Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Χρήστος Μπράβος (1948-1987), Αφιέρωμα II

$
0
0

Το Αφιέρωμα I ΕΔΩ: http://www.poiein.gr/archives/961/index.html

Από το βιβλίο «Ορεινό Καταφύγιο», εκδ. Κείμενα”, Αθήνα 1983

 

Από την ενότητα “Το μαύρο είναι χρώμα φιλικό. Όπως το φως, έχει εφτά πέπλα”

IV. οι ήχοι

Ανάκουστος κελαηδισμός- σαν κλάμα.
Η νύφη μοναχή
σαλεύει ο φράχτης φέγγουν κοντακιές
πιο κάτω πλένουν σκούτινα
δε βάφουν της Λαμπρής τ’ αυγά.
Στάχυ της νύφης η φωνή
κι αλεύρι ο θάνατος
εκεί που οπλίζει ο γαμπρός
ο τόπος λαμπαδιάζει.
Η Χειμερία νάρκη έπεται.

 

 

*

VI. οι δρόμοι

Κάρβουνα να περάσει ο Επιτάφιος
η Ελένη το πουλί θα κελαηδήσει.
Ο πραματευτής κατεβαίνει
κουβαλάει κρανία
ο Οδυσσέας ξεφεύγει
φίλοι παλιοί σ’ άλλη πτώση
-Φίλιππος Μιλτιάδης Ιωάννης Μιχαήλ-
ο Μπότσαρης που γνώρισες
εβγήκε Φώτης.
Ζαρκάδια στη γυάλα.

 

 

*

Γενέθλιος τόπος

Πατρίδα των απόντων.

Οι φράχτες
κ οι φωλιές των βράχων
κρατούν ακόμα βογγητά.

Ο χρόνος μετριέται
με Ψυχοσάββατα.

 

 

*

Γαμήλια φωτογραφία

             μνήμη Κωστα Ταφυλη

Η πεθαμένη θειά μου στ’ άστρα
κι ο μπάρμπας στο βυζί
έφραξαν πέρυσι οι εσωδρόμοί του
βασίλεψε στην πίσσα

‘28- χρονιά ξεθυμασμένη.

Σε λέγανε Θανάση τότε
Θανάση σ’ έλεγαν ακόμα.
Ποιος έγραψε τα ύστερα
κι ετύλιξε βαμπάκια το κορμί σου;

‘28 -χρονιά ξεθυμασμένη
λέπι στο νύχι
μαύρο νερό.

Αχνίζω όταν ακούω
τα κουπιά
ν’ ανοίγουν δρόμο
να ξεχύνεται η νύχτα

                             Χειμώνας 1981

 

*

Άρρωστη μάνα

Σάπια δοκάνια
δόκανα σιωπής
και το ψωμί κάρβουνο
το γάλα σου φαρμάκι.

Κακή αρρώστια σάπισε
πατρίδα τους μαστούς σου

*****************

 

 

 

Από το βιβλίο «Με των αλόγων τα φαντάσματα». εκδ. Κείμενα 1985, Καστανιώτη, 1990

 

 

Ο εκτελεσμένος του καφενείου

«Κάθεσαι στην καρέκλα του»
μου είπαν.

 

 

*

Η μηλιά

Σε φράκτη τελείωνε η γυναίκα,
ματωμένη. Έφερνε αέρας τα σκυλιά,
τα ‘παιρνε πάλι.

Επέρασ’ ένας μ’ άλογο,
κυνηγημένος. Η ματωμένη
τραύλιζε. Αυτός βαριά ελυπήθη.
Κι όπως την κάμα ετράβηξε
κι απόστρεψε τα μάτια

σκίστηκε η γης
βγάζει μηλιά
τα μήλα φορτωμένη

κι αυτή σε μαύρο σύννεφο
-ωι μηλιά-
για χαμηλά ποτάμια
ετραβούσε.

 

*

Ανατολή
                Στον Χρήστο Μπουρονίκο

Μα η μέρα το σκορπά το μυστικό της. Κ’ είπε
“σκοτάδι ας γίνει, ας γίνει φόβος”. Ακούστηκαν
χτυπήματα στην πόρτα. Με των αλόγων τα φαν-
τάσματα περνούσαν οι νεκροί. Σηκώθηκε μια λύπη.
Κι όλοι το ‘νιωσαν-ομάγος είχε φτάσει.
Τότε πέρασαν χρόνια. Τ’ άλογα ματωμένα
και τρελά κατέβαιναν στους κάμπους· έπεφταν
στ΄αποσπάσματα. Όμως ο μάγος σώπαινε. Τι-
ναζε μοναχά τα δάχτυλά του, τραβούσε αόρατα
σκοινιά. Ώσπου ανοίξανε τα σπλάχνα του και
βγήκε το βαμπάκι.

 

 

*

Σφραγίδα

Αυτόν τον έρημο χειμώνα
πώς πέρασα δίχως ποτάμια
κι άλογα, με σώματα ειπωμένα…
Η νύχτα ένα θανάσιμο φτερό.
Κ η πεθαμένη τραγουδά
και τη φοβάμαι:

«Όλο γεφύρια να περνάς·
όλο ν’ ακούς το κλάμα
της χτισμένης».

 

 

*

Νανούρισμα

Μες στου νεκρού το μάτι
κοιμούνται δέντρα και πουλιά.

Βγαίνουν με το φεγγάρι
τα παιδιά, λεν για τους ζωντανούς
μετρούν τα χρόνια·
φύλλα μασούν της λησμονιάς
και τραγουδάνε.
Τ’ ακούνε οι όμορφες, ξυπνούν
τ’ ακούνε οι κολασμένες, βγαίνουν κρυφά
στη μαύρη χλόη απάνω
τα κοιμούνται.

Μα οι μάνες που μαραίνονται
για τις χαρές δεν ξέρουν
του άλλου κόσμου.

 

 

*

Σημεία και πέρατα

1. Με κόσκινο εμάζεψαν το αίμα.

2. Άλλοι είπαν τον είδαν νεκρό στο Βίτσι·
άλλοι ζωντανό στην Τασκένδη.

3. Ο πατέρας. Ενθύμιον λύπης.

4. Δεν θέλουν να θυμούνταο πώς ανοίγει
η πόρτα στο υπόγειο, η γδαρμένη.

5. Το κούφιο δόντι τους. Αυτό με το φαρμάκι.

6. Αυτά που φύγαν, αίματα
Αυτά που ήρθαν, χιόνι.

7. Αυτά που φύγαν αίματα ήρθαν χιόνι.

8. Άλογα μαύρα στο σκοτάδι.

9. Ως τη συντέλεια της μνήμης.

 

 

**************************

 

 

Από το βιβλίο «Μετά τα μυθικά», εἰκόνες Χρόνης Μπότσογλου, πρόλογος Μιχάλης Γκανάς, ἐπιμέλεια και ἐπίμετρο Μισέλ Φάις.εκδ. Πατάκη, 1996 (μεταθανάτια έκδοση)

 

Από την Ενότητα «Ξύλινα τείχη»

Προγραφή

Ζυγιάζεται γκρίζο, γεράκι. Σάπιο
αγεράκι πώς τα καίει τα μαλλιά
σου!
Δε θα γλιτώσεις Ιφιγένεια· αυτά
που ήξερες για σύννεφα πονετικά να
λησμονήσεις. Κορμί φιδιού θα
δέρνεσαι στο χώμα, δίχως κεφάλι
πετεινός και θα χιμάς. Και τα
καράβια θα ξεχάσουν τα νερά.
Μέσα σε μπαρ οι ναύτες θα
σαπίζουν

                          13-15/4/82

 

 

*

Ουράνιο ψάρι
                Στον Γιώργο Κακουλίδη

Η σκοτεινή της μήτρα αναδεύει
και σάμπως μπάσταρδο κι απόψε σε ξερνά·
στον κύκνο σου λαιμό θηλιά περνά
το χέρι της Σειρήνας· και σε ζεύει.
Τα πόδια σου πριόνισε η προπέλα
κι όλη τη νυχτα αλυχτάς σκυλί λυτό·
πάλι θα λεν τη μάνα σου Λητώ
και τη σπασμένη κάμα σου Μαρκέλλα.
Σε ποιο λιμάνι τ’ ουρανού να σκάψω τάφο,
να σε ρουφήξει ποια θεόρατη κοιλιά;
Θα πνίγεις στο σκοτάδι τα σκυλιά
κι εγώ απ’ τον πάτο της ζωής μου θα σου γράφω.

                                           18/6/83

 

 

*

Από την ενότητα «Μετά τα μυθικά»

Συντέλεια

Είπε το νυχτοπούλι: «Πετούν δυο
μαύροι άγιοι». Τ’ άστρα γυρίσανε
να ιδούν«είναι δυο άγιοι
λαμπεροί» είπε η σελήνη

κι ακούστηκε ο κρότος ο μεγάλος
της γης
που τσακιζότανε τυφλή
πάνω στο βράχο.

 

 

*

Απόκρυφο

Μ’ άλογο μαύρο και τυφλό
να μπω στον ύπνο σου. Ριγμένος
σταυρωτά. Με τα καρφιά μου.

Εσύ από χιόνι. Με το κάρβουνο
στα μάτια. Τα πέταλα ν’ ακούς
και τα φτερά. Το τζάμι του θανάτου
που θα σπάζει.

Να τιναχτείς-νύφη που ξύπνησαν
τα δάκρυα του γαμπρού ανοίγει
το ταβάνι ανεβαίνουν.
Να μη θυμάσαι τίποτα μετά-
μόνο του δαίμονα το χέρι
που ευλογούσε.

 

 

*

Το νερό

Να μην την πει κανείς αυτή τη νύχτα
που έπνιξε το θάνατο στην κούνια.

 

 

 

*******

 

 

Ο Χρήστος Μπράβος γεννήθηκε στη Δεσκάτη το έτος 1948, αλλά από τα δεκαοχτώ του χρόνια έζησε στην Αθήνα. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Πατρών και εργάστηκε στο Υπουργείο Οικονομικών.
Ανήκει στη γενιά του 1970, αλλά κυκλοφορεί όψιμα την πρώτη του ποιητική συλλογή «Ορεινό καταφύγιο», μόλις το 1983. Δυο χρόνια αργότερα εκδίδει μια δεύτερη, «Με των αλόγων τα φαντάσματα», κι ένα μονόφυλλο το 1986 με το ποίημα «Σονέτο του σκοτεινού θανάτου», το οποίο γράφεται με αφορμή τα πενήντα χρόνια από το θάνατο του Λόρκα.
Δημοσίευσε άρθρα, χρονογραφήματα και κείμενα κριτικής.
Ανάμεσα στα τελευταία, πέντε όλα κι όλα, ενήμερα από βιβλιογραφική άποψη και οξυδερκή από αναγνωστική, ξεχωρίζουν τρία, για το λόγο ότι αναφέρονται στο Μίλτο Σταχτούρη, έναν ποιητή στον οποίο ο Μπράβος μαθήτεψε ιδιαίτερα γόνιμα: «Η κριτική και ο Μίλτος Σαχτούρης. Ένας “περίπατος” από αφορμή την Εισαγωγή στην ποιητική του Μίλτου Σαχτούρη του Γιάννη Δάλλα», περ. Ο Λογοτεχνικός Πολίτης 43 (Ιούνιος 1981) 70-73 «Μίλτου Σαχτούρη Εκτόπλασμα, σελίδες 21», περ. Το Δέντρο 33-34 (Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1987) 21-23 «Η “αποκριά” του Μίλτου Σαχτούρη: Ξόρκι ή όχημα της φρίκης», περ. Γράμματα και Τέχνες 16 (Απρίλιος1983) 24-25.
Ύστερα από το θάνατο του, το 1996, εκδίδεται η συλλογή “Μετά τα μυθικά”, με εικόνες του Χρόνη Μπότσογλου, πρόλογο του Μιχάλη Γκανά και επιμέλεια επίμετρο του Μισέλ Φάις .
Η συλλογή, στην οποία 2 εμπεριέχεται και το μονόφυλλο του 1986, μοιράζεται σε δύο ενότητες, «Ξύλινα τείχη» και «Μετά τα μυθικά», με πέντε και εφτά ποιήματα αντίστοιχα. Τα πρώτα, χρονολογημένα, γράφονται ανάμεσα στις 28-3-1982 και 23-6-1983 (ένα στις 9-4-1985), ενώ τα δεύτερα είναι αχρονολόγητα αλλά πάντως γραμμένα μετά τις δύο δημοσιευμένες συλλογές του.
Ο ποιητής ασθένησε σοβαρά και πέθανε στα 39 του χρόνια, στις 20 Απριλίου 1987, δεύτερη μέρα του Πάσχα.  

 

 

Θερμές ευχαριστίες στον ποιητή Λίνο Ιωαννίδη για την παραχώρηση των βιβλίων «Με των αλόγων τα φαντάσματα» και «Μετά τα μυθικά».


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles