ΣΤΗ ΣΩΣΤΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΩΡΑ
Τότε που οι καιροί περνούσαν βιαστικοί
κι εμείς βγαίναμε να λογαριαστούμε μαζί τους
με ανόθευτα όνειρα και αξόδευτες προσδοκίες,
ξέραμε πως ανηφορίζουμε και δεν προλαβαίναμε
ούτε να τους διαβούμε με τα πρώιμά μας χρόνια
ούτε και να τους σημαδέψουμε στις ζεστές πολιτείες
που ριζώναμε στις μεγάλες του κόσμου απλωσιές.
Επιμέναμε όμως, μαζί με τόσους, να πιστεύουμε
πως θα καταφέρουμε να τους κρατήσουμε
ως ιερή σύνοψη και ιστορίας επιταγή
και να αντιστεκόμαστε στην ύποπτη ανακούφιση
που μας οδηγούσε η καλόβολη παραδοχή,
πως είναι προτιμότερη η δική μας προσαρμογή
απ’ της ανάγκης των καιρών την αλλαγή.
Ακόμη και τώρα που οι καιροί φεύγουν αθόρυβοι,
κι εμάς μας βαραίνει της εμπειρίας η γνώση
απ’ τις μικρές και μεγάλες αποτυχίες και διαψεύσεις,
συνεχίζουμε να διεκδικούμε και να δημιουργούμε
το δικαίωμα στο όνειρο και την ουτοπία,
εναρμονίζοντας της ζωής το σκοπό
με της ψυχής την ελευθερία και το χρέος.
Με την κάθε γενιά ν’ αρέσκεται σε επινοήσεις,
ν’ ανακαλύπτει πως γεννιέται και φεύγει νωρίς,
να υποκύπτει σε μεμψιμοιρίες γι’ αυτούς που έφυγαν
και να υπαινίσσεται γι’αυτούς που θα έρθουν,
ας συνεχίσουμε γενναιόψυχα, απλά και χωρίς υπερβάσεις,
να βλέπουμε στη γενναιοδωρία της φύσης και της ζωής
πως ήρθαμε και ζούμε στη σωστή και στη δική μας ώρα.
`
*
ΕΙΔΩΛΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ
Έλεγε:
«Θα γκρεμίσω τα είδωλα, απέναντι να περάσω,
θ’ αποκαθηλώσω τα σύμβολα πίσω να τους αφήσω
και θ’ αμφισβητήσω λογικές το νου μου να λυτρώσω».
Μου φάνταζε τόσο μόνος και τον πίστεψα!
Έλεγε:
«Θ’ αφεθώ ελεύθερος και απρόβλεπτος για να δημιουργώ
θα χαράξω τη δική μου πορεία για τον κοινό σκοπό
σε ασύλληπτα όρια και ασύλητα περιθώρια».
Μου φάνηκε πως είχε αρχές και τον φοβήθηκα.
Έλεγε:
«Δεν είναι θέμα επιλογής ο στοχασμός και η γνώση
ούτε ζήτημα προσαρμογής η άρνηση κι η πίστη.
Ανάγκη ζωής η έκφραση χωρίς ιδανικά».
Μου φάνηκε τόσο ξένος και τον ακολούθησα!
Τον είδα,
αβόλευτη ανθρώπινη σπορά και ιστορίας γέννα,
σημάδι του χρόνου και αιχμή, ανατροπή και κόψη,
να διαφεντεύει τη ζωή κι αλώβητος να προσπερνά τα τείχη.
Τον δαχτυλόδειξα, τον φώναξα «ερημίτη».
Τον είδα,
να πελεκάει τους καιρούς και είδωλα να μαστορεύει,
να ξεφυλλίζει στοχασμούς και σύμβολα ν’ απεικονίζει.
Τον άντεχα να στέκεται ανάμεσα ανάγκης και σοφίας.
Με δαχτυλόδειξε, με κάλεσε με το «μπορείς ακόμη».
`
*
ΦΟΒΑΜΑΙ
Με τη μνήμη κοντή κι ασπούδαστη την αλήθεια,
ασύνετοι οι καιροί και βία η ιστορία.
Εντέλλονται το μέλλον αυτόκλητοι αρχηγοί
κι επίδοξοι προφήτες ομνύουν στην καταστροφή
μ’ επιδρομές στο όνειδος και τη συνενοχή
δύο γενεών που φύγαν και μιας που απορεί.
Και φοβάμαι.Φοβάμαι το άγγελμα το ευοίωνο
το μήνυμα τ’ απόκρυφο σ’ ερμήνευμα προσωπικό.
*
Συνείδηση με επινόηση και σκέψη σε μεταφορά,
η σωτηρία υπόδειξη και η αποδοχή ανάγκη.
Βουλεύεται ωρυόμενο και λειψό το μέγα πλήθος,
οι εύσχημοι, μεσίστιες ατενίζουν τις βεβαιότητές τους
με λογισμό χωρίς υπέρβαση και γνώση δίχως μέθη,
μύχια επίκληση η συμφορά και η ουτοπία μέτρο.
Και φοβάμαι.Φοβάμαι και πάλι να υποπτευθώ
σχήματα ελευθερίας στο περιθώριο και τον πανικό.
*
Η αυθεντία θέσπισμα και η ιδεοληψία ήθος,
η αυταπάτη αθώωση και η ευθύνη πλάνη.
Δικάζεται παράλυτη η εποχή και χειραγωγημένη,
κοστολογείται η ζωή με μηδενισμό κι αποποιήσεις,
θρίαμβος πνεύματος ο θυμός κι ανέστιος ο λόγος
με τη δικαίωση αρετή και τη συνέπεια κρίση.
Και φοβάμαι.Φοβάμαι τη νοσταλγία του εφικτού,
τ’ αργύρωμα της ευπείθειας σε διαδοχή και τάξη.
`
*
ΗΤΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΕΤΕΙΟΙ
Τούτο το ασχημάτιστο πλήθος
με τα σφιγμένα χείλη και τα σκοτεινά μάτια
που σάστισε στην ήττα της εποχής του,
κι αυτός ο ασυμμάζευτος λόγος
που κούρσεψε τον πανικό και την υστερία
με δυο κραυγές στο φόβο του
και μια βρισιά στην οργή του,
χώρεσαν ως ενοχή και ψέμα στην επόμενη ημέρα,
αιχμάλωτοι στις αρχές και το δίκαιο της ευθύνης .
Τούτοι οι ευρύλαλοι ταγοί
με το κηρύκειο της προσφοράς και την τήβεννο της πειθούς
που στασίασαν στα κενά και τις απουσίες
κι αυτοί οι κλητοί συνοδοιπόροι
που θυσίασαν στην πτώση και την αναδοχή
με δυο κρυφές αποστροφές
και μια φανερή συνηγορία,
υπέκυψαν στην οφειλή και τη γοητεία των επετείων
στοχαστές στην παρόρμηση και τον μυρηκασμό.
Πεζοί και χαλκευμένοι οι καιροί
σε δοκησίσοφες σκηνές και πράξεις επιστασίας
να έχει σχήμα η ζωή και η συνέχεια άκρη
και οι άθρωποι προβλέψιμοι
στης μνήμης το ανάθεμα, στην οιμωγή του οίστρου.
Χωρίς της ουτοπίας την πλησμονή,
την προσφυγή στου ονείρου την προφητεία,
χωρίς την αποκοτιά και τ’ ανέφικτου την τυραννία,
ήττες και επέτειοι την ιστορία θα ορίζουν.