ΔΩΡΟΔΟΚΙΑ
Έπινε χάπια
το πρωί
να συνηθίσει
την ημέρα.
Το μεσημέρι
έκλεινε τα
παράθυρα στον ήλιο
και κατέβαινε
αργά τις σκάλες.
Το βράδυ
έξω από τα
κάγκελα
τάιζε κόκαλα
τον Κέρβερο
να την αφήσει
να περάσει
ήσυχα.
Χωρίς
γαυγίσματα.
Ιούλιος 2008
ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ ΠΟΝΟΣ
Πότε θα ’ρθεί
αυτή η Δευτέρα
να σου στείλω
το γράμμα
τον καιρό
να σου στείλω
που με τυραννάς.
Άγρια βαθαίνει
το σκοτάδι
οι μέρες έχουν
εγκαύματα βροχής
στο πρόσωπο.
Ποιός θα σου
επιδέσει
αυτό το τραύμα;
Έρχεσαι
από μακριά
μετανάστης πόνος
εκπατρισμένος καημός
πουλάκι που
χάθηκε στα πεδινά.
Ανήμερα Χριστούγεννα
σου σκίσανε
το τόπι,
με ένα κλικ
της μηχανής
κόπηκε η ώρα.
Κάθε πρωί
ξυπνάς σε
άλλη πατρίδα
αλλάζουν διευθύνσεις
οι κινήσεις σου.
Σε ξένα μέρη
μαθαίνεις πάλι
γραφή κι ανάγνωση.
Φεβρουάριος 2008
ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΛΑΤΟΣ
Ξέρω
πως έχω προδώσει
τις ώρες.
Αμέτρητα
δευτερόλεπτα
πέρασαν
κι εγώ κοιμόμουν.
Ανάμεσα στα
μεσημέρια
στις ραγισμένες σκιές
των σπιτιών
με τους σοβάδες
να πέφτουν μαύρη γύρη
στο πλακόστρωτο,
αρνήθηκα χειρονομίες
ανοιχτές παλάμες
που έσταζαν ιδρώτα
για λίγη αφή
που άνοιγαν βεντάλιες
για ένα πλάτος
που κύρτωναν
ζητώντας
ψεύτικο χρυσό
μικρά στρογγυλά
νομίσματα
χάλκινα τρόπαια
της στιγμής.
Στο σκληρό στρώμα
του ύπνου
παρέδωσα τα
ταξίδια μου
έπεσα πολλές φορές
στα ίδια ορύγματα.
Και τώρα που
έχω τη θάλασσα
στο παράθυρο
τώρα που με
χωρίζει ένα βήμα
απ’ τον αφρό,
κοιτάζω πίσω.
Γυρίζω στην
ύποπτη συντροφιά
της ξέρας
μόνο και μόνο
για να ’χω
την ψευδαίσθηση
ότι πατώ
σε στέρεο έδαφος.
Οκτώβριος 2008
ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΤΑΣΗ
Παρακαλώ
κρατείστε μου
μια θέση∙
όχι κατ’ ανάγκην
στο καλύτερο θεωρείο.
Μπορώ να βλέπω
και από απόσταση
τις συρρικνώσεις
της ημέρας
το σκούρο νεύμα
των σωμάτων
το τρέμισμα στην
άκρη των χειλιών
την περιδίνηση
του άσαρκου παρόντος.
Μπορώ να
ενσαρκώνω οδύνες·
με μιαν ανάμνηση βροχής
εικάζω εγκατάλειψη
παραδρομές του ύπνου
σκιές που νέμονται
τα πρόσωπα.
Καυτή ανάσα
η ζωή
καθώς κρατιέται
από το τίποτα.
Παρακαλώ
κρατείστε μου
μια πτώση
μία παρέκκλιση
ένα κουκούτσι
δαγκωμένου απογεύματος
που κύλησε στο μαξιλάρι
και μένει να θυμάμαι συλλαβές
τους κωδικούς του τέλους
στο στόμα ενός ξένου
που κατοικούσε δίπλα μας
στην επομένη στάση
δύο τετράγωνα δωμάτια πιο πέρα
κοιμόταν σε ξερό κρεβάτι
ο πατέρας μου.
Με τσάντες μέτριου μεγέθους
μεταφέρει ακόμα
κάθε μέρα
το ακριβό φορτίο
μιας αξόδευτης ζωής.
Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2008