`
Χειμωνιάτικο φεγγάρι
Χειμωνιάτικο φεγγάρι που από το ρόδι
μέσα απ’ του σπιτιού τα τζάμια τρυπώνει αργά
στους ύπνους μου τους βιαστικούς σαν τον κλέφτη
πάντα κυνηγημένος κι έτοιμος πάντα να το σκάσει.
Σαν πέπλο δακρύων σε θαμπώνει
και σύντομα θα σημάνει η ώρα…
Μακριά
πέρα από τις όχθες μας, πέρα από τις ισχνές
εποχές που με κίνηση παλίρροιας
καταπονώντας μας θανάσιμα μας εξυψώνουν
και μας ταπεινώνουν, ύστερα θα λάμπεις ολόχαρο
εσύ, χρυσαφένια επιγραφή στο τελευταίο πανδοχείο
λάμπα πάνω στο ανέγγιχτο τραπέζι
που στο φέγγος της τα πρόσωπα σε κύκλο
θα ξαναδώ ένα προς ένα καθώς ένας στρόβιλος
κενός κι ανήλεος με καταπίνει.
`
***
Με κατεβασμένη αυλαία
Όταν σε αγαπούσα ονειρευόμουν τα όνειρά σου.
Κοιτούσα τα υπνωμένα βλέφαρα,
τις βλεφαρίδες μ’ ένα ελαφρύ πετάρισμα.
Καμιά φορά
είναι με κατεβασμένη αυλαία που ξετυλίγεται
με ηθοποιούς πρωτάκουστους και φωταψίες
- το θάμα.
`
***
Μπαίνω σε τούτη την αγάπη, σαν σε καθεδρικό ναό
Μπαίνω σε τούτη την αγάπη, σαν σε καθεδρικό ναό,
σαν σε φάλαινας τη σκοτεινή κοιλιά.
Με ρουφά της θάλασσας ένας ήχος, κι απ’ τις περιστροφές
ρέει ένας αρχαίος ύμνος που χύνεται στη φωνή μου.
Εσύ, τυχαία διαλεγμένος από τη μοίρα, τώρα είσαι ο μόνος,
ο πατέρας, ο γιος, ο άγγελος κι ο διάβολος.
Βουλιάζω μέσα σου βαθιά, η πιο απαραίτητη αγκαλιά,
και μένουν τα χείλη σου όνειρα ξεθωριασμένα.
Πριν μπω στο μεγάλο κλίτος,
ζούσα ευτυχισμένη, χαιρόμουν με τα λίγα.
Όμως η δέσμη του φωτός σου, σαν τεράστιο σπαθί,
εξορίζει στο τίποτα κάθε τι που δεν είσαι.
`
***
Η ημιτελής
Θ’ αφήσω κι εγώ τη δική μου «Ημιτελή».
Θα είναι απλώς η ζωή μου.
Θ’ αφήσω με την έννοια ότι κάτι μένει.
Θ’ αφήσω με την έννοια ότι κάτι χάνεται.
Κάθε άνδρας πεθαίνοντας, κάθε γυναίκα
αφήνει ατέλευτα τα πλείστα. Ο θάνατος χτυπά
ύπουλα και ξαφνικά. Γλάροι που έχουν για πάντα
πληγωθεί, στύλοι που έχουν σπάσει.
Καταγράφει, κανείς, το «άγραφο»;
Ελπίδες ακόμα ζωντανές, βιβλία που δεν τελειώσαν,
ροή που διακόπτεται. Μα πάνω απ’ όλα
τα παιδιά, άγνωστα σε μας για πάντα πεπρωμένα.
`
***
Διαθήκη
Αφήστε με μόνη με το θάνατό μου.
Λέξεις σε ρε ελάσσονα πρέπει να μου πει
που δεν γνωρίζουνε τα λεξικά σας.
Λέξεις αγάπης άγνωστες ακόμη και στον Πετράρχη,
εκεί όπου ο έρωτας είναι αψεγάδιαστος χρυσός,
κόσμημα ανάρμοστο για τους ανθρώπινους καρπούς.
Εγώ κι ο θάνατός μου μιλούμε σαν παλιές φιλενάδες
γιατί από τη γέννηση τον είχα κοντά μου.
Σύντροφοι στα παιχνίδια και στα διαβάσματα
μαζί χαϊδέψαμε τους ίδιους άντρες.
Σαν μεθυσμένος αετός απ’ τα ψηλά των ουρανών,
μόνο εκείνος μου αποκάλυπτε τ’ ανθρώπινα μέτρα.
Τώρα θα μου διδάξει άλλα μέτρα
που μεσ’ στο κλουβί των έξι αισθήσεων στριμωγμένη
άδικα ρωτούσα χτυπώντας το κεφάλι μου στις μπάρες.
Είναι θλιβερό την κόρη μου και το βιβλίο ατέλειωτο ν’ αφήσω,
όμως παρηγοριά κι όρκο γελώντας εκείνος μου δίνει
πως θα σωθεί ό,τι είναι να σωθεί.
`
***
Τίποτα απ’ το τίποτα
Ξερίζωσέ μου την υποψία
πως είμαι ένα τίποτα, πιο τίποτα απ’ το τίποτα.
Δεν υπάρχουν ούτε οι θύμησες.
Δεν υπάρχουν ουρανοί.
Μπροστά στα μάτια μου ένα οροπέδιο χιονιού,
μέρες αναρίθμητες, κρύσταλλοι
ενός χιονιού που εξανεμίζεται στον ορίζοντα
- κι ο ορίζοντας δεν υπάρχει -
`
********************************************************************
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Η ποιήτρια Μαρία Λουίζα Σπατσιάνι, (Τορίνο 1924 – Ρώμη 2014), έζησε στη Μεσίνα, το Μιλάνο, το Παρίσι και κατόπιν στη Ρώμη, όπου είχε μια έντονη εκδοτική δραστηριότητα. Δεκαεννέα χρονών, φοιτήτρια ακόμα, ίδρυσε και διηύθυνε το περιοδικό «Il Girasole» που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε «Il dado». Στο περιοδικό αυτό η ίδια δεν δημοσίευσε ποτέ κείμενά της. Εκείνα τα χρόνια γνωρίζεται με ποιητές όπως ο Ουμπέρτο Σάμπα, ο Σάντρο Πένα, ο Λεονάρντο Σινισγκάλι, η Βιρτζίνια Γουλφ, ο Βάσκο Πρατολίνι και ο Έζρα Πάουντ. Το 1949, σε μια διάλεξη για την ποίηση στο Τορίνο, γνωρίζει τον Εουτζένιο Μοντάλε και η γνωριμία τους εξελίσσεται σε σχέση ζωής. Η Σπατσιάνι είναι «la Volpe», η Αλεπού, η μυθική φιγούρα της ποίησης του Μοντάλε.
Η ίδια θυμάται την πρώτη τους συνάντηση: «Είχα ακούσει να μιλούν άσχημα γι’ αυτόν: έλεγαν πως ήταν μισάνθρωπος, μισογύνης, καθόλου φιλικός, πως δεν χαμογελούσε ποτέ. Αλλά τότε ο ραδιούργος άγγελος μού τον έστειλε στο Τορίνο, και από περιέργεια πήγα σε μία του διάλεξη …Καθώς ήμουν έτοιμη να φύγω, ο διευθυντής μού λέει: Μείνετε γιατί θέλουμε να παρουσιάσουμε στον Μοντάλε τους νέους ποιητές του Τορίνο. Εγώ δεν ένιωθα ποιήτρια, επειδή δεν είχα τίποτα δημοσιεύσει κι άλλωστε ήμουν πολύ φοβισμένη. Τότε συνέβη κάτι πολύ παράξενο, που ούτε εγώ ούτε κι ο ίδιος ο Μοντάλε καταφέραμε να καταλάβουμε τα επόμενα χρόνια. Ήμασταν έξι άτομα στη σειρά̇ εκείνος περνούσε, έδινε το χέρι του με χαμηλωμένο το βλέμμα χωρίς να κοιτάζει καταπρόσωπο κανέναν κι έλεγε: Χαίρω πολύ, χαίρω πολύ. Ετοιμαζόμουν να το σκάσω, όταν εκείνος φτάνει μπροστά μου και μόλις ακούει το όνομά μου υψώνει το βλέμμα του και μου λέει: Α, εσείς είστε. Έχω μείνει με κομμένη την ανάσα και λέω την πρώτη κοινοτοπία που μου ’ρχεται στο νου, για να κατανικήσω την αμηχανία: Έρχεστε αύριο για φαγητό σε μένα; Κι αυτός απαντά: Ναι». Από τότε βλέπονταν σχεδόν κάθε μέρα.
Το 1954 δημοσιεύει την πρώτη της ποιητική συλλογή Le acque del Sabato (Τα νερά του Σαββάτου, Mondadori, Lo Specchio). Μεταξύ των κυριότερων ποιητικών της έργων είναι τα ακόλουθα: Luna lombarda (Λομβαρδέζικο φεγγάρι, Βενετία, N. Pozza, 1959), Utilità della memoria (Χρησιμότητα της μνήμης, Μιλάνο, Mondadori 1966), L’occhio del ciclone (Το μάτι του κυκλώνα, Μιλάνο, Mondadori 1970), Ultrasuoni (Υπέρηχοι, Samedan, Munt press, 1976), Poesie, (Ποιήματα, Μιλάνο, Mondadori 1979), Geometria del disordine (Γεωμετρία της αταξίας, Μιλάνο, Mondadori 1981 – Βραβείο Viareggio), Giovanna D’Arco (Ιωάννα της Λωρραίνης, μυθιστόρημα σε οκτάβες, Μιλάνο, Mondadori 1990), Torri di vedetta (Πύργοι της εκδίκησης, Μιλάνο, Crocetti 1992), La radice del mare (Η ρίζα της θάλασσας, Νάπολη, Pironti 1999), La traversata dell’oasi (Το πέρασμα της όασης, Μιλάνο, Mondadori 2002), La luna è già alta (Το φεγγάρι είναι κιόλας ψηλά, Μιλάνο, Mondadori 2006), L’opera poetica, (Το ποιητικό έργο, Μιλάνο, Mondadori 2012).
Άλλα της κείμενα: Donne in poesia (Γυναίκες στην ποίηση, Βενετία, Marsilio, 1992), La freccia (Το βέλος, Βενετία, Marsilio 2000), Montale e la Volpe (Ο Μοντάλε και η Αλεπού, Μιλάνο, Mondadori 2011), Marcel Proust e altri saggi di letteratura francese, (Ο Μαρσέλ Προυστ και άλλα δοκίμια γαλλικής λογοτεχνίας, 1959).