Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Κώστας Ρεούσης, Νέα ποιήματα από το «Ο κρατήρας του γέλιου μου»

$
0
0


θησέας

η μπετονιέρα ενοχλούσε το απόγευμα με θυμοφθόρες προσταγές κοινοτικοί εργάτες βλαστημούσαν την υγρασία της πόλης προσαρμόζοντας καλώδια στη φλέβα της
βιασμένης γης περπατούσα στο παραπέτασμα της ημέρας πίνοντας αρειμανίως χασίς ενώ το σώμα ηρεμούσε η σκέψη κολυμπούσε στο ασύνειδο σκάμμα με προορισμό τον πλανήτη σκάφανδρο ένας ανυψωτικός γερανός κατασκόπευε τη θέση του στρογγυλού τραπεζιού με κίνηση οβάλ στην επέκταση της καρέκλας ο τίγρης ακριβή
ατυχώς ο καιρός όρισε το πτερόεν ουράνιο κάλεσμα καθώς μες στο λαβύρινθο έπαιζαν παιδιόθεν με ένα άσχημο αγόρι που το ονόμασαν περιπαικτικά μινώταυρο

νοέμβριος

οδοιπορούσε την παλαιά πόλη με στιβαρό βηματισμό ενδεδυμένος άναρχα πειθαρχημένα ποιήματα ανάμεσα σπονδυλικής και εύζωνης ήταν στον τροχό που ’χε πολεμήσει τον έρωτα και μαρτυρήσει την αγάπη στάθμευε στη μεθόριο ανάβοντας τσιγάρο ενώ ομάδες μιας έσχατης κατηγορίας ίδρωναν το απόγευμα τα δοκάρια των ευθύβολων στόχων κινούσε για τον καφενέ εύκαυλος αφηνιασμένος σεξουαλικός καθώς αλλεπάλληλες κλήσεις σ’ εκείνην παρέμεναν αναπάντητες

συμπεριφορές γυναικών

Dans Le Port d’ Amsterdam, Jacques Brel

η ευαισθησία αγγίζει το πεδίο της συναισθηματικής βασάνου αντιμετωπίζουν προασπίζοντας φανατικά καταστάσεις ευχόμενες άπιστες να οδηγηθούν την αγιοσύνη της αμαρτίας όμως ο άνθρωπος είναι από τη φύση του σκοπός η σήψη εμφανίζεται ή εξαφανίζεται κατά τρόπο μυστικό η επάρατος σαφώς συγκινεί αλλά δε ριγεί τα ειλημμένα καθώς εκλιπαρούν το βιασμό περιμένουν να αναπνεύσουν τη σύλληψη της εσχάτης προδοσίας ενώ άμοιρες άμουσες κι άωρες διαπομπεύονται στην καρμανιόλα μιας τουρκεμένης ύπαρξης


μπορντέλο πολυτελείας ράθυμων συμποσιαστών

φασματικά ελαύνει τους αριθμούς γράμματα της λαλιάς που τον ξέβρασε στον πλανήτη εγκληματία τέτοιος χαλασμός από καταβολής είδους ούτε ο Κρόνος δε χώνεψε τα παιδιά του ένας ψυχασθενής υψώνει την ένταση της φωνής χτυπώντας τα δάχτυλα στην ξύλινη μπάρα προσγειωμένος κοντά ένας ωτακουστής αρχέτυπης εκφοράς σκαλίζει μία αλκοολική προφορικότητα όπως τα κόκαλα σε τάφους ομαδικούς ατάκτως ερριμμένα παρατηρώντας υπερκινητικούς και κόρες βάσανα μέσα στο ένοχο κενό θορυβημένων συνομιλιών λέοντες νερολέοντες πετρολέοντες πυρολέοντες πτερολέοντες στρατωνίστηκαν αυτεπάγγελτα κι εκπαιδεύτηκαν ορκισμένοι την ύπαρξη απότομα σφύρα η άγκυρα ακόντιο το καμάκι βέλος το τόξο μια κι η αγάπη μεταστάτησε κι ο έρωτας στάλιασε γενέθλιος ή ψευδοκράτορας στα λαϊκά μπορντέλα της παλαιάς πόλης με τις τσατσάδες στα σαλόνια παράγκες να φιλοξενούν τραβεστί κι αρώματα φτηνά νύχτας ακολασίας μόνο πιωμένος μπαίνει εδώ κι όταν αρχίζουν να κράζουν οι πατρόνες διώχνει τις πόρνες βγάζει το προφυλακτικό και χύνει εύκαυλος αυτοαυνανιζόμενος κι αγέρωχα μόνος

δεκέμβριος

μήνες είχε την Κυριακή να βράσει νερό και να φτιάξει καφέ στο υγρό ενοικιασμένο διαμέρισμα μιας καθημαγμένης πολυκατοικίας πολιτείας συνήθως αλαφιασμένο τον εύρισκε η πρωινή καμπάνα να ντύνεται βιαστικά κι άπλυτο να καταβροχθίζει τους δρόμους μιας βρόμικης πόλης που αγαπούσε τα έγκατα και τις εκατόμβες της τον κυρίευε εκείνη η απελπισία εκείνη η θλίψη εκείνη η πίκρα εκείνη που από παιδί καταχώνιαζε στο ηφαίστειο των σπλάχνων ένιωθε την πέτρα πιο κοντά από ποτέ και μαρμάρωνε την παρουσία εκβίαζε τη γραφή ανερυθρίαστα καθώς οι άνθρωποι γύρω φάνταζαν ενοχλητικά ανίκανοι να αναπνεύσουν την ατέρμονη ζωή του θανάτου έχοντας αντικαταστήσει το αυθόρμητο αίμα με το έκτρωμα της ανήλιαγης διεκδίκησης ευκαιριακών και προγραμματισμένων αεροπορικών εισιτηρίων ξημερώθηκε τη Δευτέρα σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο η αγορασμένη φίλη δεν αγωνιούσε με τη χαρακωμένη όψη των φρενοβλαβών οδοκαθαριστών της πρώτης περισυλλογής σκυβάλων είχε ώρα εκμυστηρευτεί στον παροδικό εραστή την ηλεκτρική παγωμένη ανάσα της ερωμένης εωθινής εταίρας

ασώματη ρότα βρυχηθμού

πλάνης με χαρισμένο σημειωματάριο μπλοκ μες στο κενό της έμπνευσης μαγνητίζεται τέσσερα ζευγάρια παπουτσιών στην ίδια απόχρωση συναντούν το παραταγμένο βλέμμα τα κορδόνια μειδιάζουν σκοτεινιάζοντας αντίκρισε δυο φορές το κόκκινο αυτοκίνητο να βυθίζεται σισύφεια την ταραχή η σκρόφα μάγισσα με το τσουκάλι του καρατομημένου σώματος χλεύαζε την περιδίνηση μιας άψυχης ύπαρξης συγκεντρωνόταν ακίνητος το πλήθος διαμελίζοντας τις αισθήσεις στο μπαλαούρο ο χέρσος νεροχύτης αδιαφορούσε ενώ ο καθρέφτης χάραζε μαεστρικά την κίνηση της οδοντόβουρτσας η ατέρμονη μάζα της τρέλας ακροβατούσε στο σμίξιμο των φρυδιών η νηοπομπή έδεσε στους σάπιους ντόκους οι άγκυρες σφηνώθηκαν το θώρακα οι ανεμόσκαλες αμμοβόλησαν μαρμαρυγώντας τα άχρωμα ψαροπούλια στο λιμεναρχείο η αναστάτωση διευθετήθηκε αστραπιαία μόλις ο επιβάτης σκιά νομιμοποίησε την άφιξη και την εγκαθίδρυση της ποταπής κωμωδίας


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles