Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Τάσος Μιχαηλίδης, Καταμέτρηση Απωλειών

$
0
0

Σε έπαιρναν τηλέφωνα συχνά, όλη μέρα χτυπούσαν τα τηλέφωνα
των φίλων, δικών σου ανθρώπων
κι εσύ με το ξυρισμένο ακόμα πρόσωπο των καλών ημερών, με των πρόσφατων γιορτών
το κομψό σου ντύσιμο, με τις ρυτίδες ακόμα των χαμόγελων κοντά στα χείλη…
καθώς και την πρόσχαρη διάθεση της κεκτημένης ταχύτητας αντάλλασες φιλοφρονήσεις
μαζί τους συγκινημένος, αν και όπως και να το κάνουμε ήδη ολίγον τι καταβεβλημένος.
Είναι πολύ παρήγορο, πολύ παρήγορο… επέμενες το ότι δικαιολογούσαν, καταλάβαιναν
της θλίψης σου το βάρος, τους είπες.

Μετά από κάποιο διάστημα, όχι πολύ ομολογουμένως, χτυπούσαν τα τηλέφωνα περιοδικά.
Μια εβδομάδα ο ένας, την επόμενη ο άλλος. Σαν να είχαν συνεννοηθεί ακόμα και
άνθρωποι μεταξύ τους άγνωστοι… μεταξύ τους ξένοι.
Έπαιρνε πότε ο ένας, πότε κάποιος άλλος και μόλις ολοκληρωνόταν η κάπως αδύναμη
της χρονικής περιστροφής φορά… τανάπαλιν… ξανά.
Δεν είχες κουράγιο να αρνηθείς την καλή τους πρόθεση, την άψογη υπεροψία της
καλοσύνης τους. Γι’ αυτό δεν τους βάραινες με τα δικά σου φορτία που σε καθήλωσαν εδώ
και καιρό θλιμμένο. Για τα δικά τους άγχη τους μιλούσες, για τη δική σου γνώμη, τη δική
σου παλιά εμπειρία στην αποφυγή σκοπέλων ή την επανόρθωση της πλεύσης
μετά τα απόνερα ριψοκίνδυνων ελιγμών.
Είναι πολύ παρήγορο, πολύ παρήγορο… επέμενες το ότι δικαιολογούσαν, καταλάβαιναν
της θλίψης σου το βάρος, τους έλεγες.
Με βαριά καρδιά το έκλεινες ανήσυχος και μόνος, άδειος από λόγια.

Δεν πέρασε καιρός που τα τηλέφωνα αραίωσαν σαν τα μαλλιά στα κεφάλια των φίλων
όσων θυμάσαι ακόμα την εικόνα τους τα απογεύματα με τους πικρούς καφέδες
ν’ ακονίζουν την παρατηρητικότητά σου πάνω στις παλιές φωτογραφίες. Βλέπεις τις
διαφορές με τις πιο πρόσφατες, αν και αυτές οι περισσότερες πια πάλιωσαν. Άραγε
πώς να είναι τώρα τα κεφάλια τους, να ξηλώθηκαν τελείως τα μαύρα σχοινιά της νιότης,
ν’ άσπρισαν ελαφρά σαν τα δικά σου ή να έβαλλαν καινούρια μέσα από έρωτες
και ιατρικές άγνωστες στους μονωμένους;

Έπειτα τηλεφωνούσαν άστατα όχι ανά εβδομάδα, όχι στην ώρα ή τον ορισμένο για τον
καθένα χρόνο, ανά μήνα ένας έπαιρνε βιαστικά σαν να εκπροσωπούσε όλους.
Δεν ήθελε να μάθει
τα δικά μου, δεν ήθελε να μάθω τα δικά του. Σαν το φόβο των ζωντανών να
εκμυστηρεύονται τα σχέδια τους στους νεκρούς, ακόμα και στους πιο αγαπημένους.
Δεν ξέρω γιατί έπαιρναν, από κάποια εμμονική συνήθεια την οποία ξεπερνούσαν
σιγά σιγά για να μην τους τρομάξει η ντροπή, η ενοχή. Έτσι σταμάτησα κι εγώ
να προσπαθώ ν’ αιτιολογήσω τη χρησιμότητα των τηλεφώνων τους. Βιαστικά
τους απολογιόμουν πόσο με βοηθούσε, πόσο εκτιμούσα ότι δικαιολογούσαν,
καταλάβαιναν το βάρος της θλίψης μου. Χωρίς σχεδόν απόκριση με αποχαιρετούσαν.

Τώρα εδώ και καιρό τα τηλέφωνα δεν χτυπούν… κανείς δεν ελέγχει καν την επισφαλή του
λειτουργία. Οι φίλοι, οι δικοί μου φίλοι απόντες. Μόνο οι φωτογραφίες έμειναν να
συνομιλώ μαζί τους με την πικρή, αλλά ωφέλιμη πλήξη να θυμάμαι τις παλιές ομιλίες.
Τις παύσεις, τα αστεία, τα γέλια. Χάθηκαν εκείνοι, λες να τους συνέβη κάτι;
Όχι, όχι ήταν πολύ ελαφρωμένοι από ό,τι βάρος και αν η ζωή πήγε να τους φορτώσει
για να πάθουν. Αποκλείεται σε εκείνους κάτι να συμβεί, δεν είχα επιτρέψει τέτοια
περιθώρια. Στους φίλους όλα βαίνουν επιτυχώς!
Ίσως κάπως έτσι αρχίζει ο θάνατος, το τέλος των στιγμών, με το να ξοδεύεις τις τωρινές
με το μέτρημα των προηγουμένων. Όταν τελειώσουν οι μετρήσεις πείθεσαι πως έληξαν και
οι ώρες. Και λήγεις…

Εδώ και χρόνια το τηλέφωνο άχρηστο κουτί, σκονίζεται στο τραπέζι, τραπέζι ειδικό
για να το προβάλλει στα μάτια μου… μα πλέον η παρουσία του με κοροϊδεύει. Μπορεί
να χάλασε και οι καημένοι να μην μπορούνε να με βρούνε. Αυτό θα έγινε, κάποια μέρα
θα το φτιάξω, εγώ θα τους πάρω να ζητήσω με κάποια αφορμή συγγνώμη, με κάποια
αφορμή να συνεχίσω να υπάρχω. Φοβάμαι. Ίσως αύριο… δοκιμάσω. Αν μου λείπουν
τόσο, έπρεπε να πάρω και ας έχω να ξυριστώ καιρό, καιρό να έχω να φορέσω τα καλά μου,
τα χαμόγελά μου. Τότε ποιόν δουλεύω, δεν είμαι ο φίλος που είχαν, ο φίλος
όπου οι συγκεκριμένοι χρειάζονταν από τότε.

Θα το ξέρουν ήδη, θα το έμαθαν πρώτα και εγώ
από εγωισμό υπέρμετρο το καταλαβαίνω μόλις τώρα.
Αν πραγματικά το είχα ανάγκη,
θα δοκίμαζα να επισκευάσω τη συσκευή από την υποτιθέμενη της βλάβη… θα εκβίαζα
με κάποιο τρόπο την ομιλία τους.
Ίσως να φταίει που πάντα δικαιολόγησαν της θλίψης μου το βάρος. Με άφησαν
να το σηκώνω ως φυσικό επόμενο του βηματισμού μου. Εγώ ποτέ
δεν τους άφησα να το πιστέψουν για εκείνους. Στους φίλους μου βάρος
δεν δέχτηκα αρμοστό για τόσο καιρό δικό τους μόνο.
Ο υπέρμετρος εγωισμός μου, αυτός θα φταίει.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles