1.-
Γιατί Cioran
Βιδωτός στενάζεις στο μοσχομπίζελο γιατί
Πασχίζεις να ξεσκίσεις με τα δόντια τ΄ άσπρο σάβανο
Να σου θυμίσω το βραδινό τραίνο ξεκινάει μεσάνυχτα
Και σταματάει στο Γιουσουρούμ γύρω στις έξι
Ειλικρινά δεν ξέρω τι μπόμπες σκάνε μέσα στο κεφάλι σου
Αλλά σε κάθε μπουμπουνητό ματώνει η μύτη μου
Τα νήπια ξαφρίσανε βεγγαλικά για να κάψουν στριπτιζάδικα
Η λύσσα σου για καμένες αχυροκαλύβες έπιασαν τόπο
Εμπρός λοιπόν ξεκούνα από την υβριδική σου ευφορία
Σκούζεις στο κενό και η βοή από το θαμμένο μάρμαρο αντηχεί
Ως την προπέλα του παροπλισμένου σου διαστημόπλοιου
Κρατάς απόχη για να συλλάβεις τα κακούργα υπερέντομα
Που στις νυχτόβιες τσάρκες τους μασουλάνε τις άσπρες τρίχες
Από το τετράγωνο κεφάλι σου
Αμπαλάρεις τις λέξεις σου σωρό για να τις κάψουν οι λέκτορες
Τιμημένων κολεγίων που αδειάζουν τη γνώση από την
Χύτρα ταχύτητας και όχι από το καπνισμένο μαυροτσούκαλο
Ξένε εσύ και μιαρέ ανένδοτε παιδιαρίζεις με τις αγωνίες τους
Και φορτώνεις στα τραίνα μαύρο κάρβουνο για να φθάσεις πρωτύτερα
Από τους σαλούς στα Ακρωτήρι των Νέων Αυτοχειριασμένων
*
2.-
Cioran Cioran
΄Η μπήκα σ΄ ένα όνειρο και βρέθηκα εδώ
ή βγήκα από ένα όνειρο και βρέθηκα εδώ.
Και σε βρήκα να γυροφέρνεις εδώ Οιδίποδα Cioran
στους ίδιους κύκλους και στα ίδια τετράγωνα
Στις ίδιες παλιές συνοικίες – όνειρα να βολοδέρνεις
στα κακοτράχαλα σοκάκια με βατραχοπέδιλα
Να σκουντουφλάς σ΄ αγάλματα θεών που ανόητα
περιπαίζουν την υστερία σου για την ποταπότητα
Κοιτάξτε μπρος σας, ελεεινοί, ουρλιάζεις
πίσω σας, γύρω σας, πίσω από τον ώμο του διπλανού σας
Παντού λεγεώνες άυλων πλασμάτων που κατακτούν
το κενό διάστημα
Πέρα από κάθε γνωστό φυσικό νόμο διασαλεύουν την
αρχέγονη τάξη
Με κακεντρέχεια περισσή πολιορκούν το παλάτι
των ψευδαισθήσεων
Κι όταν γκρεμίζουν την Μεγάλη Πύλη και εισβάλλουν
στο αυγό της ολότητας
Επιβάλλουν στον κόσμο σας τον φόβο της υποταγής
*
3.-
Εκεί κάτω Cioran στα ίδια υποπόδια
Μας πατούν και τους πατούμε
Να δούμε το άυλο, ουρλιάζεις, να δούμε το άυλο
μα πως το άυλο να δούμε όταν η σάρκα του
δεν μιλάει στο μάτι όπως άλλα πλάσματα της γης
που μιλούν ή γνέφουν στην όραση σαν αναίσχυντες
παλλακίδες
Και τότε όμως δεν βλέπει κανείς το παν
αλλά μόνο το ξεδιάντροπο κομμάτι που λυσσάει
να επιδειχθεί ανάμεσα στα άλλα πράγματα του κόσμου
για να κολλήσουν πάνω του την ταμπέλα που ποθεί
Να εδώ είμαι φωνασκεί κι εγώ
παλιός ή νέος σύντροφος της τωρινής κατάντιας σας
Αίνιγμα αδέσποτο του απείρου είμαι χαμένο
στα εφιαλτικά χαλάσματα
Φρουρός περήφανος της παντοδύναμης δυναστείας της ύλης
Που κυβερνά αμείλικτα το καθετί σαρώνοντας την
μια ευθεία πίσω από την άλλη
Και τον ενικό με τον πληθυντικό πολτό μαζί διαπερνάει
*
4.-
Μα τελικά δεν ξέρω, μήπως άλλα λες
Και περί άλλων τυρβάζεις
΄Ακου τον κακότυχα Οιδίποδα που
Μάταια του Αχιλλέα τα όπλα αρματώθηκε
για να πολεμήσει τις Ερινύες
Τις κακομούτσουνες στρίγγλες που γλιστράνε
στο μυαλό του σαν οχιές διμούτσουνες
Και βασανίζουν τη σιωπή του με γόους από τα
λαγούμια των νεκρών
Μάταια ο κακότυχος γέροντας του Αχιλλέα τα όπλα
αρματώθηκε γιατί ούτε σπαθί τις κόβει ούτε
δόρυ τις ματώνει ούτε δάγκωμα τις πονεί
Μοναχά το θράσος του μυαλού μπορεί να
τις γκρεμίσει από τις ντάπιες τους
Μα όσο του μίσους τους η ένταση αυξάνει
συσπάται το νεκρό κύτταρο του νου για ν΄ ανοίξει
σαν λουλούδι ψεύτικο στην ανείδωτη φαντασμαγορία
*
5.-
Και τώρα Cioran
Αφού περάσανε τα χρόνια και περισσέψανε οι λυγμοί
Ξέρω τι μας σούρνεις τα χαράματα
Εσείς της ξαναμμένης μάζας εξωμότες λες
Κρατήστε τους Λουδοβίκους καμάρι σας και
τα λουδοβίκεια στα μπαούλα σας
Δεν θα σας κλάψω ποτέ ελεεινοί που σέρνεστε
από πόρτα ευεργέτη σε πόρτα ευεργέτη
Κουτσάλογα της παρακμής στη μάχη της ζωής
πιστά προσκυνάτε τον μακελάρη σας
Ανοίγετε σαμπάνιες όταν το αφεντικό κλωτσήσει
τον κώλο σας μόνο και μόνο γιατί σας πρόσεξε
Και καρτεράτε τον θεό να ελεήσει το τραπέζι σας με
μάνα εξ ουρανού και παντεσπάνι
Ενώ οι ίδιοι χώνεστε στο λάκκο σας πριν την καταδίκη
Ποιος περιμένετε να σας λυτρώσει ελεεινοί και αχυράνθρωποι
Ο βόρβορος δεν θα είναι το τελευταίο σκαλοπάτι της
εμετικής ανανδρίας σας
*
6.-
Εντάξει Cioran σ΄ άκουσα
Θα τα ξαναπούμε σύντομα
Υπάρχουν πράγματα που τα βαριέται η αυτοκριτική
Και τώρα καληνύχτα
Πρέπει τον τυφλό σκύλο μου Οιδίποδα να δέσω στο
Πλαστικό σκυλόσπιτό του
Για να μην γαυγίζει έξω από του κάθε μαλάκα το σπίτι