«Ο άνθρωπος είναι εγγενώς περιορισμένος και ανίκανος για κάτι το σπουδαίο. Είτε λόγω της φύσης του, είτε εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, είτε ως συνέπεια της εξέλιξης, εμπεριέχει ορισμένες αντινομίες και γι’ αυτό αδυνατεί να αγγίξει την τελειότητα. Μέσα του επικρατεί ένας πόλεμος ενστίκτων και αποτελεί μέρος των μόνιμων χαρακτηριστικών του να συνεχίσει να ισχύει αυτό».
Ήταν 28 Σεπτέμβρη 1917, όταν χάθηκε χτυπημένος από γερμανική οβίδα στα χαρακώματα της Δυτικής Φλάνδρας, ο Thomas Ernest Hulme, Άγγλος κριτικός και ποιητής που πρώτος συνέλαβε θεωρητικά την ανάγκη μιας στροφής στην ποίηση από τον ρομαντισμό σε ένα νέο κλασικισμό που με όπλο του τη συμβολική δύναμη της εικόνας θα αποτύπωνε με ακρίβεια πράγματα και συναισθήματα. Εκείνος, πρώτος, έθεσε τις βάσεις για το ποιητικό ρεύμα του ιμαζισμού που καθιέρωσε ο πνευματικός του συνοδοιπόρος Ezra Pound και που έμελλε να επηρεάσει τον T.S. Eliot ώστε να πει για τον Hulme πως “έγραψε δυο-τρία από τα ομορφότερα μικρά ποιήματα στην Αγγλική γλώσσα”.
Ο Hulme, που θεωρείται από πολλούς ως ο πρώτος μοντερνιστής ποιητής, είχε πει για την ποίηση πως “είναι ένας πεζός που σε οδηγεί να βαδίσεις στο έδαφος, ενώ η πρόζα είναι τρένο που σε πάει σε κάποιο προορισμό”.
Γεννημένος στις 16 Σεπτεμβρίου 1883, πρόφτασε μέχρι το τέλος της ταραχώδους μα σύντομης ζωής του να γράψει ελάχιστα ποιήματα, εκδίδοντας μόλις έξι από αυτά πριν εγκαταλείψει την ποιητική προσπάθεια. Τα λίγα εκείνα σύντομα έργα που μοιράστηκε, μάγεψαν και ενέπνευσαν τον φίλο του Ezra Pound που επηρεασμένος από το πνεύμα και το όραμα του Hulme, έγινε ο βασικός ιμαζιστής ποιητής της Ευρώπης, αλλά και τον T.S. Eliott, για τον οποίο ο Hulme «ήταν ο πρόδρομος μιας νέας οπτικής που θα έπρεπε να είναι ο τρόπος σκέψης του 20ού αιώνα».
`
Ο δωδεκάχρονος Hulme σε μια σχολική φωτογραφία του Γυμνασίου του Newcastle το 1895.
Για τους καθηγητές του ήταν ένας μαθητής απείθαρχος, με «πείσμα αποκρουστικό».
`
Ο Hulme ανήκε σε μία γενιά επηρεασμένη από φιλοσόφους όπως οι Friedrich Nietzsche και William James, που ενδιαφέρονταν για τον διαχωρισμό μεταξύ «συνειδητής επιφάνειας και ασυνείδητου βάθους», μεταξύ του νοητικού και του ενστικτώδους. Απαρνούμενοι τον θετικισμό, ισχυρίστηκαν πως η εμπειρία, κατά βάθος, αποτελείται από ένα συνειδησιακό ρεύμα, μία ρευστότητα. Αν και ο Nietzsche θεωρούσε πως αυτή η ρευστότητα της ενστικτώδους αντίληψης δεν είναι προσβάσιμη από τη συνείδηση, ο James πίστευε ότι είναι δυνατό να ξεπεραστεί η σχηματική, επιφανειακή αντίληψη ώστε να οδηγηθούμε στην ενστικτώδη πραγματικότητα.
Πάνω σε αυτή την άποψη, ο Hulme ανέπτυξε την ιμαζιστική του ποίηση, συνδέοντας απροσδόκητες εικόνες ώστε να δημιουργήσει μια νέα οπτική συγχορδία. Έτσι, θα παραβίαζε τους επιφανειακούς συλλογισμούς του μυαλού, τραβώντας την προσοχή στην πολυπλοκότητα της άμεσης εμπειρίας. Η ρητορική του ιμαζισμού υποστήριζε πως η υποβάθμιση της ποιητικής γλώσσας σε απλή και συνηθισμένη, θα αποδείκνυε την παραπλανητική λειτουργία της διανόησης, εκλογικεύοντας τέχνη και κοινωνία. Μέσα από τον πομπώδη ρομαντισμό, η σκέψη του ατόμου είχε αποπροσανατολιστεί, επομένως ένας απλός ποιητικός λόγος θα επανέφερε στις αφηρημένες ιδέες την πρωταρχική τους έννοια, στερεοποιώντας νοηματικά τη Γλώσσα.
`
Τρίτη 15 Μαρτίου 1904. Η μεγαλύτερη πλαστή κηδεία που έγινε ποτέ στο Cambridge διασχίζει την οδό Sidney προς τον σιδηροδρομικό σταθμό. Ο Hulme καθισμένος στα αριστερά της μπροστινής άμαξας, είχε προσφάτως αποβληθεί από το Πανεπιστήμιο St John’s λόγω απειθαρχίας. Το γεγονός αυτό κινητοποίησε 18 συμφοιτητές του να διοργανώσουν σύμφωνα με την ακαδημαϊκή παράδοση του Cambridge, μία «κηδεία» για τον φίλο τους ώστε να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους. Την προηγούμενη νύχτα, είχε διοργανωθεί προς τιμήν του αποχαιρετιστήριο δείπνο οκτώ πιάτων. Γεγονότα ενδεικτικά του σπάνιου ενδιαφέροντος που συγκέντρωνε ο Hulme κατά τη φοιτητική του περίοδο.
`
Επηρεασμένος από τους αντι-ρομαντικούς Lassere και Maurras, ο Hulme εισήχθη στο πεδίο της κριτικής μέσα από την πολιτική. Αφού κατόρθωσε να αποβληθεί από το Cambridge όπου σπούδαζε μαθηματικά και φιλοσοφία, επισκέφθηκε το 1906 τον Καναδά, όπου τα ταξίδια του στις απέραντες εκτάσεις, πυροδότησαν τις πρώτες του φιλοσοφικές εικασίες τις οποίες αργότερα συγκέντρωσε υπό τον τίτλο “Cinders” αλλά και τις αρχικές του ποιητικές απόπειρες. Αυτές συνεχίστηκαν το επόμενο έτος στις Βρυξέλλες όπου δίδαξε Αγγλικά και όπου η εξοικείωσή του με τη σύγχρονη γαλλική λογοτεχνία τον παρακίνησε να συνθέσει ιμαζιστική ποίηση σε ελεύθερο στίχο.
Το 1907 ξεκίνησε ο ενθουσιασμός του για το πνεύμα του φιλοσόφου Henri Bergson γεννώντας μια σειρά κριτικών άρθρων για να συστήσει στην Αγγλία την αντι-διανοητική επίθεση του Bergson απέναντι στον ορθολογισμό που κυριαρχούσε στη σύγχρονη φιλοσοφία. Ωστόσο, έπειτα από τη γνωριμία του με τον νεοκλασικιστή Lassere το 1911 στο Παρίσι, πείστηκε ότι η θεωρία του Bergson δεν ήταν παρά «η τελευταία μεταμφίεση του ρομαντισμού» με συνέπεια να την απαρνηθεί. Αυτό οδήγησε σε νέες διαλέξεις και δοκίμια όπου εξέφρασε την απέχθειά του απέναντι στον ρομαντισμό σε πολιτική διάσταση.
Το 1908, επιστρέφοντας στο Λονδίνο, ο Hulme υπήρξε συνιδρυτής και πρώτος γραμματέας της λογοτεχνικής ομάδας The Poet’s Club. Στις μηνιαίες συναντήσεις της ομάδας, πέρα από δείπνο και ανάγνωση ποιημάτων, τελούνταν σύντομες παρουσιάσεις δοκιμίων πάνω στην ποίηση. Στα τέλη του 1908, ο Hulme διάβασε στην ομάδα, το έργο του A Lecture on Modern Poetry όπου έθετε τις βάσεις για αυτό που έμελλε να γίνει η Ιμαζιστική Σχολή της Ποίησης:
«[…] Αυτός ο νέος στίχος θυμίζει γλυπτική παρά μουσική· κεντρίζει το μάτι παρά το αυτί. Πλάθει εικόνες, σαν πνευματικός πηλός που παίρνει ακριβή μορφή. Αυτό το υλικό είναι εικόνα και όχι ήχος. Διαμορφώνει μια εύπλαστη εικόνα την οποία παραδίδει στον αναγνώστη, ενώ η παλιά ποίηση πάσχιζε να τον επηρεάσει μέσω της υπνωτιστικής επίδρασης του ρυθμού».
Αυτή η θεωρία για την «εικόνα» αντί του «ρυθμού» αναπόφευκτα οδηγεί σε σύντομα, συμπυκνωμένα νοηματικά ποιήματα· όσο πιο επιτυχημένη η εικόνα, τόσο λιγότερα χρειάζεται να ειπωθούν στο ποίημα.
Η ιδεολογία της ιμαζιστικής ποίησης αποτυπώνεται τέλεια στα έργα του ίδιου του Hulme όπως στο ποίημα The Man in the Crow’s Nest που περιγράφει την εμπειρία ενός βατσιμάνη κάποια μοναχική νύχτα:
The Man in the Crow’s Nest
(Look-out Man)
Strange to me, sounds the wind that blows
By the masthead, in the lonely night
Maybe ’tis the sea whistling – feigning joy
To hide its fright
Like a village boy
That trembling past the churchyard goes.
Το ποίημα μάς αφήνει άμα τη αναγνώσει, με την εντύπωση του ήχου και της εικόνας που μπορούμε να διατηρήσουμε για όσο θέλουμε, συνεχίζοντας να ακούμε το σφύριγμα του θαλασσινού ανέμου και βλέποντας την έκφραση του τρομαγμένου χωριατόπαιδου.
Το Poet’s Club, κατά τη σύντομη διάρκειά του, προέβλεψε και παρότρυνε το ρεύμα του ιμαζισμού εκδίδοντας αρκετές ανθολογίες όπου συμπεριλήφθηκαν κι άλλα έργα του Hulme. Στην ανθολογία Για τα Χριστούγεννα MDCCCCVIII (1909), συναντούμε ένα πανέμορφο, μεγάλης εικονοπλαστικής δύναμης ποίημα του Hulme:
AUTUMN.
A touch of cold in the Autumn night
I walked abroad,
And saw the ruddy moon lean over a hedge,
Like a red-faced farmer.
I did not stop to speak, but nodded ;
And round about were wistful stars
With white faces like town children.
Μέχρι το 1910, ο Hulme είχε χάσει το ενδιαφέρον του για την ποίηση. Ωστόσο αυτό δεν μείωσε τον ρόλο του στους πνευματικούς κύκλους αφού συνέχισε να γράφει λογοτεχνική κριτική και άρθρα σε εφημερίδες. Διοργάνωνε συναντήσεις που βρίσκονταν στο επίκεντρο των πνευματικών συζητήσεων της εποχής και περιελάμβαναν πολιτικούς και ποιητές διαφόρων φιλοσοφικών αντιλήψεων. Η προσωπικότητά του, φυσικά ηγετική, έκανε τις συναντήσεις αυτές εξαιρετικά πετυχημένες.
Θαυμαστής της ποίησης του Rainer Maria Rilke και εξοικειωμένος με τη σύγχρονη γερμανική ποίηση, το φθινόπωρο του 1913 επισκέφθηκε τη Γερμανία. Στη διάρκεια της παραμονής του, έγραψε το σύντομο αλλά κατατοπιστικό «Γερμανικό Χρονικό» όπου αναφερόταν στο γερμανικό «Νεοκλασικιστικό Ρεύμα», κύριος εκπρόσωπος του οποίου ήταν ο Samuel Lublinski. Λογοτέχνης και κριτικός που έζησε στο Βερολίνο, ο Lublinski έβλεπε το νεορομαντικό κίνημα ως πολιτιστικό κίνδυνο αφού ό, τι περιορίζει την τέχνη σε κάτι ατομικό και αυστηρά προσωπικό, είναι ασήμαντο. Από τη στιγμή που ο αποκρυφιστής ρομαντικός αδυνατεί να αναγνωρίσει την ενότητα ύλης και μορφής, ο πολιτισμός είναι για εκείνον «ένα ερείπιο, ένα θραύσμα και ένα ναρκοπέδιο μορφής και ύλης».
Τον Αύγουστο του 1914, σε ηλικία 31 ετών, και ενθουσιασμένος με την προοπτική να υπερασπιστεί την Αγγλία στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συμμετείχε εθελοντικά στον Λόχο Πυροβολικού και αργότερα στο Βασιλικό Πυροβολικό των Πεζοναυτών σε Γαλλία και Βέλγιο. Μέσα από τα χαρακώματα, έστελνε ενθουσιώδη κείμενα στο λονδρέζικο περιοδικό Νέα Εποχή.
`
Εδώ, στο κέντρο, χαμογελαστός ο υπολοχαγός T.E. Hulme, ένα πρωινό του Φλεβάρη του 1915 στο Βέλγιο, πιθανότατα κατά τη διάρκεια μιας μέρας ανάπαυσης απ’ τον πόλεμο, από αυτές που αναφέρει σε γράμμα του, με ημερομηνία 10 Φεβρουαρίου 1915:
“Η τέταρτη από τις τελευταίες τέσσερις μέρες ανάπαυσης εδώ έμοιαζε καλοκαιρινή. Πήραμε πρωινό στην αυλή του εξοχικού του τσαγκάρη και το απόγευμα ανηφορίσαμε στο πανδοχείο πάνω στο λόφο και όλοι ήπιαν κρασί έξω. Κάποιος μόνιμος στρατιώτης που βρισκόταν εκεί πάνω είπε: “Ποιος να έλεγε πως έχουμε πόλεμο” και όντως ο πόλεμος έμοιαζε τελείως μακρινός, δύσκολα μπορούσαμε να διακρίνουμε εδώ κι εκεί το βαρύ πυροβολικό να ρίχνει στους Γερμανούς. Το ίδιο βράδυ, βαδίσαμε κατευθείαν από εκεί προς τα χαρακώματα…”
Το 1916 τραυματίστηκε από σφαίρα και στάλθηκε στο Λονδίνο για ανάρρωση. Το 1917 ήταν πίσω στο μέτωπο στο Βέλγιο, όπου τέσσερις μέρες μετά τα τριακοστά τέταρτα γενέθλιά του, στις 28 Σεπτεμβρίου 1917, δέχθηκε ένα απευθείας χτύπημα από μία οβίδα του γερμανικού πυροβολικού.
Ό, τι απέμεινε από εκείνον θάφτηκε στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο της Δυτικής Φλάνδρας. Στον τάφο του αναφέρεται επιγραμματικά ως «ένας από τους ποιητές του Πολέμου».
`
Ο τάφος του Hulme στο Βέλγιο (πηγή: Keele University Library)
`
Αν και όχι τόσο παραγωγικός όπως οι σύγχρονοί του ποιητές, ο Hulme κατάφερε αναμφισβήτητα να επιδράσει καθοριστικά τη σκέψη του 20ού αιώνα πάνω στην τέχνη και την ποίηση. Ο ίδιος, σε γράμμα του προς την ερωμένη του Kate Lechmere, είχε πει ότι δεν προσδοκούσε να γράψει τίποτα πραγματικά αξιόλογο μέχρι να φτάσει τα πενήντα. Εάν εκείνη η μοιραία οβίδα δεν είχε διακόψει βίαια τη ζωή του, η διανόηση του 20ού αιώνα θα είχε ακόμα περισσότερα και προφανέστερα αποτυπώματα του έργου του. Ακόμη κι έτσι όμως, μέσα από τα ελάχιστα όμορφα ποιήματά του και τα κριτικά του δοκίμια, ο Hulme θα παραμένει μία βασική φυσιογνωμία της προπολεμικής τέχνης και σκέψης.
Βιβλιογραφία
Mead, H. (2015). T. E. Hulme and the Ideological Politics of Early Modernism. Λονδίνο: Ακαδημία Bloomsbury.
Ferguson, R. (2012). The Short Sharp Life of T.E. Hulme. Λονδίνο: Faber and Faber.
Ziolkowski, T. (2015). Classicism of the Twenties: Art, Music, and Literature. Σικάγο: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Σικάγο.
`
*Η Βασιλική Στούκα είναι απόφοιτη της Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ
The post «Thomas Ernest Hulme (1883 – 1917): Ο ξεχασμένος μοντερνιστής που άλλαξε την ποίηση του 20ού αιώνα» (γράφει η Βασιλική Στούκα) appeared first on Ποιείν.