( Πίνακας της Όλγας Βερυκάκη)
`
Ο θρίαμβος της λογικής
Τον βρήκαν κρεμασμένο μόνο μια φορά
κι ας είχε κρεμαστεί πολλές ως τότε΄
του άρεσε εκείνο το κολπάκι
πάνω απ΄τη θάλασσα,
η ξεκοιλιασμένη πλαγιά
με τα κόκκινα χώματα
και τα σκούρα, εφτάψυχα πουρνάρια,
που όταν φυσούσε, φυσούσε
κι αν δεν υπήρχε κανείς,
ήταν απόλυτη μοναξιά.
Θα κάνει, λέει, κρύο -
τότε ταιριάζουν όλ΄αυτά μεταξύ τους,
παγώνουν τα χείλια, πρήζονται ολοκόκκινα
και κοιτάζεις με αγωνία τα κύματα που αφρίζουν.
Αν τύχει και παραπατήσεις, φεύγουν πέτρες
και θα βρεθείς στο γκρεμό΄
εκεί δεν ζει κανείς - μόνο οι σκοτωμένοι-
γι΄αυτό ας γυρίσουμε σιγά σιγά
στα σπίτια μας.
`
*
Τρίπτυχο
Όλες τις ηλικίες έχεις πάνω σου,
είπες,
μοιάζεις με έφηβο όταν θυμώνεις,
είσαι ενήλικας όταν σκέφτεσαι,
η πλάτη σου είναι σαν μωρού παιδιού.
Ένιωσα ένα φως δυνατό στον ορίζοντα
κι η μάνα μου
θα ήταν σε μένα που χαμογελούσε,
γιατί με έβλεπε ευτυχισμένο.
`
*
Οι ποιητές
όταν βγουν στη σκηνή μοιάζουν ακέραιοι,
τους τυλίγει ένα πλέγμα ημίθεο
και αναρωτιέσαι
ή πάλι
συρρικνώνεσαι καθηλωμένος.
Δεν υπάρχει ραγισματιά στη φωνή του ποιητή
- κάτι που μαρτυρεί πληγή ανοικτή - εκτός ίσως
από μια τεχνητή απαγγελίας.
Παίζουν με ευκολία αποχρώσεις γλωσσικές
ανάμεσα στο andante ή το lamento,
περνούν απρόσκοπτα
από το αρχαίο δράμα στην κωμωδία,
στους στίχους κάποιου αυτόχειρα,
ενός νεκρού,
κάποιου που θυσιάστηκε ποτίζοντας το λόγο,
φιλομαθή ή εθνικού,
φιλόσοφου ή μοναχού
αλλά προ πάντων μόνου.
Οι ποιητές δεν εκδίδονται εύκολα -
είναι σκληρή η κριτική.
Όταν αποσύρονται,
φεύγουν πεζοί
διασχίζοντας πάντα τα πιο σκοτεινά σημεία
και στην εξώπορτα
κάνουν πως ψάχνουν ώρα το κλειδί
πριν μπουν στο άδειο σπίτι.