Mass Murder Freedom
Η δικιά τους ειρήνη ήταν υποτακτική.
τόσα είδωλα, τόσα χρώματα, τόσα τραγούδια
ύμνοι στην απώλεια.
η ελευθερία τους την γλώσσα μιλούσε του θανάτου:
για να σε βρίσκεις, πρέπει απ’ τα πάντα να γλιτώνεις.
το θηρίο χορταίνει με σένανε νεκρόήτη
—έτσι σου λένε.
στο Σίτι, μια τράπεζα βουτά στην ηδονή·
μαγγανείες των ισολογισμών και των swaps
των credit cards και των cashbacks.
ένας γυρολόγος γέρος ξημερώνει, απολαμβάνοντας στριπτίζ
κι ένας ξυπόλητος βρωμιάρης την βρίσκει στο παρμπρίζ.
μαύρη Δευτέρα ή ληγμένη Κυριακή,
φοράς συνήθως ό,τι έχεις·
μετρά μονάχα η υποψία του έρωτα στου δρόμου την στροφή,
εκεί που χάσκει η αστική ψυχή ακόρεστη.
θα σε φροντίσουνε τα μέσα μαζικής διαφθοράς
«δεν κινδυνεύεις», θα σε πείσουν
—τώρα πια στην πόλη την βουβή ανασαίνεις.
ελευθερία νεκροταφείου· mass murder freedom·
σε μαστουρώνει χρόνο με τον χρόνο·
φωσφοριζέ ναρκωτικό σε διαπερνά,
οι φλέβες διάπυρες να σε διαβάζει η μηχανή τους:
mass media production,
κι ελπίζεις: «τώρα θα πάν’ όλα καλά»,
ζεις εξάλλου υγιής στο 2029.
παραγωγή ευτυχίας, une action affirmative·
σε πουλώ και σ’ αγοράζω στου κιμά τη μηχανή.
σε κόβω, σε θαυμάζω, σε λατρεύω, dawn of Eve:
πώς ξεκοκκάλισαν το θαύμα των ηρώων
και το προϊόν τους προμοτάρανε προς άγραν των αθώων;
multiculti corporation σε λαθραία εποχή,
τα κεφάλαια να κινούνται, έτσι γλεντάνε στην γιορτή
της ειρήνης των μεγάλων, δίχως την μέγγενη των άλλων.
η νίκη τους είναι της υποταγής το δοξασμένο αξιόχρεο·
κι υπόχρεο μην με πεις, δεν τους χρωστώ·
ούτε σε κείνους, ούτε σε κανέναν.
την λάμπα ανάβω στο κελί μου και ψέματα σκιτσάρω,
με δόντια σαπισμένα και τρίχες εμμονής
—τα τραγούδια τους δεν μου μιλούνε πια—
τα μικρά παραμύθια που καίνε στα autohommobiles τους,
δεν είναι για τον δρόμο που τραβά μπροστά
μα για εκείνον που πίσω σε γυρίζει,
στην εξ υπαρχής αδιέξοδή σου ήττα.
το στήθος νάναι καθαρό, μονάχ’ αυτό έχει απομείνει.
πληγιασμένο κορμί είν’ η ελευθερία·
ρωγμές που σκούζουν και δάχτυλα με νύχια γράσα.
πόρνη που διασκεδάζει τον CEO,
ντυμένη στα σατέν και τα vanille fatale eau de parfum.
την πτώση δεν την συζητάμε από πλήξη κι à propos·
τραντάζεσαι· ξυπνάς· ένα ρίγος τριγυρνάει στο σκαλπ
κι η αγάπη, απ’ όλα όσα νομίζεις το αντίθετο.
Η δικιά τους ειρήνη ήταν υποτακτική.
τόσα είδωλα, τόσα χρώματα, τόσα τραγούδια
ύμνοι στην απώλεια.
η ελευθερία τους την γλώσσα μιλάει του θανάτου
κι ο τόκος την γραβάτα του φοράει, του Σαββάτου.
το κορμί και την ψυχή σου πούλα,
έτσι εξευμενίζονται οι αγορές.
liberation, human rights, social justice κι NGOs:
την τελευταία ριπή την προορίζουν για το φως.
Κροταλίες οι μασκοφόροι
Μερτικό,
από του Κρο-Μανιόν το στέρνο·
μιαν άνοστη έσταξε μπόρα,
το όνομά του
γραμμένο ακόμα στην σπηλιά.
στέγνωσαν οι τεντυμπόηδες στα ποτήρια
κι οι πόρνες στέρεψαν τους δρόμους·
οι εκκλησίες, φίλτρα υπομονής,
δίχως πια κεριά σε σκότος αναμμένα.
επίμονη ασυδοσία ο χώρος της υποδοχής:
χαρτάκια πεταμένα·
μπουκάλια πλαστικά·
ταμπόν και ιδρωμένα μούτρα.
η Ιππολύτη έστελνε από messenger μηνύματα
στην Πενθεσίλεια πριν το φονικό.
βλέποντας netflix μαστούρωνε ο Θησέας
και παίζοντας με τις online εφαρμογές
για γνωριμίες.
στις αγορές μπόχα από ψοφίμι, πανικός
κι οι επαναστάτες, των financial times
συνδρομητές.
ειρκτή του χάους πανωραία, τα νοσοκομεία:
μαθητεύουν εκεί του νέου αιώνα οι μάγοι·
το χρηματιστήριο γιατρεύοντας,
θα βρει ταμπελάκι η ανοσία να καρφιτσωθεί
ή θα κρεμαστεί από βυζιά και γένια,
προτού κλείσουν στις οθόνες
χρώματα, υγρασία, μυρωδιές.
χρεωκοπημένη λάμψη,
μια κάλτσα τρύπια με ουράνιου τόξου ακτίνες
την νεκροτομή αναμένει
των βορινών θεών.
σιγά-σιγά τα νέα θα μηρυκάζουν,
θα πέφτουνε τα watts,
οι τιμές, τ’ ακροατήρια·
λίγο το λίγο,
θάχουν όλοι γίνει πτώματα ευυπόληπτα.
το όνομα θάναι γραμμένο στην σπηλιά·
στους ουρανούς,
ταριχευμένοι θα τρέχουν δορυφόροι.
και στο ρέμα,
εκεί,
οι παλαιοί στρατοί
θα συντριβούν.
μύρο·
κόκα-κόλα·
poisson·
δυστοπία·
όλα στον βωμό, κοράκια του Τζον Λένον,
με κρανία απόγνωση βαμμένα.
The post Δημήτρης Μακούσης, Ποιήματα appeared first on Ποιείν.