Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Mικρή Ανθολογία Νέων Ποιητών Ποιείν IV

$
0
0

`

Ανθολογούνται οι: Ειρήνη-Παλαιολογίνα Ιωσηφίδη, Δημήτρης Στένος,  Νεκταρία Μενδρινού, Δημήτρης Αθανασίου, Δημήτρης Σάλτος, Κατερίνα Καρπούζη, Κρίστης Ελαίος

`

`

1. Ειρήνη-Παλαιολογίνα Ιωσηφίδη

`

Λαχανοντολμάδες

Καπνίζεις το ένα τσιγάρο μετά το άλλο
με επιμονή και υπομονή
να βρεις ένα τραγούδι στο ράδιο
να αξίζει για να θυμάσαι καπνίζοντας
και σβήνεις τα τσιγάρα στο μπωλ
η μαρμελάδα της Κικής είναι άτρωτη παρ’ αυτά
όπως και η μάταιη κατάκρισή της
Σου προσφέρουν μήλο σαν άλλες κακές μάγισσες
κι από λευκό γίνεται σάπιο μήλο
Αγαπούν το μπεζ και τους ματ χρωματισμούς
όχι από απλότητα
αλλά γιατί δεν γνώρισαν το έντονο και βαθύ
για να στραφούν στο απλό
Κι έτσι η απλότητα γίνεται παραβρασμένη σούπα
κι ό,τι διαφορετικό ή σφιχτό είναι κατακριτέο
Το κουρτινόξυλο πέφτει χαλαρώνουν οι σοβάδες
δεν υπάρχουν εμπόδια υφάσματα πια
πλέον φαίνονται τα πάντα
Θεατρόφιλοι τώρα θα συνεχίσετε
ως εραστές της τέχνης ιδιωτικής ζωής
ή θα κρυφτείτε στη ζεστασιά της μόνης περιουσίας σας
μιας κουζίνας με βαζάκια
ψάχνοντας για άλλο νόημα
τώρα που το παλιό απαγορευμένο αποκαλύφθηκε ;
Άραγε νέοι ορίζοντες υπάρχουν και για σας
ή και σ’ αυτούς θα έχετε τον ίδιο πάλι ρόλο;

*

Η κηδεία της χελώνας

κούπες από πορτοκάλια
και χείλη στεγνά σαρκώδη
μια σόμπα σιγοκαίει
συμβατική φλόγα

χέρια που κρυώνουν
ένα λουκέτο κλειστό
πάνω στον τοίχο
κρεμασμένη σκιά
πολλοί νεκροί

δέντρα ανάσες βγάζουν
φύλλα ξεθωριασμένα
μαύρα σκουλήκια
ένα χελωνάκι κρύο
θαμμένο από κάτω
τρύπες μαύρες για μάτια
φως ηλεκτρικό
ίλιγγος
τσιγάρα ρουφηγμένα
βότκα
βρώμικοι τοίχοι
υγρασία πράσινη
σκατά στην τουαλέτα
άρρωστη ζέστη
θλίψη και μια καρδιά
κλαίει χορεύοντας
δακρύζει φτερουγίζοντας
Να πεθαίνεις σωπαίνοντας
κοιτάς ψηλά
ποτέ ο πολυέλαιος
ποτέ κεριά αναμμένα
εκκλησία σκοτωμένη
μιας φωνής
πεθαμένο κοριτσάκι στην τριανταφυλλιά
στη λεμονιά
άλλες φορές

*

Βαρκάδα επί πτωμάτων

Το βλέπω από πάνω
Δε σταματώ να το κοιτώ
Μαύρη θάλασσα ταραγμένη
Λευκό κιόσκι στο κέντρο της
Διάδρομος λευκός σε οδηγεί
Κύκλος που δεν κλείνει
Κάθεσαι σκυφτός με τα χέρια στα γόνατα
Καφέ παλτό και προσευχή
Τα σχόλια σωρό μία αηδία
Παλεύω να ευθυγραμμίσω τη βαρκούλα
Όχι πως θα ΄ρθω να σε βρω
Κ ούτε για να με δεις
Μόνο για να πνίξω την επιθυμία μου
Να πνίξω όσους οδηγώ
Σ αυτή τη λακκούβα έζησαν και πέθαναν
Μουντζούρες ανθρωποφόβων
Κάθε μέρα έσκαβαν το λάκκο του διπλανού
Για να ΄χει το δικό του χώρο
Καθώς έπεφταν μαζί στην τρύπα
Ωραία ζωή ωραία παρέα

`

`

*************************************************************

2. Δημητρης Στενος

`

1.
Θα σου φαω τα ματια λεει το τερας
θα σου πιω τα δακρυα
θα σου φαω τις αιματινες σαρκες που
σταζουν
το κοκκινο μαραμενο αιμα ανθιζε
Ερυθρα κολαση.

2.

Το φως περασε απο ταφους
φωτισε τη γραβατα του νεκρου
επεσε πανω σε τοιχους υγρους
ματωσε το κεφαλι μουσικη γοτθικη.
Ανοιξα τη ντουλαπα
ρακος το πουλοβερ του νεκρου
μια ρωγμη ξεκινα απ’τους κροταφους
φτανει τρεμωδης στη καρδια
κλωστη αποσυντιθεται
κοκκαλα εξασθενουν
Μεσα στην εξασθενηση
η εντονη νοσταλγια ζωης.

3.

Πεθαινω σαν ροδο στο χιονι
μεσα θαβομαι σαν ζωο
ακρωτηριασμενο.

`

`

************************************************************

3. Νεκταρία Μενδρινού

`

Γράφω για κείνες τις λέξεις
που τις κούρασε το αλισβερίσι της ημέρας
το τρελό της φως,
για εκείνες τις λέξεις
που έγειραν χλομές, αποκαμωμένες
στην αγκάλη της νύχτας
κι έγιναν
έναστροι χρησμοί.

Γράφω για τις λέξεις εκείνες
των ανεκπλήρωτων ερώτων
που παίρνουν την όψη φθινοπωρινής βραδιάς
στα παράξενα τοπία της μνήμης.

Γράφω για σένα
που είσαι
εκείνος ο ξαφνικός άνεμος
που ξεσηκώνει τα πεσμένα φύλλα
σε χορό…

*

Ταξιδευτές

Μπρος στο διπλό καθρέφτη της θάλασσας
κανείς δεν ήξερε σε ποια μεριά
βρισκόταν η αλήθεια •
όσοι βάδιζαν στην άμμο
ονειρεύονταν ταξίδια
όσοι αρμένιζαν
νοσταλγούσαν άνθη της γαζίας
και φωτισμένα παραθύρια •
ταξιδευτές όλοι
ποτέ δε στάθηκαν
δεν έμαθαν
σε ποια μεριά βρισκόταν η αλήθεια.

*

Λεύκωμα

Κυριακή
απομεσήμερα πλήξης θαμπά
μυρωδιά φαγητού που σιγοβράζει
για την επόμενη εργάσιμη.

«Κάνε ησυχία
κοιμάται ο πατέρας σου»
-Και η θάλασσα;
«Σου είπα, σιωπή».

Λαβύρινθοι δίχως μίτο
γιορτές χωρίς καλεσμένους
χτυπήματα μονότονα
μιας μπάλας στον ακάλυπτο
-παιχνίδι με έναν παίκτη.

Κυριακή
η ζωή που φτιάξαμε και τώρα μοιάζει ξένη.

`

`

******************************************************************

4. Δημήτρης Αθανασίου

`

ο κρεμασμένος αυτόχειρας
του πρώτου ορόφου

σαν εκκρεμές στο μπαλκόνι…
στο απέναντι πεζοδρόμιο
αγχωμένοι διαβάτες
αποσβολωμένοι
καρφώνουν για δευτερόλεπτα
το βλέμμα τους.
οι προτεραιότητες υπερισχύουν..
και συνεχίζουν το βάδισμα
στον ίδιο ρυθμό.
κάποιοι σιχτιρίζουν και άλλοι
απαγγέλουν γλυκόλογα.
στη γωνιά του δρόμου
δυο σκυλιά
μάχονται για ένα κόκκαλο.
και το τελευταίο δάκρυ..
στάζει στα σκουπίδια

*

Νεκροφάνεια

Όταν το μαύρο ηχος γινει..

σαν σάβανο καλύψει
το άρωμα του δέρματός σου,
στα χέρια επιβληθεί,
κάνοντας το χάδι
πληγές ν’ανοίγει..

η γεύση του σε πνίγει..

έτσι, τελευταία επιθυμία,
μοναδική, πάντα διαθέσιμη,
η επιστροφή στο χθες..
που το γέννησε.
Στο πριν ενός φοβου..

Που πάντα προυπάρχει

`

`

***************************************************************

5. Δημήτρης Σάλτος

`

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ
Ο ποιητής έστεκε μελαγχολικός μέσα στο φθινοπωρινό τοπίο.
Φανταζόταν πως τα κίτρινα φύλλα ήταν νεκρά κορμιά ηρώων
οι πεσμένοι κορμοί των δέντρων χαλάσματα κτιρίων
το φως του δειλινού αίμα που πότιζε τα ιερά χώματα της πατρίδας
μα δεν μπορούσε να ξεφύγει από την τραγική του μοίρα
όλα έπαιρναν αμέσως την πραγματική τους μορφή.
Θε μου ψιθύρισε
τι αντιποιητική εποχή.

*

ΤΑΡΙΧΕΥΤΕΣ ΟΝΕΙΡΩΝ
Tελικά μας το πούλησαν το σκοινί
αλλά είχαμε μείνει άφραγκοι

*

Στην μνήμη του Σαχτζάτ Λουκμάν

Το βλέμμα του διαπεραστικό απ’ την δύναμη
ενός ονείρου που δεν θα σβήσει ποτέ
συντρίβει την ηττοπάθεια, την μιζέρια
τον σιχαμερό απάνθρωπο ρεαλισμό
δάκρυα δραπετεύουν απ’ τις φυλακές τους
απο την τοξική τους σκόνη
κόβεται η ανάσα.
Ποιος τον θυμάται ακόμα άραγε
βαθιά κοιμάται στον σκουπιδότοπο του διαδικτύου
και καμιά φορά για να εξαγνιστούμε
σκυλεύουμε την άλιωτη μορφή του,
μόνο σ’ ένα μακρινό χωριό κάτι σκιές
απόμειναν να σβήνουνε απ’ τις ριπές του χρόνου
αφίσες που ξεθωριάζουν
και σε κάποια αποθήκη
ένα ποδήλατο που σκουριάζει.

*

ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΘΥΣΙΕΣ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΘΕΟΤΗΤΕΣ.
Ω εσύ
πλανημένε απ τα έργα σου
και απο τα ουράνια τόξα
της κατανάλωσης
που να σκεφτόσουν πως η καταιγίδα
ερχόταν καταπάνω σου
τώρα
το αίμα σου πίνουν
τις σάρκες σου μοιράζουν
ένα χριστός έγινες
με το ζόρι
για την ανάσταση του έθνους
σταυρωμένος πάνω στους μεγάλους στόχους
ανάπτυξη
ευημερία
αγορές
και κοίτα
τα τραίνα τρέχουν προς το μέλλον
νέα τραίνα αυτά
γαλανόλευκα
ευρωπαικά
γιάπικα φρεσκοξυρισμένα
χωρίς ντεμοντέ μουστάκια
για να προλάβουνε την ιστορία
κι αν διαμελίσουν στην πορεία τους
το κορμί σου
αναγκαιότητα
μην κοιτάς μόνο την πάρτη σου
αυτή θα την κοιτάς
μόνο όταν είσαι βολεμένος
αν δεν είσαι
να είσαι αλτρουιστής
να δώσεις και την ζωή σου ακόμα
για την πατρίδα
που φυσικά είναι αυτοι
όχι εσύ
εσύ είσαι ότι πουν αυτοί
είτε το παν
είτε τίποτα
οι μέσες λύσεις
τελείωσαν.

`

`

***************************************************************

6. Κατερίνα Καρπούζη

`

Ωρα 4 και μισή

Επανάληψη είναι,
βαρετή είναι,
ανυπόφορη, γδύθηκε
και κουμπώθηκε ξανά.

Στην κρεαταγορά λεν’ το όνομα της
και γελάνε τα σιχαμερά τους γένια
ξεδιάντροπα.

Στον ήχο των τακουνιών της
βλέμματα ένοχα στριφογυρνάνε.
Ώρα 4 και μισή.

Η νύχτα ντυμένη πόρνη
ήρθε νωρίτερα.
Η νύχτα ανταλλάζει κι απαλλάσσει από
τους πόνους με θηλιά.

*

Προς

Άκρως επικίνδυνο
Ένα καρότσι χιόνι
και λίγο δάκρυ
Το ίδιο βάρος.

Ανάμεσα τους
Θα προτιμούσες το δάκρυ ξέρω
Αλλά σήμερα είναι εύκολο να σε σκεπάσω.

Εγκώμια χαράς και θλίψης
Για την παρουσία σου
Χτίζουν οι αισθήσεις μου.

«Αυτόματα θα έρθει το χάος που αγαπάς»,
Είπε ο ζητιάνος ξένος
Κι ακούμπησε τον καθρέφτη.

*

Ονειρο

Σαν προσπαθείς να κοιτάξεις κάποιος σου σφίγγει τα μάτια.
Σαν θες να μιλήσεις κάποιος σου πνίγει τη φωνή.
Όνειρο ειναι ξύπνα.
Δίπλα σου ειναι εκείνος
Και σε προσέχει.

Σαν εχεις μεθύσει κάποιος σε χτυπά στο κεφάλι.
Σαν αδιάκοπα γράφεις κάποιος σου σπάει το μολύβι.
Όνειρο ειναι.
Θυμίσου οτι
Σε προσέχει.

Σαν από όνειρο ξυπνάς κάποιος σου λέει οτι είναι αλήθεια
Κι όταν αθόρυβα μιλάς κάποιος σου ανάβει τα δάκρυα.
Δεν είναι.
Κοιμήσου πάλι.
Αν θέλει, θα σε προσέχει.

`

`

*****************************************************************

7. Κρίστης Ελαίος

`

Ρωγμές

Ρωγμές ανοίγουν σαν περπατάς στ’ όνειρα
Και σχίζουν τη σάρκα των ποδιών
στα όνειρα μου περπατώ πάντα ξυπόλητος
εκεί μέσα στο βαθύ μου ύπνο
που τα περιττά μένουν περιττά
και τα μάτια ορθάνοικτα
μέσα απ’ τις ρωγμές ξεχύνεται ψυχή μου και καβαλά το δρόμο
τότε και μέσα σε όλο αυτό το παραλήρημα
ακούω μια φωνή να με φωνάζει και τρέχω προς το μέρος της

Την ποίηση αν θες να περπατήσεις
θα της δώσεις την Ψυχή σου
κι αν η Ψυχή σου είναι άξια
θα νιώσεις το περπάτημα σου
σαν το στήριγμα του μίσχου.

*
To αστείο.

Ἐρωδιὸς στεκάμενος σέ φάμπρικα ὑψηλῶν
ἐπέρασε σέ κόσμον τό μήνυμα Σοφοῦ
πῶς τό δίκαιον μπορεί αὐτός, εἰπεῖν•
ὡς εἶναι, ἐκπρόσωπος Θεοῦ,
τά τῆς ἀλήθείας ό σκοπός ἐλάλησεν
μιᾶ μάνα, πῶς ὁ ἐλληνισμός ἐσήμερις.
Εἶναι ὡς, μιᾶς δράκας κλάρα.

*

Γυμνό.

Γεσθημανή Γεσθημανή, είσαι μια πόρνη!
Πάνω στα περβάζια των ξε-στυλωμένων μας εκκλησιών•
τόσο αναπάντεχα υπέροχη, που ακόμα και ο πιο βρωμερός πελάτης
θα κατέβει απ’ το βούρκο της υπόσχεσης,
για ένα στα γρήγορα.
Γεσθημανή Γεσθημανή το ακροατήριο είναι πια νεκρό,
τα γεννητικά του όργανα χλοερά σπαρταρούν
στο βωμό των κυπαρισσίων ,
τα νήπια δεν θα σφαγιαστούν,
ο ήλιος δεν θα βουλιάξει
μας ξέχασαν αδερφέ μου
πάνω στα σύνορα της διαφυγής.
ουδέν.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221