Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Χαράλαμπος Οτομπάσης, «Λυρικό παράλογο- Η παρουσία των αισθήσεων και των έμβιων όντων σε μια ποιητική αναδρομή στο έργο της Ελένης Βακαλό»

$
0
0

 

 

ΠΙΝΑΚΑΣ: RENE MAGRITTE, ΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ (THE LOVERS), 1928,

CANBERRΑ - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ.

 

Κι αν γέμισε αυτό το ποίημα μου φτερουγίσματα

Είναι γιατί τα πουλιά τ’ ακούς

Δεν τα βλέπεις μόνο…

(Το άλλο του πράγματος-Η έννοια των τυφλών,79 σελ.)

Θα μπορούσαν άραγε αυτοί οι στίχοι να περικλείουν και να δηλώνουν απερίφραστα τη μαθητεία και τα καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά της Ελένης Βακαλό στην ποίηση; Μονολεκτική και ρητή απάντηση αναμφίβολα δεν υπάρχει. Ένα ναι ή ένα όχι θα υποδούλωνε και θα περιόριζε την καλλιτεχνική υπόσταση, μιας γυναίκας, ενός ανθρώπου όπως η Ελένη Βακαλό. Μια γυναίκα καλλιτέχνης, που φανέρωσε την αθέατη πλευρά της δημιουργίας, μια τέχνη (ζωγραφική, κριτική, λεκτική), απαγκιστρωμένη από συμβατικότητες και πνευματικούς ορθολογισμούς ψευτορεαλιστικού χαρακτήρα. Σαν άλλη ‘’φονταμενταλίστρια’’, ποιητικών πιστεύω, αναιρεί και καταργεί την παρωχημένη διατύπωση της πραγματικότητας μέσα από το λόγο, θεμελιώνοντας μια ποιητική μυθολογία και δημιουργώντας μια κοσμολογία με κύριους πρωταγωνιστές θηρία, φυτά, πουλιά, στοιχεία της φύσης, τυφλούς, γυναίκες, λογοτέχνες, τρωκτικά, ψάρια, καθώς και το ίδιο της το εγώ. Καλά στημένα προσωπεία ενδεχομένως , που προσπαθούν να αγγίξουν τη λύτρωση και την αιωνιότητα μέσα από την τέχνη.

 

Η Ελένη Βακάλο (1921-2001), ένα σταυροδρόμι αρωμάτων της Πόλης και αρμύρας από τη Δωδεκάνησο:

Στο σπίτι μας η μια γενιά απ’ το νησί η άλλη από την Πόλη ήταν

Αυτές που κατοικούσαν όλη τη μέρα σπίτι μας, πολλές γυναίκες όμορφες, πλένονταν κι ήταν άσπρες, ρούχα ψιλά φορούσανε, αυτές ήταν της Πόλης

Είχαν τραπέζια έτοιμα, μιλούσανε και έκλαιγαν, σύντομα δάκρυα είχαν, πάλι τις άκουγα το γέλιο τους, αφέντη είχαν τον πατέρα

Και πίσω απ’ τον πατέρα η γιαγιά, μονάχη της, απ’ το νησί που ερχόταν

(Το άλλο του πράγματος-Γενεολογία,114 σελ.)

Κληρονόμησε εκτός των άλλων και την ιδιότητα του βουτηχτή από τους προγόνους της:

Είχα από τον πατέρα του πατέρα μου

Ίδιο όνομα, παππού τον βουτηχτή

Στη Νίσυρο που έζησε, ένα μικρό νησί

(Το άλλο του πράγματος-Γενεολογία,105 σελ.)

 

Ένας βουτηχτής στα απόκρυφα αυλάκια και στενά του ανθρώπινου μυαλού. Ένας βουτηχτής με αδήριτη ανάγκη τη θέαση της αλήθειας, μια αλήθεια βιωμένη μέσα από τον πόνο, την ηδονή, τη μοναξιά, το σκοτάδι, την απώλεια, το φόβο, την περιέργεια, τη λεκτική λιτότητα. Μια αλήθεια μέσα από γκροτέσκο αναφορές με απόντες χαρακτήρες και πρωταγωνιστές με υποσυνείδητη λειτουργική παρουσία. Ποιήματα που λειτουργούν σαν ένα οργανικό συνεχές, μέσα από αέναους μετασχηματισμούς και μεταμορφώσεις φαινομενικά νεκρών πραγμάτων και ιδεών. Οι λίγες λέξεις του ποιητή, που τις περισυλλέγει με τις διάχυτες του αισθήσεις1, όπως θα δήλωνε και ο Μαρωνίτης, είναι αυτές που δίνουν σχήμα και πνοή στην Ελένη Βακάλο. Μια τεχνοκριτικός, μια ζωγράφος, μια ποιήτρια, μια μεταφεμινίστρια2, μια μανιώδης καπνίστρια, θαμώνας του θρυλικού cafe Brazilian3 και του Λουμίδη4 , υπήρξε η Ελένη Βακαλό. Αναφορές σίγουρα ελλιπείς αλλά όχι κενές, είναι αυτές που στοιχειοθετούν την Ελένη Βακαλό ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο, λειτουργώντας ως εισαγωγή με σκοπό τη μύηση του αναγνώστη στην ποίηση της Βακαλό.

   

 

 

 

 

Η παρούσα εργασία με τίτλο Λυρικό παράλογο, ερεύνα μέσα από ποιητικές διαδρομές το έργο μιας μεγάλης μεταπολεμικής ποιήτριας, της Ελένης Βακάλο. Ποιήτρια που φαινομενικά τέμνεται με μετανεωτερικά5 και γλωσσοκεντρικά6 ρεύματα, αλλά στην πραγματικότητα αναπνέει ποιητικά αυτόνομα, διαγράφοντας μια ξεχωριστή καλλιτεχνική πορεία, με μέντορα την περιέργεια και την ανάγκη εξεύρεσης νέων τρόπων ποιητικής γραφής. Η εργασία δικαιολογεί τον τίτλο της, έχοντας ως βάση το στοιχείο του παράλογου που τυλίγει περίτεχνα τα ποιήματα της Βακαλό. Ποιήματα εντελώς παράλογα που δεν συγκινούν και δεν ταυτίζονται με τα έως τότε ποιητικά γνωρίσματα λυρικής μεγαλοστομίας. Πρόκειται για ποίηση καθαρά εργαστηριακή7, πλασμένη ωστόσο από μια ξεχωριστή οπτική γωνία και ανάγκη. Σχετικά με τη λέξη λυρικό, οφείλω να αναφέρω το γεγονός ότι η Ελένη Βακαλό τάσσεται ενάντια στον ορθολογισμό και στις στομφώδεις κορώνες παλαιοτέρων λογοτεχνικών ρευμάτων, τα οποία διακατέχονταν έντονα από το λυρικό υποκείμενο, υποκείμενο που κατακτά διαστάσεις ανθρωποκεντρισμού, παρουσιάζοντας έναν αυτοδάπανο συναισθηματικά, βιτρούβιο-(τέλειο) άνθρωπο. Εξάλλου και η ίδια η Βακαλό εκδίδει το 1981 την πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων της, με τίτλο Πριν από τον Λυρισμό, δηλώνοντας τη στάση της απέναντι στη μέχρι τότε ποίηση. Επομένως, η λέξη λυρικό χρησιμοποιείται για να τονίσει και να αναδείξει την χρήση του συναισθήματος που κρύβεται μέσα από τον φιλτραρισμένο από λογική λόγο της Ελένης Βακαλό. Λυρισμός(συναίσθημα) που προκύπτει μέσα από αρχετυπικά και αρχέγονα συναισθήματα που καταδυναστεύουν και φωλιάζουν στο σώμα σαν άγρια πουλιά. Επιπρόσθετα, οφείλω να αναφέρω το θεματικό κέντρο πάνω στο οποίο θα στηριχτεί και θα εξελιχτεί η εργασία μου. Έχοντας ως βάση ολόκληρη την ποιητική δημιουργία της Ε. Βακαλό, θα επιχειρήσω να αποκωδικοποιήσω και να ερμηνεύσω με αντικειμενικά και φιλολογικά τεκμήρια, την παρουσία ορισμένων έμβιων όντων, όπως είναι τα πουλιά, τα τρωκτικά ή ακόμη και τα λουλούδια. Ενδεικτικά αναφέρω την ποιητική συλλογή Η έννοια των τυφλών8, η οποία βρίθει από την παρουσία των πουλιών. Αναμφίβολα, θα προβώ και σε εκτενή αναφορά των εκάστοτε ποιημάτων, αναλύοντας ενδελεχώς και με φιλολογική συνέπεια, καίρια και κομβικά χαρακτηριστικά τους που θα βοηθήσουν στην πληρέστερη κατανόηση της ποιητικής ιδιοσυγκρασίας της Ελένης Βακαλό. Ακόμα, θα αναφερθώ και στην καταλυτική σημασία που έχουν οι αισθήσεις και τα συναισθήματα στην ποίηση της και στον μείζονα ρόλο που διαδραματίζουν στο ποιητικό σκηνικό όντας πρωταγωνιστές στο παρασκήνιο.

 

Οι εικόνες και τα πλάσματα της Ελένης Βακαλό, λειτουργώντας ως ποιητικά εγώ και λαμβάνοντας μέρος σε ένα παιχνίδι σημαίνον-σημαινόμενου, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις ανθρώπινες αισθήσεις και συναισθήματα. Ενδόμυχοι φόβοι και αγωνίες, ζωώδη ένστικτα, ψυχαναγκαστικές σκέψεις και ενέργειες, ακόμα και φιλήδονες λεκτικές αναφορές, είναι αυτές που μέσα σε ένα σκοτεινό περιτύλιγμα εσκεμμένα μυστικιστικό, θα μας καθοδηγήσουν και με τη συντροφιά τους θα μπορέσουμε να ανακαλύψουμε τόσο την ποιήτρια-άνθρωπο Ελένη Βακαλό, όσο και το ανθρωπινό-ζωώδες εγώ μας. Σημαντικό είναι ακόμα το γεγονός ότι οι αισθήσεις στον ποιητικό κόσμο της Βακαλό εμφανίζονται αντισυμβατικές και ορισμένες φορές η απουσία τους είτε a priori είτε a posteriori καθιστούν τον κτήτορα τους έναν άνθρωπο υπεράνω όλων, κτήτορα μιας έκτης αίσθησης, της ποιητικής.

 

 

Οι εποχές που αλλάζουν συνήθειες

Επηρεάζουν στο δέρμα

Και όταν κλείσεις τα μάτια σου πιο πολύ το αισθάνεσαι

Πώς θα αλλάξεις τοπίο

Αφού πρώτα οι κινήσεις αδιόρατες στο φλοιό από μέσα αρχίζουν

Είναι όπως αν βρίσκεσαι δίπλα στη θάλασσα

Είναι ακόμη η καμπύλη του δρόμου την κρύβει

Κατεβαίνοντας

Ο αέρας νωρίτερα τη θαλάσσια αρμύρα σου φέρνει

Και τα είδη της θάλασσας και τα σχήματα

Ο αέρας που έρχεται

Στην αφή μας πιο πριν τ’ ακουμπάει

Πάλι όμως αιφνίδια σου φαίνονται

Κατεβαίνοντας στ’ ακρογιάλι

Έτσι γίνεται και σε μένα όταν δώ

Τα φυτά που απότομα ανοίγουνε απ’ τη μια μέρα στην άλλη


Πιθανόν να περιέχει η αίσθηση

Σ’ εποχές που ακάλυπτες μένουνε

Και το σχήμα

Των νεκρών μας σωμάτων.

(Το άλλο του πράγματος-Φυτική αγωγή, 38 σελ.)


Αναμφίβολα, το ποίημα αυτό, ένα ποίημα πρώιμο καθώς εντάσσεται στην ποιητική συλλογή Φυτική Αγωγή9 (1954), αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για την κυριαρχία των αισθήσεων και τη δύναμη που έχουν αυτές πάνω στο σώμα και στον ψυχισμό μας.

Μια φαινομενικά επιδερμική συναίσθηση της αλλαγής των εποχών. Αλλαγή που γίνεται κατανοητή πληρεστέρα με την απουσία της όρασης και με κυρίαρχη αίσθηση την αφή, την όσφρηση, τη μετουσίωση του ίδιου του σώματος μας. Κινήσεις αδιόρατες που ξεκινούν και καταλήγουν μέσα στον ανθρώπινο φλοιό(εγκέφαλο). Το ποίημα γραμμένο από την Ε. Βακαλό, ως μια προτροπή σε β’ ενικό, μέσα από την αμεσότητα του που προκύπτει ακόμα από τα ρήματα και τις μετοχές που κυριεύουν τη λεκτική του δομή, είναι ένα ποίημα συνειρμ

ικής βίωσης και εσκεμμένης απόδρασης των συμβατικών αισθήσεων μέσα από την υπέρβαση των νεκρών σωμάτων. Το ποίημα αποτελείται από δεκαεννέα στίχους και δύο στροφικές ενότητες(1-15, 16-19).

Η απουσία της οπτικής αντίληψης, που είναι ενδεχομένως η βασικότερη όλων των αισθήσεων μας, δεν εμποδίζει το εγώ του ποιήματος να μεταφερθεί δίπλα σε μια θάλασσα. Η κίνηση του αέρα μεταφέροντας την θαλάσσια αρμύρα, σε καθιστά γνώστη και θεατή των ειδών της θάλασσας και των σχημάτων που φέρει. Οφείλω να αναφέρω το γεγονός ότι η Ελένη Βακαλό χρησιμοποιεί συχνά μέσα στα ποιήματα της τη λέξη σχήμα-σχήματα και στην προκειμένη περίπτωση κάνει σαφή αναφορά στα έμβια όντα που ζουν και αναπτύσσονται στο θαλάσσιο κόσμο.

Ωστόσο το σκηνικό του ποιήματος φαίνεται να ανατρέπεται στον στίχο 12 (δεν είναι τυχαία η χρήση των λέξεων πάλι-όμως-αιφνίδια). Με τη λέξη πάλι η ποιήτρια υπαινίσσεται ένα γνώριμο αίσθημα και μια επαναλαμβανόμενη κατάσταση. Στο παρών σκηνικό, που απαρτίζεται από τους στίχους 12-15, σαν μία κρυμμένη υποενότητα μέσα στην πρώτη στροφική ενότητα, η κυρίαρχη αίσθηση είναι η όραση (ρήμα-δω), ενώ ιδιαίτερη είναι ακόμα η παρουσία του α’ ενικού. Μέσα από την όραση το παρόν ποιητικό εγώ αφήνει το ασυνείδητο και περνά στην ρεαλιστική βίωση των πραγμάτων και του περιβάλλοντα κόσμου που τον κατακλύζει. Ένας κόσμος/εποχές που εξελίσσεται, αλλάζει και κινείται απότομα σαν ένα οργανικό συνεχές που ταυτίζεται με τη φύση και την ιδιότητα των φυτών. Μια ποιητική αναφορά που αιτιολογεί και τον τίτλο της ποιητικής συλλογής Φυτική Αγωγή. Ένας λεκτικός υπαινιγμός συνταυτισμού φυτικού με φυσικού κόσμου και χώρου.

Τα φυτά με το απότομα άνοιγμα τους-καρποφορία, φαίνεται να αιφνιδιάζουν το ποιητικό εγώ του ποιήματος, δηλώνοντας απερίφραστα ένα γκροτέσκο ρεαλισμό (αίσθηση ενάντια στην πραγματικότητα) και μια ωμή αλήθεια ενός κόσμου μεταβαλλόμενου με τελολογικό σκοπό τον θάνατο, και την απαρχή μιας νέας ζωής και δημιουργίας. Η αίσθηση του θανάτου διάχυτη στους στίχους 16-19 (δεύτερη στροφική ενότητα), συντελούν στη δημιουργία ενός ζοφερού και απαισιόδοξου σκηνικού με παρούσα την ποιητική και ανθρώπινη τελμάτωση. Ανθρώπινες αγωνίες και φόβοι που έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με την ηδονική και ονειρική αίσθηση που έφερε η θαλάσσια αρμύρα και ο αέρας που τύλιγε το σώμα σαν ερωτικό κάλεσμα αφής, όσφρησης και παραχώρησης του νου. Τώρα πλέον η αίσθηση αυτή εσωκλείει το τέλος, την αμφιβολία, το σχήμα του θανάτου που παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τα δικά μας νεκρά σώματα. Μια πεισιθάνατη αίσθηση που σχηματοποιείται και μένει αναλλοίωτη στο αχανές πέρασμα των εποχών και στην αέναη μεταμόρφωση τους.

Κλείνοντας, να αναφέρω πως το ποίημα αυτό, με την έντονη χρήση την ρηματικών τύπων, την απουσία των επίθετων καθώς και τις έντονες σκηνογραφικές αναφορές (ακρογιάλι, θάλασσα, καμπύλη δρόμου, αέρας, αφή), τονίζει την συνεχή κίνηση και την αέναη πάλη σώματος-ψυχής-νου. Ένα ποίημα, ένα ερωτικό παιχνίδι αισθήσεων, ονείρων, και εμπειριών που μέσα τους φωλιάζει η γνώση του θανάτου και του τέλους. Μια ποιητική κραυγή της παρακμής και της φθοράς που βιώνεται κυρίως σωματικά. Μια ποιητική υπενθύμιση της ατέρμονης αλλαγής (αλλάζουν-τίτλος ποιήματος) ενός μεταβαλλόμενου κόσμου με μάρτυρες εμάς, όντα ασήμαντα μπροστά στο φυσικό μεγαλείο, οντά που σκοπό έχουν την προσαρμογή (συνήθειες) αλλά όχι την άνευ όρων σύμβαση-το σώμα φθείρεται, η ποιητική(καλλιτεχνική) δημιουργία μένει αναλλοίωτη.

 

 

 

…’’καθάρισε τα αφτιά του Τειρεσία με τη γλώσσα σου για να καταλαβαίνει τη λαλιά των προφητικών πουλιών’’.

 

Αυτή η προσταγή της Θεάς Αθήνας στο φίδι Εριχθόνιο, μια πράξη ελεημοσύνης, ύστερα από τις ικεσίες της μητέρας του Τειρεσία, εσωκλείει την ποιητική κοσμοθεωρία και την ανατροπή που η Ελένη Βακαλό επιδιώκει. Η όραση, η οπτική εμπειρία του πραγματικού, η πιο δεσποτική όλων των αισθήσεων, φέρει τη γνώση, την οπτική αλήθεια και υπενθυμίζει την εύθηνη που κατέχει. Τα θεμέλια του δυτικού σύγχρονου πολιτισμού βασισμένα στη φράση ‘’βλέπω – γνωρίζω’’, φαίνεται ωστόσο να αγνοούν το ‘’αισθάνομαι(νιώθω) – γνωρίζω’’.

Για την Ελένη Βακαλό η όραση δεν αποτελεί μοναδική και αυτεξούσια είσοδο πληροφοριών και ερεθισμάτων. Με την ποιητική της συλλογή Η έννοια των τυφλών, επιδιώκει να μυήσει τον άπειρο και τυφλό αναγνώστη μέσα από την αφή, τα ακούσματα, τους φόβους, τη φαντασία σε ένα κόσμο ποιητικό, πιο αληθινό και πρωτόγονο. Μια πάλη και μια ατέρμονη μάχη αισθήσεων και λογικής. Πάλη που επιτυγχάνεται σε σύγκρουση με το εγώ μας και με σύμμαχο ή αντίπαλο ένα πούλι, ένα φτερωτό σώμα, μια μετενσάρκωση της ψυχής, του νου σύμφωνα με τη Βακαλό. Ο άνθρωπος, ον επίγειο κατάφερε από την αρχή της ύπαρξης του να δαμάσει και να συμφιλιωθεί με την θάλασσα. Ωστόσο, μόλις τον 20ο αιώνα κατέκτησε τους αιθέρες και πραγματοποίησε το όνειρο του Ικάρου. Από αρχαιοτάτων χρόνων το πουλί ανήκει στο Πάνθεον των μεγάλων συμβόλων. Πολυδιάστατο και αρχετυπικό, στα φτερά του φέρει το βάρος των ερμηνειών που οι άνθρωποι του έδωσαν. Πολιτισμοί, θρησκείες και λογοτέχνες κατέφευγαν σε αυτό για να του προσδώσουν θεϊκή και δαιμονική υπόσταση. Σύμβολο ελευθερίας, σύμβολο της ψυχής, ως Άγιο Πνεύμα, αλλά και ως θεός τιμωρός που κατατρώει το συκώτι του Προμηθέα. Όλα αυτά και με έντονη τη δόση της εξύψωσης και της λύτρωσης, έκαναν την Ελένη Βακαλό να εμπνευστεί ή μάλλον να πραγματοποιήσει σπονδή στο δικό της θεό, τα πουλιά.

 

 

Τις πρώτες ώρες που περνάνε στο ποίημα οι τυφλοί… -Από το ημερολόγιο του ποιήματος-

Με τοποθετούνε σ’ ένα δωμάτιο

Τ’ ακούω από τον όγκο της σιωπής πως δεν είναι ακόμη η απέραντη νύχτα

Όταν θα βγω από την πόρτα του σπιτιού χωρίς κάνεις αυτό το βήμα μου να προλάβει

Κάποτε θα βρω ορθάνοιχτη την πόρτα του σπιτιού, θα βρω που είναι, όπως σύρριζα στον τοίχο αγγίζοντας ένα-ένα τα πράγματα κι αλλοιώνοντας τις διαστάσεις τους τα γνωρίζω

Περισσότερο υποθέτω πριν έρθει το πουλί σα ρολόι σημαίνοντας τ’ όνομα τους συμπληρωμένο

-το πούλι έχει μείνει σα σχήμα κι εγγράφεται στην ύλη τους, στο σίδερο ή στο ξύλο-

Υποθέτω πως θα’ναι τ’ άνοιγμα για την έξοδο ίσως αυτή τη φορά κάπου κοντά μου

 

Ο φόβος ή ο,τι είχα μάθει να λέγεται υπερηφάνια μ’ απελπισία καλεί το άδειο πουλί που έρχεται σαν ησυχάσω;

 

Θα φύγει πρώτο

Και στη νύχτα όταν βρεθεί απλωμένο, θα πάρει σάρκα στις φτερούγες του, τα φτερά του θα είναι μέσα της ριζωμένα, στο στήθος του θα είναι το πιο ζεστό βάρος,

Κι ο λαιμός του τεντωμένος σχηματίζοντας εκείνες τις δυο αληθινές τραβηγμένες πέτσες

Ταξιδεύοντας πάλι με τη φωνή των άλλων πουλιών, του γρήγορου αίματος θα γεμίζει την πλημμυρά της νύχτας

(το άλλο του πράγματος, Η έννοια των τυφλών, 72 σελ) (Να σημειώσω πως στάθηκε αδύνατη η ομοιότητα των ποιημάτων της εργασίας με της ποιητικής συλλογής στην γραφή και στην μορφή).

Το εν λόγω ποίημα, ένθετο στη συλλογή Η έννοια των τυφλών γραμμένη το 1962, αποτελεί μια ενδεικτική προσπάθεια της Ελένης Βακαλό επαναπροσδιορισμού και μιας εκ νέου θεώρησης των πραγματικών και αρχετυπικών αξιών. Αξίες και ιδανικά που απορρέουν από την αρχική εμπειρία γραφής και ταυτίζονται με τη σημασία των λέξεων, σε ένα ποίημα περί ποιητικής. Ένα εγκλωβισμένο και ασφυκτικά δομημένο ποιητικό εγώ, μέρος ενός παιχνιδιού σημαίνον-σημαινόμενου. Αυτοσκοπός και μονή επιθυμία η απόδραση και η φυγή σπάζοντας τα στεγανά μιας συμβατικής γραφής.

Η κεντρική έννοια του ποιήματος σύμφωνα και με τον τίτλο, συμπεραίνουμε πως ταυτίζεται με μια διαδικασία μύησης, γνωστοποίησης και προσδιορισμού ενός χώρου, μιας κατάστασης, ενός ποιήματος με πρωταγωνιστές τυφλά όντα. Σκηνογραφικές καλά δομημένες αναφορές (δωμάτιο- σπίτι- νύχτα) και εναλλασσόμενα υποκείμενα (α’ ενικό-εγώ, γ’ ενικό-πουλί, φόβος), μεταδίδουν στον αναγνώστη την ανάγκη διαφυγής του ήρωα. Ένα ποίημα λιτό με έντονη τη χρήση ρημάτων αίσθησης (τοποθετούνε, ακούω, βγω, βρω) και εικασίας ( υποθέτω- σε συνδυασμό με τα επιρρήματα όταν και κάποτε). Ένα ποίημα αποτελούμενο από τρεις στροφικές ενότητες, ενότητες που ακολουθούν την κορύφωση ενός δράματος, ένα δράμα που διαρθρώνεται μέσα από στίχους-φράσεις.

-Απ’ το ημερολόγιο του ποιήματος-, η αρχή του ποιήματος δηλώνει και το ποιητικό εγώ, μέσα από μια απλή συντακτική ανάλυση και αποκωδικοποιώντας λεκτικούς συνταυτισμούς. Το ποίημα προσωποποιείται και λειτουργεί αυτόνομα. Ένα ποίημα με μνήμη-εμπειρίες και εξομολογητικές επιθυμίες που το ωθούν στο να κρατήσει ακόμα και ημερολόγιο. Ένα ποίημα τοποθετημένο σε ένα δωμάτιο. Κυρίαρχη αίσθηση η ασφυξία και η άγνοια. Ταυτόχρονα η απουσία της οπτικής αίσθησης κυριεύει κάθε στίχο του ποιήματος. Ο χρόνος που προσεγγίζεται ακουστικά, ταυτίζεται με την μέρα-ήλιος-φώς που προκύπτει μέσα από ένα σχήμα άρνησης- δεν είναι ακόμη η απέραντη νύχτα. Η έντονη χρήση του θα (θα βρω, θα βγω) και η χρήση λέξεων όπως κάποτε-υποθέτω, δηλώνουν την αγωνία και την ανασφάλεια που κυριεύουν το ποιητικό εγώ. Ένα ποιητικό εγώ με αυτοσκοπό την έξοδο, τη λύτρωση και την αποσύνδεση του με τα στεγανά ενός δωματίου. Μια απόπειρα φυγής που θα επιτευχθεί με σύμμαχο και μέντορα ένα πουλί. Ένα ουράνιο σπονδυλωτό ον που ταλανίζεται ανάμεσα στο σημαίνον και σημαινόμενο (σα ρολόι σημαίνοντας). Ένα ουράνιο πλάσμα σε μορφή ρολογιού (τις πρώτες ώρες-τιτλος ποιήματος), που συμπληρώνει με τη σειρά του και σχηματοποιεί τα πράγματα με τις αλλοιωμένες διαστάσεις. Το πουλί όντας μονάδα, αντίθεση με την πληθώρα των πραγμάτων, έχει μείνει σα σχήμα-στοιχείο αφής και γνωστικού προσδιορισμού. Ο ερχομός του αναγγέλλει και την έξοδο, το πέρασμα προς την ολοκλήρωση. Παρουσία καταλυτικής σημασίας το πουλί, κλείνει την πρώτη στροφική ενότητα και συνδιαλέγεται με τη δεύτερη.

Στη δεύτερη στροφική ενότητα το σκηνικό αλλάζει. Έχουμε τη μετάβαση από το αόριστο και αβέβαιο θα στο επιτακτικό τώρα ενσαρκωμένο μέσα από το ρήμα καλεί. Ο φόβος κυρίαρχο υποκείμενο, λειτουργώντας αυτόνομα καλεί το άδειο πουλί μέσα σε ένα κλίμα απελπισίας. Ο φόβος που ταυτίζεται με την κατ’ επίφαση και φαινομενική υπερηφάνια, υπογραμμίζει την ψυχική κατάσταση του ποιητικού υποκειμένου(μ’ απελπισία). Επιπρόσθετα, οφείλω να αναφέρω και να ερμηνεύσω την παρουσία της λέξης άδειο. Η ιδιότητα-λέξη άδειο, υπογραμμίζει την αρχή προσομοίωσης που διέπει την ποίηση της Ελένης Βακαλό. Ένα φαινομενικά άδειο πούλι που προοικονομεί την επόμενη και τελευταία στροφική ενότητα. Ένα άδειο πούλι που δηλώνει την κενότητα της λέξης στην ποίηση και στην γλώσσα ευρύτερα. Το πούλι ταυτιζόμενο με τη λέξη και τη γλωσσική δεινότητα, τώρα-σήμερα-στην εποχή της Ελένης Βακαλό είναι άδειο και κενό. Μόνη του επιθυμία η απόκτηση σημασίας. Σημασία που θα προκύψει μέσα από ένα ξέπλυμα λέξεων-ιδεών-αξιων που εκφυλίστηκαν και αλλοτριώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων και παρέκλιναν από την αρχετυπική τους έννοια. Ακόμα, άξια αναφοράς είναι και η χρήση του ερωτηματικού στην αυλαία της δεύτερης στροφικής ενότητας. Με τη χρήση του τονίζεται η αγωνία και η αβεβαιότητα του ποιητικού εγώ, ταυτόχρονα αντικαθιστά το θα παρών στην προηγούμενη στροφική ενότητα.

Η τρίτη και τελευταία στροφική ενότητα, μνεία στο πουλί, χαρακτηρίζεται από έντονη συναισθηματική γραφή, σε ένα φορτισμένο και εφιαλτικό σκηνικό. Με τον χρόνο πλέον να ταυτίζεται με τον ερχομό της νύκτας και με κυρίαρχο το θα(θα πάρει, θα είναι, θα γεμίζει), το εγώ του ποιήματος παραμερίζεται εκούσια και αφήνει το φρικιαστικό και σχεδόν σαρκοφάγο πουλί να ταξιδέψει στην πλημμύρα της νύκτας. Το μέχρι πριν άδειο πουλί, επωμίζεται τώρα σάρκα στις φτερούγες του. Η ανατομική περιγραφή αυτού του φτερωτού βρικόλακα, τόσο έντονη και απτή, ξεπερνά τα όρια της εικονοποιίας (σάρκα στις φτερούγες του, λαιμός τεντωμένος, τραβηγμένες πέτσες). Σημαντικό είναι ακόμα το γεγονός ότι το πουλί αυτό, μέρος ενός σμήνους βγαλμένο από ταινία του Χίτσκοκ, με τον ερχομό του προοικονομεί και τη φυγή του. Μια αλλεπάλληλη γκροτέσκο αναφορά συντροφιάς-μοναχικότητας, ερχομού-φυγής, μέρας-νύκτας, σιωπής-φωνών των άλλων ομοίων πουλιών που κατακερματίζουν τη νηνεμία της λογικής. Το πουλί, μονάδα του συνόλου, μοιάζει να κλείνει μέσα του-στο στήθος του το εγώ του ήρωα, να αποτελεί μετουσίωση του ίδιου, να μεταμορφώνεται και να μετασχηματίζεται αιώνια.

Το ποίημα αυτό, ένα όνειρο-μια κραυγή περί ποιητικής φαίνεται να δεσμεύεται από φορμαλιστικά10 ιδανικά και αξίες. Ένα ποίημα με έντονη την αυτοτελική διάσταση της γλώσσας. Μια αποδέσμευση της συμβατικής γραφής και γλωσσικής εμπειρίας. Ένα αίτημα για την παλινδρόμηση της γλώσσας στο πράγμα, την επιστροφή του λόγου στον μύθο. Ένα ξέπλυμα λέξεων και μια απαγκίστρωση ενός νοθευμένου νου. Μια ποιητική ανανέωση που δεν ανάγεται αποκλειστικά στην υλική της υπόσταση, αλλά προσεγγίζει και το νόημα. Σημασία εκ των έσω με διάχυτη την παρουσία της ευαισθησίας. Μια συναίσθηση και ένα βίωμα τέχνης-λόγου-ζωής-πραγμάτων και όλα αυτά ενσαρκωμένα μέσα από τον ερχομό ενός πουλιού-μιας λέξης. Μια μετάβαση από την δια-νοητική τυφλότητα και την εκφυλισμένη ποιητική δημιουργία σε ένα φωτεινό παρόν και μέλλον με έντονο το στοιχείο του ποιείν.

Στη συνέχεια της εργασίας θα γίνει αναφορά σε δύο ποιήματα με κοινή ποιητική θεματική, τη ζεύξη ποντικιού(τρωκτικού) με πουλιού. Το πούλι η φτερωτή ενσάρκωση της ποιητικής δημιουργίας της Ελένης Βακαλό, ενώνεται με ένα τρωκτικό. Ένα καλλιτεχνικά και διανοητικά εξόριστο φυσικό πλάσμα που ενσαρκώνει τις φοβίες και τις προκαταλήψεις των ανθρώπων αιώνες τώρα.

Κοιτάζοντας ένα σπουργίτι μου φάνηκε

Συχνά το σπουργίτι μου φαίνεται γρήγορο γκρίζο ποντίκι όταν περνά, μεγάλη δεν είναι η διαφορά, ευκίνητο ωραίο και το ποντίκι που το φοβόμαστε γι’ αυτό δεν βλέπομε τόσο που μοιάζουν με τα πουλιά

 

 

Θέλω να πω Στις αποστάσεις πληθαίνουν οι αισθήσεις μας αν άλλες θυμί-

ζουν γνωστές

Κι ακόμη,

Ένα πουλί πληγωμένο είναι πιο ελαφρύ

Όπως μια γυναίκα αγκαλιασμένη στον ύπνο;

(το άλλο του πράγματος, Γενεαλογία, 105 σελίδα)

 

Το άτιτλο αυτό ποίημα, ένθετο στην ποιητική συλλογή Γενεαλογία (1971) χαρακτηρίζεται από στίχους-φράσεις και διαρθρώνεται σε δύο στροφικά επίπεδα-ενότητες. Γραμμένο το 1971 όταν η Ελένη Βακαλό ήταν 50 χρόνων, το ποίημα αυτό αποτελεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό δείγμα γραφής της ποιητικής της δημιουργίας. Κύριοι πρωταγωνιστές πλάσματα της φύσης που συνδιαλέγονται με τις ανθρώπινες αισθήσεις, σε ένα ποιητικό παιχνίδι αυταπάτης και συνειρμικότητας.

Πιο συγκεκριμένα, το εν λόγω ποίημα εκ πρώτης όψεως χαρακτηρίζεται άτιτλο. Ωστόσο ο πρώτος του στίχος μπορεί να λειτουργήσει αντάξια ως τίτλος. Αυτό συμβαίνει καθώς ο πρώτος και ο δεύτερος στίχος νοηματικά επαναλαμβάνονται με μόνη διαφορά τη χρονική τους διατύπωση. Το ‘’Κοιτάζοντας ένα σπουργίτι μου φάνηκε’’ αυτοχαρακτηρίζεται από ένα στιγμιαίο χρονικά αόριστο, μια μεμονωμένη κατάσταση-εμπειρία του ποιητικού εγώ. Σε πλήρη αντίθεση ο δεύτερος στίχος ξεκίνα με το επίρρημα συχνά και χαρακτηρίζεται από έναν εξακολουθητικό ενεστώτα (φαίνεται), δηλώνοντας κάτι επαναλαμβανόμενο και γνώριμο. Η πρώτη στροφική ενότητα απαρτίζεται από γκροτέσκο αναφορές όπως εγώ-εμείς καθώς και σπουργίτι-ποντίκι. Αντιθετικές φαινομενικά ζεύξεις που στροβιλίζονται στη δίνη ενός ποιητικού φαίνεσθαι και είναι. Μια εμπειρία προσωπική σε α’ ενικό, μια ποιητική αλληλουχία δομημένη στην οπτική εμπειρία (φάνηκε). Δύο συμβολικές παρουσίες που απαντούν σε ενδόμυχους φόβους (φοβόμαστε) και συγκεράζονται με διανοητικά παιχνίδια.

Συχνά για το ποιητικό εγώ το σπουργίτι φαίνεται να ταυτίζεται με ένα γρήγορο γκρίζο ποντίκι. Ένας συνταυτισμός φαινομενικά αδύνατος που όμως ποιητικά γεφυρώνεται με σκοπό την αποδέσμευση των υποκειμενικών-λανθασμένων κριτηρίων που ο άνθρωπος ορίζει (φόβος- προκατάληψη)12. Στεγανά που δεσμεύουν την κρίση του και τη δημιουργικότητα του. Ομοιότητα πουλιού και ποντικιού που προκύπτει μέσα από ένα σχήμα άρνησης ‘’μεγάλη δεν είναι η διαφορά’’. Το πουλί ένα καταξιωμένο και κοινά αποδεκτό πλάσμα της φύσης, με θρησκευτικές και καλλιτεχνικές προεκτάσεις, ταυτίζεται ποιητικά και αντιπαραβάλλεται με τη χρήση της λογικής και του συναισθήματος με ένα γκρίζο (άχρωμο) ποντίκι, ευκίνητο και ωραίο σύμφωνα με το ποιητικό εγώ. Ένα πλάσμα (ποντίκι) που το φοβόμαστε (α’ πληθ.). Ένας φόβος που καθορίζει και προδικάζει (για αυτό δεν βλέπομε) τη μοίρα αυτού του πλάσματος. Ένα συναίσθημα μύχιο που εμποδίζει την οπτική αίσθηση και ευθύνεται για έναν άκριτο διαχωρισμό ανάμεσα σε δύο πλάσματα της φύσης.

Ωστόσο, στη δεύτερη στροφική ενότητα οι αισθήσεις (πληθώρα) έρχονται σε αντιπαραβολή με το φόβο (μονάδα). Στις αποστάσεις πληθαίνουν οι αισθήσεις (υπερβατό σχήμα) σύμφωνα με το ποιητικό εγώ (θέλω να πω). Η απόσταση σε συνεργασία με τις αισθήσεις (αισθήσεις αρχετυπικές και όχι εκφυλισμένες- αν άλλες θυμίζουν γνωστές), είναι αυτές που ευθύνονται για αυτόν τον συνταυτισμό. Ένας συγκερασμός καθαρά διανοητικός και συμβολικός γης και ουρανού. Αισθήσεις που πλουτίζουν μέσα από μια προσομοιωτή παραβολή αναμεταξύ τους (θύμιζαν)13.

Ταυτόχρονα αναρωτιέται το ποιητικό εγώ, ένα πουλί πληγωμένο-πούλι ευάλωτο και τρωτό είναι πιο ελαφρύ όπως μια γυναίκα αγκαλιασμένη στον ύπνο; Ένας διανοητικός συλλογισμός σημαίνον σημαινόμενου που φέρνει σε σύγκλιση ένα πουλί πληγωμένο και μια αγκαλιασμένη γυναίκα</span>14. Μια σύγκλιση και μια ταύτιση που προκύπτει λεκτικά μέσα από τις μετοχές πληγωμένο και αγκαλιασμένη. Λέξεις αμφίσημες που τονίζουν την ευαίσθητη πτυχή των ηρώων, φύσεις που κυριεύονται εύκολα. Ένα δίπτυχο εικόνων, ένας παραλληλισμός γυναίκας και πουλιού που κλειδώνει και ταυτίζεται με την ελληνική παράδοση (δημοτικό τραγούδι). Ένα πούλι ωστόσο αντιλυρικό καθώς σχετίζεται με την ανοίκεια φύση του και χαρακτηρίζεται ως πληγωμένο-όχι ελεύθερο και ωραίο. Παγιδευμένες ψυχές με καταπιεσμένα θέλω σε ένα ποιητικό παιχνίδι έρωτα-ελευθερίας .
/span>14. Μια σύγκλιση και μια ταύτιση που προκύπτει λεκτικά μέσα από τις μετοχές πληγωμένο και αγκαλιασμένη. Λέξεις αμφίσημες που τονίζουν την ευαίσθητη πτυχή των ηρώων, φύσεις που κυριεύονται εύκολα. Ένα δίπτυχο εικόνων, ένας παραλληλισμός γυναίκας και πουλιού που κλειδώνει και ταυτίζεται με την ελληνική παράδοση (δημοτικό τραγούδι). Ένα πούλι ωστόσο αντιλυρικό καθώς σχετίζεται με την ανοίκεια φύση του και χαρακτηρίζεται ως πληγωμένο-όχι ελεύθερο και ωραίο. Παγιδευμένες ψυχές με καταπιεσμένα θέλω σε ένα ποιητικό παιχνίδι έρωτα-ελευθερίας .

Το ποίημα αυτό, ένα ποίημα αμφισβήτησης με έντονη την αρχή της προσομοίωσης και της μεταμόρφωσης παρουσιάζει ένα νέο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων. Με αφορμή το φυσικό προσκήνιο και τα πλάσματα που το συνθέτουν η ποιήτρια Ελένη Βακαλό έχει ως σκοπό την αποδέσμευση της κρίσης και της δια-νοήσης από εκφυλισμένες και αλλοτριωμένες αισθήσεις και μύχια συναισθήματα που ευθύνονται για τον πνευματικό σκοταδισμό. Ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα που συγκλίνει τόσο με τις ποιητικές αρχές της Ελένης Βακαλό όσο και με τις διδαχές της μεταπολεμικής γενιάς στην οποία εντάσσεται. Μια γενιά που φέρει το βάρος της ηθικής και υλικής καταστροφής ενός παγκόσμιου πολέμου, μια γενιά που έδωσε νέα πνοή σε πρόσωπα αποσυνάγωγα- καλλιτεχνικές φωνές του περιθωρίου που κατηγορήθηκαν είτε ως ακραίες(Καβάφης) είτε ως αναχρονιστικές(Καρυωτάκης) από τους προκατόχους15.

Επομένως, θα μπορούσαμε μέσα από μια τολμηρή αναγωγή να επικαλεστούμε ζήτημα συνταυτισμού ποντικιού με αποσυνάγωγων και εξόριστων προσώπων. Το υποσυνείδητο (φόβος) που ανάγεται στο συνειδητό και είναι υπεύθυνο για τις άλογες κρίσεις μας είναι αυτό που τονίζεται και υπογραμμίζεται στο ποίημα. Ενέργειες που καταδεικνύουν τη μονομέρεια σε ένα κόσμο, μια κοινωνία και έναν πολιτισμό του ωραίου φαίνεσθαι και του κενού είναι. Ένα ποίημα που σκοπό έχει την εξύψωση της νόησης μέσα από τα μονοπάτια των αισθήσεων. Ένα ποίημα-μια φωνή που αποδεσμεύεται από τις βασανιστικές προλήψεις και την έως τώρα γνωστή αλήθεια-πραγματικότητα. Μια μαρτυρία που επουλώνει τις πληγές μιας άρρωστης κρίσης και την ανάγει σε ανώτερο επίπεδο.

 

 

Σε παρόμοιο ποιητικό μοτίβο κινείται και το επόμενο άτιτλο ποίημα.

 

Με το γυμνό κεφάλι του και τις μικρές ψιλές φωνές, τις γρήγορες του λάρυγγά

Διασχίζοντας –τι γρήγορα-τις ζώνες του καιρού

Όχι με μιας

Με πάλεψε, σ’ όλο το σώμα μου έσκαψε για τα όμοια του φωλιές

Κι έγινα κατοικία άγριων πουλιών

Στη μέση ερημιάς

Τώρα εκεί θα κατοικεί τ’ ωραίο πουλί

Σ’ ένα κουβάρι συνωστίζεται αναπνοής

Το τρωκτικό των θεμελίων

 

Το ποίημα αυτό διανθίζει με την παρουσία του την ποιητική συλλογή Η έννοια των τυφλών (1962). Ένα δείγμα γραφής με εμφανή τα ποιητικά στοιχεία της Ελένης Βακαλό. Χαρακτήρες, μοτίβα και ποιητικά εγώ που καθιστούν την ποίηση της Βακαλό μοναδική με έντονο το προσωπικό στοιχείο.

Συγκεκριμένα, το ακέφαλο αυτό ποίημα κατακλύζεται από την παρουσία άγριων πουλιών που επιδιώκουν την κατάληψη ενός σώματος. Άγρια πουλιά που συνδιαλέγονται με τρωκτικά θεμελίων. Μαχητικά και ανήμερα πουλιά που συνεχώς μετασχηματίζονται.

Το ποίημα διαρθρώνεται σε δυο στροφικά επίπεδα. Κυρίαρχο μοτίβο η ζεύξη πουλιού-ποντικιού, με παρασκηνιακή αναφορά το σώμα.

Με το γυμνό κεφάλι του και τις μικρές ψιλές φωνές, τις γρήγορες του λάρυγγά: οι πρώτοι στίχοι του ποιήματος μαρτυρούν μια περιγραφική αναφορά. Ανατομικές και ακουστικές πληροφορίες ενός πολυδιάστατου πλάσματος. Οι πληροφορίες και οι ποιητικές αυτές αναφορές φαινομενικά συγκεράζονται με τα άγρια πουλιά της πρώτης στροφικής ενότητας. Ωστόσο, θα μπορούσαν να ταυτίζονται με την περιγραφή ενός ποντικιού- Το ποντίκι ένα πλάσμα με γυμνό κεφάλι χαρακτηρίζεται από τις γρήγορες ψιλές φωνές του λάρυγγα, περιγραφή που εφαρμόζει και στο μικρόσωμο πούλι του ποιήματος.

Όχι με μιας-με πάλεψε: Το ανοίκειο αυτό πλάσμα που παρουσιάζεται μέλος ενός σμήνους16 (όμοια του), δίνοντας μια μάχη (πάλεψε) κατάφερε να κυριεύσει ένα σώμα. Το σώμα σαν ένα κάστρο γίνεται κατοικία για αυτά τα άγρια πουλιά. Ένας χώρος ασφαλείας, ζωτικής σημασίας στη μέση ερημίας. Το σώμα17 για την Ελένη Βακαλό είναι ένα δοχείο γνώσης και απαρχής των πάντων. Σύμβολο αρχετυπικό και πηγή πάνω στην οποία η Βακαλό στηρίζει την έννοια της προσομοίωσης. Σημαντικό είναι ακόμα το γεγονός ότι το σώμα αποτελεί ένα δίπτυχο εννοιών- Μέσα του φωλιάζει η έννοια του ωραίου-φωτείνου και του κακού-σκότος. Ένα σώμα που υπερβαίνει τη βιολογική του ταυτότητα και ανάγεται σε έννοια πολυπλοκότερη, αγγίζοντας την ψυχική και υποσυνείδητη εμβέλεια του. Ένα καταφύγιο για άγρια πουλιά με έντονο το ένστικτο της επιβίωσης.

Η επόμενη στροφική ενότητα αποφασιστική και οριστική ξεκινά με την λέξη τώρα.

Τώρα εκεί θα κατοικεί τ’ ωραίο πουλί: το άγριο πουλί της προηγούμενης ενότητας μέλος ενός συνόλου, πλέον εξημερώνεται και συνδιαλέγεται με την έννοια του ωραίου. Τοπικός προσδιορισμός η λέξη εκεί. Μέσα στο σώμα του ποιητικού εγώ σε ένα κουβάρι συνωστίζεται αναπνοής το τρωκτικό των θεμελίων. Ένα τρωκτικό με την ιδιότητα της αποίκησης και της εκμετάλλευσης ενός σώματος προς ιδίων όφελος.

Τα άγρια πουλιά πλέον συνδιαλέγονται με την έννοια του ωραίου και της απόκτησης μιας ιδιαίτερης φύσης. Από πουλιά-ουράνια όντα μετασχηματίζονται σε επίγεια πλάσματα. Μια χαρακτηριστική ποιητική αναφορά της σημασίας των αντιθετικών ζεύξεων που κατακλύζουν το έργο της Ε. Βακαλό.

Τα πολυδιάστατα αυτά άγρια πουλιά με αμφίσημη ερμηνεία, αντικατοπτρίζουν τα θέλω και τις ανάγκες του ποιητικού εγώ. Τα πουλιά φωλιάζουν στο σώμα, το καταδυναστεύουν και εξαρτώνται από αυτό. Με παρόμοιο τρόπο τα ένστικτα μας, οι σωματικές και πνευματικές μας ανάγκες εμπεριέχονται στο σώμα, πορεύονται μαζί του βρίσκοντας καταφύγιο σε αυτό.

Το ποίημα αυτό αποτελεί μια παραδοχή της ύπαρξης εσωτερικών δυνάμεων μέσα στο ανθρώπινο σώμα. Δυνάμεις, αρχετυπικές επιθυμίες και ανάγκες φυλαγμένες καλά στα συρτάρια του ασυνείδητου. Ένα ποίημα με έντονες τις φροϋδικές επιρροές, σε μια εποχή-20ος αιώνας –που ο άνθρωπος στράφηκε στην αναζήτηση του αρχετυπικού και ζωώδες εαυτού του με σκοπό την ερμηνεία των πράξεων του. Ένα ποίημα ωστόσο διαχρονικό με αναφορές και στη γυναικεία ταυτότητα, τονίζοντας την πολύπλευρη και άγνωστη φύση του γυναικείου φύλου. Ένα ποίημα, μια υπενθύμιση της άρρηκτης σχέσης ανθρώπου-φύσης. Αιώνες εξέλιξης και πνευματικής εξύψωσης δεν κατάφεραν να τιθασεύσουν και να παραμερίσουν το κάλεσμα των άγριων πουλιών-του αληθινού εαυτού μας.

Το ποίημα αυτό κλείνοντας, αποτελεί μια προτροπή της Ελένης Βακαλό στον σύγχρονο άνθρωπο. Μια πρόκληση με σκοπό τη θέαση των διαφορετικών εσωτερικών πτυχών του. Μια διαδικασία αυτογνωσίας και συνειδητής γνώσης των αναγκών του. Η σύγχρονη εκδοχή της κοινωνίας μας, μια κοινωνία εξωραϊσμένη, βασίστηκε στην εσκεμμένη άγνοια και αδιαφορία των μύχιων καλεσμάτων του ανθρώπου. Θρησκευτικοί και κοινωνικοπολιτικοί παράγοντες που επέφεραν στον άνθρωπο έναν εσωτερικό μεσαίωνα και μια τυφλότητα του αληθινού του εγώ. Από αυτή την εσκεμμένη και αναχρονιστική σύμβαση επιδιώκει η Ελένη Βακαλό να αποδεσμεύσει τον σύγχρονο άνθρωπο. Μια προσωπική κραυγή με άξονα τις αντιθετικές δυνάμεις που δρουν υπογείως-στα θεμέλια. Μια ποιητική φωνή οικουμενικού χαρακτήρα με κέντρο την αθέατη πλευρά του ανθρώπου.

 

 

 

 

 

 

Έργο του Έλληνα ζωγράφου Γιάννη Γαΐτη (1923-1984).

 

Το φεγγάρι ανεβαίνει τη νύχτα

Μα πίσω απ’ τα βλέφαρα πιο σκοτεινή

Ανεβαίνει ακόμη μια νύχτα

(Το άλλο του πράγματος-Γενεαλογία 119 σελ).

 

Αναμφίβολα, το ποίημα αυτό λειτουργεί αντάξια ως αυλαία για την εργασία μου πάνω στην ποίηση της Ελένης Βακαλό. Μια εργασία-ευκαιρία που μου έδωσε την δυνατότητα να γνωρίσω μια από τις λίγες Ελληνίδες ποιήτριες του 20ου αιώνα. Μια φωνή ποιητική με διαχρονική εμβέλεια. Η Ελένη Βακαλό μέσα από τα ποιήματα της που αποτελούν ένα κειμενικό συνεχές, εστιάζει στο γένος των ανθρώπων. Ένα γένος που αποδεσμεύεται από την άκρα αυτοαναφορικότητα και δεν αποτελεί μνεία στο πρόσωπο. Ποιήματα παράλογα και ‘’δύσκολα’’ που διαρρηγνύουν γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες παίζοντας με όρους και λεκτικούς συνταυτισμούς. Ποιήματα χωρίς αφηγηματικό επιμύθιο, απλώς μια αντικειμενική μαρτυρία της φύσης- της ζωής- των πραγμάτων. Ποιήματα-κόλαζ εικόνων από μία τεχνοκριτικό όπως η Ελένη Βακαλό που αρχή της είναι η μετατροπή και η έννοια της προσομοίωσης. Για αυτήν τίποτα δεν εξαφανίζεται ή δεν πεθαίνει, απλώς μετασχηματίζεται σε ένα ατέρμονο ταξίδι αισθήσεων και ονείρων.

Σύμμαχος της μια λέξη-ένα πουλί με αρχετυπικό βάρος. Μια εκμαυλιστική γραφή που ξεπερνά τα στενά όρια του βερμπαλισμού και κατακτά την οικουμενικότητα. Μια γνήσια φωνή του μεταπολεμικού ρεύματος που απέδειξε πως ο άνθρωπος μέσα από τις στάχτες και τη σκόνη των ερειπίων του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου θα μπορέσει να αναγεννηθεί και να διαμορφωθεί εκ νέου γνωρίζοντας τον ενδόμυχο εαυτό του και αποδέχοντας τα λάθη του-(Αυτό αφήνουμε την ιστορία και το πλήρωμα του χρόνου να το αποδείξει).

Αυτή ήταν η Ελένη Βακαλό, μια γυναίκα, μια καλλιτέχνης, ένας άνθρωπος που πιστεύει πως η ποίηση είναι παντού. Μια δημιουργία που δεσμεύεται από τη μαγεία και μας οδηγεί στην θέαση του εγώ μας. Ένας πνευματικός και σωματικός ιλλουμινισμός που ανάγει το ανθρώπινο είδος σε θεϊκές διαστάσεις ξεπερνώντας τη θνητή του φύση, μένοντας στην αιωνιότητα δια μέσου της τέχνης.

η ποίηση είναι παντού-και στα πιο κοινά πράγματα. Αυτή τη μαγεία δεν είναι ανάγκη να τη ζητούμε με φυγές. Ο σκοπός είναι να τη δούμε σε όλα γύρω μας, και αυτό είναι το θέμα όλο. (Συνέντευξη στο Μ. Μήτρα-Γ πρόγραμμα 1992).

 

 

 

************

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1 . Φράση παρμένη από μελέτη του Δ.Ν Μαρωνίτη με τίτλο Υπεροψία και μέθη (ο ποιητής και η ιστορία, ένθετη στο βιβλίο Δεκαοκτώ κείμενα.

2 .Δήλωση που έκανε η ίδια στην εκπομπή << Μονόγραμμα>>, αρχείο ΕΡΤ.

3 .Δήλωση που έκανε η ίδια στον δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο , στην εκπομπή <<Νυκτερινός Επισκέπτης>>, αρχείο ΕΡΤ.

4 .Πληροφορία από το βιβλίο Φιλολογικά σαλόνια και καφενεία της Αθήνας, του Γιάννη Παπακώστα.

5 .Η νεότερη ποίηση-θεωρία και πράξη, του Τάκη Καρβέλη (159 σελ).

6 .Νοσταλγοί και πλαστουργοί, της Ελισάβετ Αρσενίου (353-354 σελ).

7 .Α’ Εισαγωγή στην νεότερη ποίηση-Β΄Γύρω από τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, του Αντρέα Καραντώνη (295 σελ).

8 .Ποιητική συλλογή γραμμένη το 1962, ένθετη στο σύγγραμμα Το άλλο του πράγματος.

9 Η Φυτική Αγωγή εντάσσεται στην ευρύτερη ποιητική συλλογή Πριν από τον λυρισμό.

10 Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας: Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Αθήνα, Πατάκης 2007.

11 Έργο του ισπανού υπερρεαλιστή ζωγράφου Σαλβαδόρ Νταλί.(1904-1989).

12 Αρχή προβολής-μεταβίβασης σύμφωνα με τον Φρόιντ.

13 Μαρία Κακαβούλια, Μορφές και Λέξεις, κεφ. 7 (Η ποιητική των αισθήσεων).

14 Γυναίκα-ασθενές φύλο.

15 Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα, Ερμής, Αθήνα 2006.

16 Μονάδα μέλος ενός συνόλου- Τις πρώτες ώρες που περνάνε στο ποίημα οι τυφλοί- Η έννοια των τυφλών.

17 Μαρία κακαβούλια, Μορφές και λέξεις, κεφάλαιο 7-Η ποιητική των αισθήσεων.

 

 

 

 

**************

 

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ο Χαράλαμπος Οταμπάσης γεννήθηκε το 1990 στην Αθήνα. Είναι τελειόφοιτος της Ελληνικής Φιλολογίας. Έχει ζήσει μέχρι την εφηβεία του στην Κω, έπειτα στην Κεφαλονιά και σήμερα στην Κομοτηνή.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles