Στη θηριόμορφη άνοιξη
Κλίνω με τρόμο
Το ρήμα Μάρτιος
Μισός ζώο-Μισός φωνή
Προσπαθώ
Να εξηγήσω
Με τα χέρια
Το σκοτάδι
Τυφλότητα ημίγυμνη
Χορτάρι στην ίσαλο
Έαρ, σημαίνει και αίμα.
Όπου κάμπος
Καμένο χρυσάφι
Χώμα και φως
Αγιογραφία για δυο χέρια
Όλη η βενζίνη του ουρανού
Ανατέλλει μισή
Εμβοή στα δάχτυλα.
Μ’ επικαλούνται
Οι ραφές του ορίζοντα
Ισημερία
Άμμου και
Ουρανού.
Εικονομαχία
Στον άδειο
Καθρέφτη της σάρκας
Και γύρω τάφοι
Ρηχά χαρακώματα.
Σα θεότητα
Αυτό τ’ αγκάθινο
Άρωμα σφηνωμένο στα δόντια.
Σαρκώδες φως
Ακριβώς όταν κλείνεις τα μάτια
όπως ο βράχος
παγωμένος
στην κατακρήμνιση
καταρράκτης.
Λίγα χιλιόμετρα αργότερα,
νύχτες και ώρες πιο μακριά
ευκάλυπτοι, βήμα που τρίζει
σάρκα μιγάδα,
πράσινο τόσο του κοβαλτίου
που διψάς.
Στο τύμπανο της άμμου
δοτικότητα της νύχτας
πολυθεΐα των
γυμνών σωμάτων.
Πίνοντας ξεγυμνώνεις
τη λευκότητα του πάγου
βουβή αστραπή
η ευκρίνεια των
πραγμάτων
πίσω απ’ τον
Άνεμο.
Δόξα στους δρόμους
στις λεωφόρους
Εκεί
Η Ομορφιά
Εκείνο
Το Έγκλημα
Εκεί
Η Ποίηση
Η φτηνότερη
Πορνογραφία του κόσμου.
Καταιγιστικοί
γκρεμοί
Προλαβαίνεις;
Κάθε πτώση
Ανοίγει κι άλλο
Τα μάτια
Τους σφιγκτήρες
Στην ψυχή και
Το σώμα.
Drunken words are sober thoughts
Η φωνή
η φωνή μας
υπερεκτιμημένη.
Η φωνή μας
νυχτερινή εκπομπή
ραδιόφωνο στα βραχέα
παράσιτα στους πνεύμονες.
Διαχειρίζεται
χρόνια τώρα
επιδέξια
στυλό, σελίδες,
ποτήρια, τσιγάρα,
πλήκτρα, κορμιά.
Η φωνή μας
πειθώ σαν τα χέρια
στον πάγκο του μπαρ
κάθε σκανδάλη
σε κάθε κλειτορίδα.
Επιδέξια
στα παυσίπονα
στη φλόγα
στα τελευταία κέρματα
στο στήθος
αμφιβληστροειδής της αφής
στη μουσκεμένη
κουβέρτα της γλώσσας.
Τριήμερο
Άλλη μια νύχτα
που καταλήγει
μπλε μωβ
σαν απόγευμα.
Λόφος του Στρέφη,
Καλλιδρομίου,
καφενείο και Ναβαρίνου,
πεζόδρομοι με λάμπες σπασμένες.
Οι μπάτσοι κόβοντας βόλτες
ανάμεσα στα βήματά μας
37, μπύρες, ουίσκι,
οι λίγοι κι ελάχιστοι
ανάμεσα στους τόσους.
Αριανίτου και μπαλκόνι
έξω και κάτω
η πόλη εξακολουθεί
να υποκρίνεται τον εαυτό της.
Οι άλλοι πάνε εκδρομές
πάνε για μπάνιο στη θάλασσα
το τριήμερο αυτό.
Παίζουν με τα παιδιά τους
όπως εμείς με την τρέλα.