις αμμουδέρες
και τα κρουστά οιδήματα
των τροπικών ημερόνυχτων,
χάθηκε αναποτρέπτως
κάτω απ’τα τεντόπανα
μικροαστικών διαμερισμάτων.

Τώρα βρυκολακιάζουν οι λέξεις
και γίνονται πρόσωπα
με σπασμένη
τη συμμετρία των ζυγωματικών,
σαν τσακισμένα σφεντάμια
από οπλές βουβαλιών
και τα πρόσωπα αποστεώνονται
σε φθόγγους
χωρίς ούτ’ ένα στίγμα αίμα
να καλαφατίζεις το φρέαρ του απόλυτου
πού αιωρείται πάνω μας
σαν άρρητο ίχνος
στις ουρές υπερβατικών αναγωγών.

`

II.

Είναι βαριά αυτή η νύχτα
δεν μπορώ να τη σηκώσω στους ώμους μου
και οι μαρμαρυγές των αστερισμών
λες και με μαχαιρώνουν στο υπογάστριο
κόβοντας φέτες
τις ανάσες της νύχτας
πεταμένης στα αγριόχορτα
της καστρόπολης˙
ήθελα μόνο ν’ ακούσω
- ανάμεσα στα σπασμένα κεραμικά
της νεκρόπολης
και τα ούρα παχουλών γάτων -
τα υποτονθορίσματα
ενός ευγενικού πλήθους
πού κάποτε υπήρξε
ως χασμωδία
του αιώνιου κύκλου
των ελαιώνων της Μεσογείου,
ένα κλάσμα σιωπής
στο σήμα γεωστατικών δορυφόρων,
ή μια παύση των ψηφιακών bits
για όσους συνθλίβονται
από τη μοίρα τους
τη μοίρα μας.
- Αυτών πού δίνουν
μια παράταση ζωής
των μονόπρακτων
στις δέκα πτυχώσεις πού κάνει ο χρόνος
για το τελικό υπονοούμενο
της αυλαίας
και μια κενή υποσημείωση
στο ημερολόγιο
της χαρούμενης Tibaza
ακουσίως
την εντέκατη πρώϊμη διάσταση.
- Ασήκωτη αυτή η νύχτα
και καταχθόνια σαν αμφίστομη ρομφαία
βγάζει μια υποψία
προδιαγεγραμμένου
στις ημιθανείς τροχιές
των μότορσιπς
μακριά στη σιγαλιά
της καμπύλης του ορίζοντα.

`

III.

Εδώ είναι ο νεκρός πού κρατάει
δυό μώβ βεντάλιες
για να φιλτράρουν την πλήξη του
όπως τ’ αραιοσπαρμένα σύννεφα
τα δειλινά της Sierra Madre.
Είναι ο νεκρός
πού κουβαλάει στον ύπνο του
την ανάσα της γενιάς του
σαν ευγενικό άρωμα
ιερατικού επίπλου
από την Παναγία του Woolnoth
και στο φευγιό του
την νύχτα των σκιών
δυό αναπάντεχοι κεραυνοί
σκάνε στα τετράποδα όνειρα του,
αυτός ο νεκρός ήρθε κάποτε
μ’ ένα ανέφελο χαμόγελο
της παγκοσμιότητας
από την καταχνιά των κρεματορίων
και τώρα βροντοχτυπάει
τις χάντρες της ερημιάς του
σαν τα γδικιωμένα κρανία
φανοστατών των κρεμασμένων.
Αυτός ο νεκρός
κάθε πού τινάζει το φρύδι του
κατεβάζει μια θάλασσα
αρχέτυπα αστέρια
πάνω απ’ τον κοιτώνα του
κι’ έχει τις τσέπες του γεμάτες
κατακόκκινα λαμπιόνια
για τις κόγχες των πνιγμένων.
Όταν οι τύψεις του
γεμίζουν ουρανό
κλείνει τα παράθυρα
στις ιαχές
του επαναστατημένου πλήθους
και μπήγει ένα στιλέτο
σε δύο σατέν ανδρείκελα
πού τού παραστέκουν
σαν άγγελοι
προεξοφληθέντος θανάτου,
κι’ όταν γίνεται ο ίδιος του
ο δήμιος
μια αράχνη
ξεκαρφώνεται από τον ιστό της
σαν οβίδα
και ταράζει
τα μικροαστικά μεσημέρια.
Αυτός ο νεκρός
υπεκφεύγει διαρκώς,
φοράει ένα παρεό
ίδιο με τα χρώματα
των νεανικών πλάζ
και βλέπει στο ρίκνωμα
του ορίζοντα
ένα ρήγμα
για το φρέαρ του ουδενός.
Αυτός ο μειλίχιος νεκρός
είναι η ίδια η αναίρεση
της ανυπαρξίας του.

`

ΙV.

Υγρή καταχνιά
στην κρεβατοκάμαρα
του ξενοδοχείου, στύλ art-deco,
- 11ος όροφος. –
Και μια πνοή τροπικής αύρας
να γλυκαίνει
τρία στοιχειωμένα όνειρα
αυγουστιάτικου μεσημεριού,
τα ακρινά
δυό ροζιασμένοι σταυροί
πού κρέμονται τ’ άντερα μου
εκείθεν των παραισθήσεων
το μεσαίο
μια μέδουσα
πού τυλίγεται στο κρανίο μου
με την αρπαχτική διάθεση
λατίνας ερωμένης.

`

V.

Τι βαρύ αυτό το φθινόπωρο
σα να πέφτουνε
οι γδικιωμένοι βράχοι
της λησμοσύνης
ασήκωτο μολύβι
στο στέρνο,
και τι ελαφρύ
ταυτόχρονα
σαν καταλαγιασμένο λίγνεμα
μιας μέρας κομμένης
στα συμμετρικά της ημισφαίρια
όπως το μεσημεριανό καρβέλι
πέτρινης αγροικίας.
- Τι εύμολπος μπάτης
τι φεγγαρόσχημες κόρες
τι αισχυντηλά ακρογιάλια
τι νόστος
τι αγωνία ερωτική
πελιδνή σαν το πορτόθυρο
του θανάτου.

- Και οι μικρές Κυκλάδες εκεί
καρφωμένες στο καδράκι
της μικρής τραπεζαρίας
λαμπυρίζουν στο φεγγαρόφωτο
του κήπου,
έρημου στην αντάρα
ενός Νοέμβρη προάγγελου
της κόκκινης επαναφοράς
της ιστορίας.

`

VI.

Ένα άστρο μακρινό έπλασα
πιο μακρινό από το σύμπαν
των διαζεύξεων
όπου η διάταξη του λόγου
είναι ένα αχλιό της ώχρας
στο αυτονόητο της διαφάνειας
και αυτός πού θα έρθει
την αυγή
μια σκιώδης ανάμνηση
εαρινών προσκλητηρίων
με την ζέση
σοσιαλιστικών υψικαμίνων,
μια αντρίκια παλάμη
στην φοβικότητα
των μισόκλειστων παραθύρων
βαριά και σίγουρη
σαν το μάνταλο
δύστηνου πεπρωμένου
καταιονιζόμενου
όπως οι πνοές της νύχτας
στο κράσπεδο
αδιαπέραστων ονείρων.

`

VII.

(Για τον σ. Camilo Cienfuegos)

Αυτός ο πνιγμένος
είναι λιπόσαρκος
σαν άγιος των Ταγμάτων
και γελαστός
σαν την αυγή
της προλεταριακής επανάστασης.

Έβγαζε δυό καταπράσινα ερπετά
από τις τσέπες του
να σχοινοβατούν
σαν τις καθημερινές του έγνοιες
σε μια συστάδα αροκάριες
κι’ ένα μαδημένο γεροκόκκορα
μιάς αλάνας desamparados
να βουκεντρίζει τα νυσταλέα βόδια
του ηλιοτρόπιου των τροπικών.

Κρέμονταν από πάνω του
σαν ακονισμένα κοπίδια
γλώσσες τα σύννεφα
της πάμπας
κι’ αυτός επέμενε
να κεντάει στην άμμο
δασύτριχα κορίτσια,
πόρπες από πουκάμισα εκτελεσμένων,
την απέραντη πλατεία
του μαυσωλείου
πιτσιλισμένη από χιλιάδες
πνιγμένα περιστέρια
κι’ ένα αμφίστομο κρατήρα
να ξερνούν
το βαρύ άρωμα των πούρων
οι γλυκές νύχτες
των παραισθήσεων.

Πάτρα, 18-2-2014

`

`

************************

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

O Στάθης Λειβαδάς γεννήθηκε στην Πάτρα το 1960 και είναι σύμβουλος Β/θμιας Εκπαίδευσης. Είναι διδάκτορας της φιλοσοφίας των μαθηματικών και αυτή την περίοδο ασχολείται µε την μεταδιδακτορική έρευνα κυρίως στο πεδίο των Θεμελίων και της Φιλοσοφίας των Μαθηματικών.
Έχει εκδόσει ως τώρα πέντε ποιητικές συλλογές, τις: “Οιακίζειν” (Αχαϊκές Εκδόσεις, 1998), “Οδός Ηλυσίων Πεδίων” (Περί Τεχνών, 2001), “Οι Αντιστίξεις της Σελήνης” (Γαβριηλίδης, 2004), “Η Περιήγηση” (Γαβριηλίδης, 2007) και “Μια Στιγμή κάτω απ’ τον Ήλιο” (Λευκή Σελίδα, 2012). Αισθητικές του μελέτες έχουν δημοσιευθεί παλιότερα στην “Φιλολογική Επιθεώρηση” και τον “Ελίτροχο” της Πάτρας.
Το προσωπικό του ύφος μεταφέρει μέσω μιας λόγιας και ιδιόμορφης ποιητικής γλώσσας ένα πεδίο φιλοσοφικών αναζητήσεων, νοητικής αφαίρεσης, ιστορικής και ταυτόχρονα προσωπικής μνήμης μαζί µε ένα υπαρξιακό μηδενισµό ενίοτε τραβηγµένο στα όρια του.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles