Συνομιλία με έναν ποιητή
Ρώτησα ένα φίλο μου ποιητή
τι χρειάζεται για να εκδώσω
τα ποιήματά μου.
Να μην καπνίζω πολύ,
μου απάντησε.
Αδύνατον, του λέω.
Είναι πάνω από
την ατελή φύση μου.
Εμένα ο καπνός με θρέφει.
Οι στάχτες με βοηθούν
να τακτοποιώ τα μεθύσια μου.
Η φωτιά… Σε εμένα η φωτιά
μπορεί και εξοστρακίζει
τις σκάρτες μνήμες μου στο άπειρο.
Να καταπολεμάς τους διαβόλους σου,
συμπλήρωσε.
Τι στο διάολο! Εμπόδιο θέλει να μπει,
σκέφτηκα.
Δεν γίνεται αυτό αγαπημένε μου.
Χωρίς το διάολο στο κορμί μου,
δεν αρθρώνω λέξη στο χαρτί.
Έτσι το πήρα απόφαση.
Η έκδοση της απελπισίας σου
σε οδηγεί σε πωλήσεις
αγαπημένων συνηθειών.
**************
Πώς να γίνεις ποιητής
Πρώτον, ερωτεύσου.
Το ίδιο φύλο, το άλλο φύλο.
Τη ζέστη της κόλασης, τους φόβους σου,
τη γοητεία της ανασφάλειας,
την ανωριμότητα της επιπολαιότητας,
τη συλλογικότητα,
την αλληλεγγύη.
Ερωτεύσου ότι σε σκοτώνει στο ψαχνό.
Δεύτερον, κοιμήσου κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Γράψε το βράδυ ή
όταν σκαλίζει η ανατολή τον ουρανό.
Τρίτον, ρώτα! Μη πάψεις να ρωτάς.
Τι άρωμα φοράς;
Τι τοκίζεις και τι χρεώνεις;
Πως κοιμάσαι;
Τι μισείς;
Τι αγαπάς;
Τέταρτον, διάβαζε.
Στο τραίνο,
στην ουρά της εφορίας όταν θες να δηλώσεις
το ληξιπρόθεσμο άγχος σου,
στο κατάστρωμα, στο μεσημεριανό.
Διάβαζε, Όρθιος, ξαπλωμένος, γυμνός.
Πέμπτον, μέθυσε.
Με βότκα, με ουίσκι,
με κρυφές μυρωδιές,
με κρασί όπως εγώ.
Έκτον, απόφυγε τους δήθεν.
Τους κατατρομαγμένους από τη
σταγόνα που έπεσε δίπλα τους.
Αυτούς που κρύβουν σουγιάδες
στο νεκρό – συνάμα χαριτωμένο – χαμόγελό τους.
Απόφυγε εκείνους τους πληθωρικούς ξερόλες
που κρίνουν την επιθυμία σου να πεθάνεις
ακαριαία μετά από έναν δυνατό οργασμό.
Απόφυγε ακόμα περισσότερο τους δυνάστες.
Τους επιφανειακούς που βουτάνε
στα νερά της συνείδησης τους
και στο πρώτο δευτερόλεπτο
έχουν σαπίσει.
Έβδομον, προσέλκυσε τη γοητεία
του ανυπεράσπιστου.
Τη σαγήνη της δημιουργίας που
αναβλύζει από τη πάχνη τα
της επιδερμίδας σου.
Μόνο όμως, όταν σαν έκρηξη
ξεσπάσει ο φλοιός του εγκεφάλου σου,
μόνο τότε θα γίνεις ποιητής.
**************
Άλυτο αίνιγμα
Έφερα το χώμα στα μέτρα μου
μα τα εκατοστά της αγάπης σου
σκέπασαν τη λεπτομέρεια.
Πώς μπορεί ο έρωτας
να υπάρξει δίχως λεπτομέρεια;
Πώς μπορώ να βρω τα αναγκαία
χιλιοστά οξυγόνου να τις
εισπνεύσω στις μέρες εκείνες
που ήθελες να φύγεις;
***********
Σοφία και Συμπόνια
Κάποιοι χαμένοι φίλοι
έγιναν η αιτία απόψε να πιω
και αμέσως μόλις νιώσω μεθυσμένη
να πάρω τους δρόμους.
Αυτή η αιτία έγινε αφορμή
να οικοδομήσω καλύτερα
πεζοδρόμια για να περνούν
άφοβα μπροστά στους αστέγους
οι νεκροί εραστές.
Αυτή η αφορμή είναι η δικαιολογία μου
που εκ των υστέρων κατάλαβα πως
σε όσους είχα κάνει έρωτα
είχαν μουδιάσει αιώνες πριν.
Και όμως στάθηκα εκεί.
Δίπλα τους.
Πλάι τους.
Απέναντί τους,
και τους χάριζα
κάβλα και γοητεία.
Κάποιοι χαμένοι φίλοι απόψε,
μου έκαναν φοβερό κήρυγμα
για τα λάθη μου.
Πόσο χαίρομαι στ’ αλήθεια που χάθηκαν!
Υπάρχει καλύτερο απόσταγμα από τα λάθη
που σοφά επιλέξαμε;
Πως αλλιώς θα ήμουν αυτή που είμαι απόψε,
την 27η ημέρα του Δεκέμβρη;
***************
Το λευκό ποδήλατο
Μόλις άρχισαν να φαίνονται
στον ορίζοντα τα πρώτα σημάδια
της νιότης που με λαχτάρα περίμενα.
Άγγιξα για λίγο ένα ξεχασμένο όνειρο
και αργότερα με περίσσιο θάρρος
έστρεψα το όπλο εναντίων μου.
Με τολμηρές κινήσεις εγώ
και με ύπουλα συναισθήματα κάποιοι,
συναντηθήκαμε σε ένα δρόμο δίχως γυρισμό.
Θυμάμαι τα λόγια της μητέρας μου,
« Όλοι οι δρόμοι είναι άγνωστοι μεταξύ τους,
γνωρίζονται μόνο μέσω των ανθρώπων ».
Δεν άργησε η στιγμή που με αφόρητη μανία
με καταδίωξαν δρόμοι με το χαμόγελο
τρομαχτικού γελωτοποιού
και τάραξαν με την ηδονική τελετή τους,
τα λιγοστά μου όνειρα.
Τι γίνεται όταν ξυπνήσω
και πλέον βουτηγμένη σε μια κόλαση
δεν θυμάμαι τίποτα;
Τίποτα για κανέναν μας και υποχρεωμένη
να εξομολογηθώ στον διάολο
πράξεις παθητικές και ενεργητικές.
Πράξεις παλιές.
Πράξεις ξεθωριασμένες και σκουριασμένες.
Βουτηγμένες όλες στο δηλητήριο της ειρωνείας.
Καμία απάντηση ακόμη.
Ίσως θα μάθω όταν κάνει περίπατο το φεγγάρι.
Όταν θα ουρλιάξει
και εγώ σαν το ακούσω τρέξω
με το λευκό ποδήλατο μου
στην γραμμή αντανάκλασης που κάνει
στην επιφάνεια της θάλασσας.
Μπορώ να μάθω πολλά μυστικά με αυτόν τον τρόπο.
Μα δυστυχώς πολλές στιγμές
εξαφανίζονται σαν μικρές πολύχρωμες πεταλούδες.
************
Βιογραφικό
Η Εκάβη Σέχη γεννήθηκε το 1988 και κατάγεται από την Αλβανία