Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

«Το ποίημα “Απροσδιόριστη Χρονολογία”του Μ. Αναγνωστάκη» (γράφει η Ευαγγελία Κολαΐτη)

$
0
0

Απροσδιόριστη Χρονολογία

Αυτή η μέρα πέρασε χωρίς καμιάν απόχρωση
Τόσο διαφορετική από τις άλλες μέρες
(Ίσως η απαρχή ομοίων ημερών)
Έσβησεν έτσι ανάλαφρα όπως ήρθε

Χωρίς να παιχνιδίσει ο ήλιος στα κλαδιά
Τράβηξε τις κουρτίνες της με διάκρισην η νύχτα.
Μια μέρα τόσο διάφορη απ’ τις άλλες
Χωρίς τα σύμβολα του «πλην» και του «συν» π’ αυλακώνουν τη σκέψη
Χωρίς να βαραίνει καν τη ζυγαριά της μνήμης

Πες σα μια σαπουνόφουσκα που τρυπήσαμε με την καρφίτσα
Σαν τον καπνό τσιγάρου χωρίς άρωμα.
Έτσι έπεσε ένα φύλλο από το καλαντάρι
Δίχως τον παραμικρότερο ήχο
(Χάθηκε και δεν ψάξαμε να το βρούμε)

Έμεινε το συρτάρι μας όπως τ’ αφήσαμε.
Ίσως —λες— πως δεν ήτανε καν μια μέρα
Μόνο που σήμερα φωνάζουν αρνητικά οι αριθμοί
Το ρολόι γυρισμένο ένα ακόμα εικοσιτετράωρο
—Λες— πως περάσαμε ασυνείδητα τα μεσάνυχτα

Έναν ολόισιο ασφαλτοστρωμένο δρόμο.

Ζώντας σε μια εποχή “χωρίς τα σύμβολα του “πλην” και του “συν” π’ αυλακώνουν τη σκέψη”, πώς προσλαμβάνει το σύγχρονο αναγνωστικό κοινό το στίχο του Μανόλη Αναγνωστάκη στο ποίημα “Απροσδιόριστη Χρονολογία”;

Το 1945, ο Μανόλης Αναγνωστάκης δυσφορεί να ζει μέσα σε μια μέρα “διάφορη” των άλλων, “χωρίς τα σύμβολα του “πλην” και του “συν” π’ αυλακώνουν τη σκέψη”. Πρόκειται για μια ποιητική ομολογία η οποία στερούμενη την κωδικοποιημένη μορφή της θα προκαλούσε σίγουρα. Κάτω όμως από μια τόσο χαμηλόφωνη μεταφορά ,το φορτίο των δύο συμβόλων σχεδόν εξουδετερώνεται.
Ο παραπάνω στίχος βρίσκεται στο ποίημα “Απροσδιόριστη Χρονολογία” της πρώτης δημοσιευμένης συλλογής του Αναγνωστάκη “Εποχές”(1945). Μας τοποθετεί αυτόματα μπροστά στο πολιτικό τοπίο της εποχής και συγκεκριμένα από την πλευρά των υποστηρικτών της μαρξιστικής ιδεολογίας. Ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόλις έχει λήξει ,τα πολιτικά πάθη βρίσκονται σε αναβρασμό και περιμένουν να εκδηλωθούν με την ωμότητα του ελληνικού εμφυλίου ένα χρόνο αργότερα.

Ειδικότερα, ο στοχασμός του ποιήματος κινείται γύρω από την προσαρμογή στον καθημερινό βίο μιας ειρηνικής κοινωνίας, ύστερα από αγώνες και θυσίες που δεν επέφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η προσαρμογή αυτή για έναν αγωνιστή πολέμου εμφορούμενο τα ιδανικά της αριστεράς είναι αδύνατη ,θα λέγαμε μάλιστα πως ταυτίζεται με την ίδια την διάψευση της ζωής. Μια υλιστική ζωή αφήνει το ποιητή απαρηγόρητο, τα αυλάκια της σκέψης του άνυδρα. Η “ζυγαριά της μνήμης” σταματά να βαραίνει και μένει ακλόνητη σε μία φαινομενική μικροαστική ισορροπία. Με ψυχολογικούς όρους, η βίωση της πραγματικότητας μετά την κατάβαση από τον τροχό της ιστορίας είναι δυσβάστακτη καθώς το ανθρώπινο θυμικό έχει σημαδευτεί ανεπανόρθωτα. Η μεταπολεμική προδοσία των ιδεών, η φθορά ,οι απογοητεύσεις και οι συμβιβασμοί διαγράφονται ανεξίτηλα τόσο στην ψυχή όσο και στην ποίηση του Αναγνωστάκη.

Μέσα στη δίνη του πολέμου η σκέψη του ποιητή και της γενιάς που εκπροσωπεί βρίσκεται σε ενάργεια: αξιολογεί την ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα, ερμηνεύει τα γεγονότα, προετοιμάζει τις επόμενες πολιτικές δράσεις. Η ιστορία γράφεται από λεπτό σε λεπτό και οι οξυδερκείς συνειδήσεις όπως αυτή του ποιητή το έχουν ήδη συλλάβει. Αυτό ακριβώς αποτυπώνει συνδηλωτικά και ο ίδιος με τη μεταφορά “ χωρίς τα σύμβολα του πλην και του συν π’ αυλακώνουν τη σκέψη”. Για τον Αναγνωστάκη και τη γενιά του η ενάργεια της σκέψης προσλαμβάνεται θετικά ως μια πραγματικότητα αναγκαία για την ίδια την επιβίωση μέσα στην πολεμική σκηνή και την διατήρηση της πνευματικής υγείας των αγωνιστών.

Αυτή η αέναη εγκεφαλική δραστηριότητα ξενίζει τη γενιά του 21ου αιώνα. Εδώ, η σήμανση του στίχου τρέπεται αρνητικά. Την αναπόφευκτη πολιτική στράτευση της μεταπολεμικής γενιάς διαδέχεται μια νεανική κυρίως τάση η οποία τείνει να χαρακτηριστεί apolitique. Γι’αυτήν, η περίοδος ειρήνης αποτελεί προυπόθεση της κοινωνικής και πολιτικής ευημερίας μέσα στην οποία το άτομο αναπτύσσει ελεύθερα και ολόπλευρα την προσωπικότητά του. Παράλληλα, το καπιταλιστικό σύστημα με την αναγκαία συμμετοχή του ατόμου στην παραγωγή τού εξασφαλίζει την κάλυψη των υλικών αναγκών η οποία εν μέρει γίνεται το επίκεντρο της ζωής του. Βλέπουμε λοιπόν, μια στροφή από την συλλογικότητα και την συμμετοχή στα κοινά στον εγκλωβισμό του ατόμου στον ίδιο του τον εαυτό. Η ιδεολογική αυτή τάση του ατομικισμού είναι αποχρωματισμένη πολιτικά, δεν ευνοεί ούτε επιδέχεται το αυλάκωμα της σκέψης. Η πολιτική αδιαφορία ,καλυμμένη πολλές φορές από το ένδυμα της αγανάκτησης στερεί του ατόμου τη διαμόρφωση μιας σφαιρικής εικόνας για την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Με λίγα λόγια, μια πολιτική σκέψη χωρίς “τα πλην και τα συν” είναι μια σκέψη πολιτικά ασυνείδητη η οποία αποπροσανατολίζει παρά καθοδηγεί την νέα γενιά. Είναι λοιπόν εμφανές το κοινωνικό και πολιτικό χάσμα μεταξύ των δυο προαναφερόμενων γενεών το οποίο καθορίζει και την πρόσληψη του έργου.

Ο σύγχρονος αναγνώστης νιώθει σχεδόν ανοίκεια μπροστά στον ιδιαίτερο αυτό στίχο τον οποίο προσλαμβάνει εν τέλει με αρνητικό πρόσημο. Γι’αυτόν, η αυλακωμένη σκέψη είναι εμπόδιο της υλικής ευημερίας του, δεν έχει χρόνο ούτε και διάθεση να ελέγξει και να συλλάβει την πολιτική σκηνή. Αρέσκεται στο να περνούν οι μέρες του χωρίς αποχρώσεις ,με άλλα λόγια, σε μια εύκολη και ήσυχη ζωή. Η αμηχανία του μπροστά στην διακριτική ειρωνεία του Αναγνωστάκη για τα μικροαστικά αγαθά όπως οι σαπουνόφουσκες και ο καπνός ,αρωματισμένος ή όχι ,είναι σίγουρη. Ταυτόχρονα ,ο αρνητικός συναισθηματισμός που αποπνέει ο ίδιος ο στίχος σε συνάρτηση με το όλο ποίημα καταφέρνει την υποβολή του αναγνώστη και την δημιουργία ενοχικών συναισθημάτων. Μορφολογικά αυτό αποδίδεται εύστοχα με το “πλην” να προηγείται του “συν” στο στίχο. Τελικά, ο αναγνώστης αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα στο ποίημα: είναι πράγματι ένας από τους ανθρώπους που δεν επιδιώκει την ενεργοποίηση της σκέψης ,της μνήμης ,της δράσης.
Συμπερασματικά, η υποβολή αυτή του αναγνώστη σε μία τόσο ασφυκτική κατάσταση αποτελεί συνειδητή επιλογή του ποιητή. Ο τελευταίος απευθύνεται σε ένα αναγνωστικό κοινό (αυτό του 1945) με δεδομένα χαρακτηριστικά την προσαρμογή σε μια ήρεμη μικροαστική ζωή τα οποία ταιριάζουν εξίσου στον αναγνώστη του 21ου αιώνα. Με αυτόν τον τρόπο ο λόγος του Αναγνωστάκη αποβαίνει απόλυτα προφητικός καθώς βρίσκει ανταπόκριση εβδομήντα χρόνια αργότερα. Η προφητεία του δεν αφορά μόνο τη σύγχρονη εποχή αλλά και το εγγύτερο για αυτόν μέλλον του εμφυλίου σπαραγμού όταν “τα σύμβολα του “πλην” και του “συν”” επανέρχονται με την πιο ωμή εκδοχή τους η οποία στο ποίημα εικονοποιείται με τον καταληκτικό στίχο(“έναν ολόισιο ασφαλτοστρωμένο δρόμο”). Επομένως, η προφητεία αυτή φέρει αρνητική σήμανση καθώς ο ποιητής δεν αφήνει καμία διέξοδο στον αναγνώστη. Αντίθετα, τον τοποθετεί στο εφιαλτικό τοπίο μιας ασφάλτου ατελείωτης ,δυσοίωνης και ταυτόχρονα αφομοιωτικής ικανής να ισοπεδώσει κάθε απόκλιση από την “ολόισια” τροπή της.

Αναφορικά με τη διακειμενικότητα του στίχου “χωρίς τα σύμβολα του πλην και του συν π’ αυλακώνουν τη σκέψη” ,εύλογη καθίσταται η συνομιλία του με το στίχο του Οδ.Ελύτη στο Άξιον Εστί (1959):

“Η ειρήνη θέλει δύναμη να την αντέξεις”

Παράλληλα, ενδιαφέρουσα φαίνεται και η συσχέτιση του στίχου του Αναγνωστάκη με το ποίημα του Κ.Π.Καβάφη “Περιμένοντας τους βαρβάρους” (1904) και συγκεκριμένα με τη διαπίστωση που γίνεται στον τελευταίο στίχο :

“Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.”

Και στις δύο περιπτώσεις η περίοδος της ειρήνης αντιμετωπίζεται με αμηχανία παρά με πάθος για ζωή και δημιουργία.

Συνοψίζοντας, ο χαμηλόφωνος στίχος του Αναγνωστάκη στο ποίημα “Απροσδιόριστη χρονολογία”, αφενός αποδίδεται με έναν κωδικοποιημένο τρόπο που προσδίδει πέρα για πέρα το στίγμα του ίδιου του ποιητή, αφετέρου λειτουργεί συνδηλωτικά σύροντας με τη σειρά του “τα “πλην” και τα “συν”” του αξιολογικού χώρου της πρόσληψης.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles