ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΜΕΘΟΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Απο το εργαστήριο «Ποίηση και Σκιές»
της Αλεξάνδρας Ζαμπά
στο «Κέντρο Ημερήσιας Ψυχικής Φροντίδας Boemondo», στη Ρώμη
Μετάφραση ποιημάτων στα ελληνικά Αλεξάνδρα Ζαμπά
8.
ΑΓΧΟΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ
Πήγαινε έλα μπροστά πίσω στο κενό
Πίσω μπροστά και το ρολόι είναι σταματημένο
Είναι σταματημένο;
Κοιτάζω τους αδρανείς δείχτες
με κοιτάζουν
Το ψαλλίδι δεν διευρύνεται
οι αιχμηρές σκέψεις μένουν καβάλα
κρύβουν την ώρα που περνά
Που δεν περνά
Το άγχος καθυστέρησης δεν περνά…
9.
Η ΖΩΗ ΠΕΡΝΑ´
Αργά και σιωπηλά, γυρίζεις το κεφάλι και η ζωή άφαντη
Βλέπω αραιά τα παιδιά, τα τριαντάφυλλα και τα λίλιουμ μαραίνονται
στην αναμονή ο ήλιος μετατρέπεται φεγγάρι και
το σκοτάδι απλώνεται
Οι σκέψεις επικαλύπτονται
οι δικές μου, οι δικές σου αναμειγνύονται
συνυφαίνονται οστεώδη δάκτυλα
τρέχουν εδώ και εκεί –βρυχούνται
μέχρι που η αυγή ξανοίγει
13.
ΘΥΜΑΣΑΙ
Με θυμάσαι;
Ήμασταν ξένοι το καλοκαίρι των ονείρων
Λευκά σεντόνια μας τύλιγαν
μας ζέσταιναν αρωματισμένες κουβέρτες
ρόζ ήταν το φως και τα φτερά πετούσαν
14.
Η ΤΑΦΡΟΣ
Η τάφρος, κομμάτια συρματόμπλεγμα
χωρίζουν δύο χώρες.
Είμαστε, απο πολύ καιρό είμαστε στον ποδόγυρο του αγώνα:
βαρύς πέφτω ανάσκελα – γύρω όλα ουρανός
κάποια ελπίδα γκρίζα φύλλου ελιάς
Καταδικασμένος σαν ελέφαντας
κοιτάζω με απόγνωση το ύψος όλο
Αργά ένα κεφάλι εμφανίζεται
απομακρύνεται ταχέως
παραμένει μόνο λάμψη ηλίου στα μαλλιά
ξαναγυρίζει ο ήλιος πιέζει τους κροτάφους.
Αγγίζω τον ακατέργαστο τοίχο, το κρύο της τάφρου
κάθε πετραδάκι, της γης κάθε σβόλο
αισθάνομαι αναβίωση, όλα γύρω κοινούνται:
καμπυλωτές και ισχυρές ρίζες κινούνται
με προσκαλούν να βγώ απο την τάφρο
Ο ουρανός, τα φύλλα και κάποια λευκά σύννεφα
ταρακουνούν την όραση.
Η τάφρος παραμένει αδιάβατο σύνορο
μένει αδιαπέραστο τείχος
κομμάτια αγκαθωτού σύρματος γυαλίζουν από ψηλά
η τάφρος σκοτεινή και έξω το φως,
φως αγκαθωτό, σφίγγει οδυνηρό στέμμα,
η οργή της ανικανότητας ακινητοποιεί το σώμα
20.
Η ΖΩΗ ΔΥΕΙ
Κάθε βράδυ ανανεώνεται η αναμονή της αυγής
το παράθυρο μένει κρεμασμένο επ άπειρον
η νύχτα προχωρεί και η ζωή δύει
φέρνει μαζί της τις σκιές, σκιές
στο βρόμικο δρόμο αφήνουν αποτυπώματα
τα μαλλιά και η φούστα μου
το χέρι μου και η τρελή ουρά των σκύλων
ανεβαίνουν στους τοίχους, κάνουν παραξενιές
φιγούρες τρομακτικές μακραίνουν τον χρόνο
Κάθε νύχτα ανανεώνεται η αναμονή της αυγής
Να συλλάβουμε το φως που ασπρίζει τις σκιές
εκείνη την αχτίδα που προδίδει την μέρα
25.
ΑΡΓΑ Η ΓΡΗΓΟΡΑ ΦΤΑΝΕΙ
Έρχεται αργά η γρήγορα η στιγμή για το νυστέρι
ανοίγει παράθυρα στο σώμα και παρακολουθεί
το αρχιπέλαγος της ψυχής
εξετάζει τον απολιθωμένο πόνο της αβύσσου
Ανοίγει διάβαση στην τρυφερή σάρκα
διαπερνά ποτάμια με ανιχνευτές γεωτρήσεις
ασταμάτητα τρυπά τα βάθη
και εγώ άφωνος περιμένω τις ειδήσεις
σίγουρος ότι σε λίγο, το κενό φτάνει
34.
Η ΜΗΤΕΡΑ Η ΑΓΝΩΡΗ
Κάθε μέρα που περνά την γνωρίζω και λιγότερο
Αναρωτιέμαι τι δεν πάει και με κοιτάζει στραβά
και είναι νευρική και στριγγλίζει, δεν την καταλαβαίνω.
Κατά βάθος τι δεν μου λέει
τι μου κρύβει, πώς είναι αυτή
και πώς οι μητέρες οι άλλες
Ίσως ζητά την αγάπη μου
ίσως δεν την βρίσκει
μετά το θάνατο του πατέρα μου, ίσως
της λείπει εκείνος, ίσως κάτι άλλο,
ίσως γυρεύει εμένα, ή κάποιον άλλον
διαφορετικόν απο εμένα
μετά απο τόσα χρόνια μαζί, δεν την καταλαβαίνω
38.
ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΠΩΣ ΓΡΑΦΕΤΑΙ;
Πώς να υποδυθείς στο πάλκο της ζωής
ποια η συγκίνηση, ανασκαφή, συλλογισμό
λέξεων που μας κυριαρχούν
και ψαχουλεύουν τα βάθη
της θάλασσας που είμαστε εμείς
Συχνά δίχως πετονιά και ούτε γάντζο