`
O Paul Celan διαβάζει τη «Φούγκα του Θανάτου» ΕΔΩ
`
Σαν πρόκληση στα σημεία των καιρών η Πηγή Λυκούδη αντιμετώπισε την πρόταση της συνθετικής της παρουσίας στην εκδήλωση για την επέτειο των 70 χρόνων από το ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων, των Ρωμανιωτών της Ηπείρου, την Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014, στις Βρυξέλλες, καλεσμένη του Συλλόγου Ηπειρωτών Βελγίου.
Οι Ρωμανιώτες είναι το παλαιότερο τμήμα του εβραϊκού στοιχείου στην Ελλάδα. Έχουν ιστορία μεγαλύτερη από δύο χιλιάδες χρόνια. Γλώσσα τους ήταν η ρωμανιώτικη διάλεκτος γνωστή με το σπάνιο όνομα Γεβανική, Yevanic, όρος που ανάγεται στην εβρ. λέξη יון yāvān «Ελλάδα, Ιωνία», που αποτελεί διάλεκτο της Ελληνικής. Το 95% των καταγεγραμμένων Ελλήνων Εβραίων, των Ρωμανιωτών, από τα Γιάννενα, την Άρτα, την Παραμυθιά και την υπόλοιπη περιφέρεια, 1.960 ψυχές άνδρες, γυναίκες και παιδιά οδηγήθηκαν στον θάνατο.
`
`
Στον Γιωσέφ Ελιγιά το ρωμανιώτη ποιητή οδήγησε ο δρόμος. Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1901.
Με τα ποιήματά του κάνει πρόταση για τη ζωή. Εκατό χρόνια μετά παραμένει επίκαιρος.
«…ο θάνατός του μου τονώνει την ιδέα ότι εχάθη ένα κόσμημα… τους στίχους του τους έβρισκα τέλειους, παλλόμενους, σκαλισμένους με της τέχνης τις φροντίδες» (19.9.1931). έγραψε για τον Γιωσέφ Ελιγιά ο Κωστής Παλαμάς.
Φοίτησε στη γνωστή Σχολή της Alliance Israélite, ο Ελιγιά όπου αργότερα δίδαξε. Για πρώτη φορά έρχεται στη δημοσιότητα το 1918, όταν ιδρύεται ο Σύλλογος Αμελέ Σιών. Ήταν τότε ο Ελιγιά ένας ένθερμος σιωνιστής που πίστευε ότι η εβραϊκή φτωχολογιά θα σωζόταν μόνο με την ίδρυση ισραηλιτικού κράτους στην Παλαιστίνη.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 1921, τον συναντούμε αφοσιωμένο στην κοινωνική δράση και μάλιστα κατά τρόπο ριζοσπαστικό. Είναι η στιγμή που ανοίγεται προς τους διανοούμενους των Ιωαννίνων και προς άλλους κοινωνικούς κύκλους, ενώ ανάλογη είναι και η πνευματική του πορεία. Έτσι ενώ από το 1918 δημοσιεύει ποιήματα που εξυμνούν τη Σιών, το 1920 γράφει ποιήματα ρομαντικού περιεχομένου, ώσπου το 1924 η ποίησή του παίρνει έναν καθαρά ριζοσπαστικό χαρακτήρα. Ο Ελιγιά εγκαταλείποντας σιγά-σιγά την καθαρή ιδέα του Σιωνισμού, προσανατολίζεται στη διεύρυνση της εβραϊκής παράδοσης και αρχίζει τη μετάφραση ποιημάτων στην ελληνική. Είναι πλέον, κατά την ορολογία της εποχής, ένας αλλιανιστής, δηλαδή ένας “αφομοιωτικός” σύμφωνα με τις αρχές της Alliance Israélite Universelle του Παρισιού, οργανισμού με πρωτοβουλία του οποίου ιδρύθηκαν οι διάφορες ανά τον κόσμο τοπικές, σύγχρονες εβραϊκές Σχολές.
Παράλληλα με την πνευματική του δράση εμφανίζεται και μια άλλη πλευρά του Ελιγιά, αυτή της κοινωνικής ριζοσπαστικότητας, η οποία τον ωθεί στη συνεργασία με την τοπική αριστερή μαχητική εφημερίδα «Νέος Αγών». Πνευματική ωριμότητα και ριζοσπαστικότητα συνδέονται μεταξύ τους και η μεν πρώτη εντάσσεται στο περιβάλλον των Ιωαννίνων, η δε δεύτερη, στις γενικότερες ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις της δεκαετίας του 1920, καλλιεργώντας άλλωστε ο ίδιος στενότατες σχέσεις με τους προοδευτικούς κύκλους της πόλης και ειδικότερα με τον εκεί νεοσύστατο σοσιαλιστικό πυρήνα.
Τα ποιήματα του Ελιγιά αυτής της εποχής τον κατατάσσουν στην πρωτοπορία της γενιάς του ‘20 ή και αλλιώς στο ρεύμα του λεγόμενου “καρυωτακισμού”.
Ο Ελιγιά δεν παραμένει απλά ένας πρωτοπόρος ποιητής, αλλά γράφει ποίηση η οποία αναφέρεται σε κοινωνικά θέματα και σε τόνους μάλιστα αρκετά υψηλούς.
Τα Γιάννενα του 1920 αντιπροσωπεύουν μια μικρογραφία της τότε Ελληνικής κοινωνίας. Η Εβραϊκή Κοινότητα των Ιωαννίνων είχε περίπου 3.000 μέλη και ο κάμπος των Ιωαννίνων θα γεμίσει από τους ποντιακής καταγωγής Έλληνες χριστιανούς και η πόλη από τους μικρασιάτες.
Στη δεκαετία αυτή εκδηλώνονται έντονοι κοινωνικοί μετασχηματισμοί. Οργανώνονται πλήθος Σωματείων, Συνδέσμων και Συλλόγων. Η γιαννιώτικη κοινωνία περνά το στάδιο μιας έντονης ζύμωσης. Ιδρύεται το Πανηπειρωτικό Εργατικό Κέντρο Ιωαννίνων, το οποίο αποτελείται, το 1922, από οκτώ σωματεία. Η σύσταση συλλόγων προκάλεσε και την αντίστοιχη εκδοτική δραστηριότητα: Εφημερίδες, περιοδικά, έντυπα, προκηρύξεις, ενημερώνουν τους πολίτες για τις δραστηριότητες του σχηματισμού που εκπροσωπούν.
Τα κείμενα του Ελιγιά είναι πρωτοποριακά. Δημοσιεύονται στην εφημερίδα των Έφεδρων Πολεμιστών «Νέος Αγών» του 1924. Η κυκλοφορία του «Νέου Αγώνα» ενοχλεί τις Αρχές και επανειλημμένα ο Γιωσέφ θα κληθεί από στρατιωτικούς του Φρουραρχείου, λόγω της ανάμειξής του στα πολιτικά δρώμενα.
Τελικά, συλλαμβάνεται και μέσα στη φυλακή γράφει το ποίημα: Πίσω απ’ τα κάγκελα ή De Profundis.
Από εδώ και στο εξής ο Ελιγιά δεν έχει θέση στα Γιάννενα. Διώχτηκε απ’ το σχολειό της Αλλιάνς Φρανσαίζ. Οι πόρτες γι’ αυτόν κλείστηκαν όλες, στην αρχή οι εβραϊκές και ύστερα όλες οι άλλες. Τον έζωσε η φτώχεια [Η φτώχεια, η φτώχεια μάννα μου δεν ξέρει από συμπόνοια (βλ. ποίημα Πουρείμ)]. Κυνηγήθηκε με κείνον τον τρόπο που ξέρουν στην επαρχία να κυνηγούνε.
Αυτοεξορίζεται στο Αργυρόκαστρο αλλά δεν μπόρεσε να δώσει λύσει στα οικονομικά του προβλήματα και αποφασίζει να έλθει στη Αθήνα
Στην Αθήνα (1925), ο Ελιγιά αναπτύσσει αξιόλογη πνευματική δράση. Συνεργάζεται με τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού, στην οποία γράφει διακόσια τρία λήμματα για θέματα της εβραϊκής παράδοσης, ενώ στο Φιλολογικό Παράρτημα της ίδιας δημοσιεύει ποιήματα και κάνει μεταφράσεις κλασικών εβραϊκών κειμένων. Δημιουργεί στενές επαφές με τους κύκλους των διανοούμενων, όπως για παράδειγμα με τον Μ. Αυγέρη, Φ. Κόντογλου, Κ. Βάρναλη, Στ. Δάφνη, Μιλτ. Μαλακάση και άλλους.
Το 1927 γυρίζει για λίγο στα Γιάννενα ενώ το1930-1931 στέλνει ποιήματα για δημοσίευση στο γιαννιώτικο περιοδικό «Ελλοπία» (των Π. Φάντη και Τ. Σιωμόπουλου). Το 1931 συνεργάζεται με το αριστερό περιοδικό «Πρωτοπόροι» (διευθυντής Π. Πικρός, σύνταξη Γαλάτεια Καζαντζάκη), ενώ την ίδια χρονιά αποδέχεται τον διορισμό του ως καθηγητής γαλλικών στο Κιλκίς, προσδοκώντας σε μια μετάθεσή του στη Θεσσαλονίκη. Ο Νικόλαος Βέης, Καθηγητής του εκεί πανεπιστημίου, υπόσχεται στον Ελιγιά τη θέση στην έδρα της Εβραιολογίας, υπόσχεση που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Πέθανε προσβλημένος από τύφο στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού, στην Αθήνα το 1931.
Ο Γιωσέφ Ελιγιά κοιτούσε το θάνατο κατάματα, υπερήφανα, υπερβατικά, τονίζοντας την Ελληνικότητά του.
`
Ογδόντα χρόνια μετά τον ποιητή και εβδομήντα μετά τη θηριωδία οι στίχοι ήλθαν στο σήμερα. Μαζί με αυτούς της Φούγκας του Θανάτου, που έγραψε γερμανόφωνος εβραίος ποιητής Paul Celan ταιριάχθηκαν με τη μουσική της Πηγής Λυκούδη και δέθηκαν σε μία έντονη καταγγελία της για κάθε μορφή βίας από όπου και αν προέρχεται.
`
`
`
***************************************************************
info
* Η συναυλία πραγματοποιείται την Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014 στις 20:00 σε συνεργασία με το Centre Communautaire Laïc Juif de Bruxelles, τη στήριξη του Institut Sépharade Européen και του Foyer Sépharade.
Ερμηνεύουν η Γεωργία Βεληβασάκη και ο Πάνος Λαμπρίδης δύο σημαντικοί ερμηνευτές γεμάτοι πάθος και ουσιαστική κατάθεση ψυχής.
Με τη συνθέτρια στο πιάνο συμπράττουν οι σολίστες μουσικοί της «Ορχήστρας των στιγμών»
Αρετή Κοκκίνου, Μαντολίνο – κιθάρα
Πάρης Μαμμάς, Κλαρινέτο
Έλσα Παπέλη, Τσέλο
Νίκος Ρούσσος, Κρουστά
Auditorium Jacob Salik de l’Espace Yitzhak Rabin
Rue de l’Hôtel des Monnaies 52 – 1060 Bruxelles
`
`
***********************************************
`
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Άρχισε τις σπουδές της στο πιάνο σε ηλικία 8 ετών. Τελείωσε με Άριστα παμψηφεί και Β’ Βραβείο. Την περίοδο 1999 – 2000 παρακολούθησε MASTERCLASS πιάνου και σύνθεσης στο Salzburg της Αυστρίας.
Μέχρι τον Ιούνιο του 2006 που ολοκλήρωσε τον κύκλο των ανώτερων θεωρητικών μαθημάτων με την απόκτηση διπλώματος σύνθεσης με άριστα παμψηφεί πήρε μέρος σε παγκόσμιους διαγωνισμούς πιάνου στην Ελλάδα και το εξωτερικό με πολύ καλές διακρίσεις.
Είναι εξειδικευμένη σε θέματα παιδοψυχολογίας και μαθησιακών προβλημάτων στην μουσική. Ασκεί διδακτική δραστηριότητα από το 1989.
Τα δύο συμφωνικά έργα της που έχουν ήδη παρουσιαστεί, Χαρά σ’ εσέ χώρα λευκή και Η Δίψα στο Μυστρά είναι βασισμένα στην ποίηση του Κωστή Παλαμά και του Γιάννη Ρίτσου αντίστοιχα.
Από τις ενότητες των τραγουδιών της εκτός των Κωστή Παλαμά και Γιάννη Ρίτσου ακούγονται στίχοι των Αχιλλέα Παράσχου, Γεώργιου Δροσίνη, Γεωργίου Σουρή, Γεώργιου Στρατήγη, Γιώργου Σαραντάρη, Δημητρίου Κόκκου, Ζαχαρία Παπαντωνίου, Ηλία Σιμόπουλου, Κωνσταντίνου Δράκου Σούτσου, Κώστα Καρυωτάκη, Κώστα Κρυστάλλη, Κώστα Μόντη, Κώστα Ουράνη, Λάμπρου Πορφύρα, Μυρτιώτισσας (Δρακοπούλου Θεώνης), Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Νικηφόρου Βρεττάκου και Τίμου Μωραϊτίνη.
`
***********