`
«ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΒΙΒΛΙΟ»:
Της ιστορίας και της λύπης. Της μοναξιάς και της ελπίδας.
`
«Αγαπούσα πάντα την ιστορία-ήταν ο ένας μου δάσκαλος, ο άλλος ήταν η λύπη» εξομολογείται ο Δημήτρης Χατζής ,που - στο πρώτο του βιβλίο που εκδόθηκε μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα από το παραπέτασμα- εξακολούθησε να μένει πιστός στη διπολικότητα των πραγμάτων, το γιν και το γιανγκ μιας προσπάθειας εναρμόνισης των πάντων. Aίτημά του η εξασφάλιση της ισορροπίας, αφού γι’ αυτόν-σύμφωνα με τον Ε. Γ. Καψωμένο- «το πρόβλημα του πολιτισμού μας είναι πρόβλημα αποκατάστασης της αρμονίας του ανθρώπου με τον κόσμο» και γιατί «αυτό που ορίζει το το ενιαίο σύμπαν του Χατζή[…]είναι η κρίση. Η κρίση δεν είναι μια έννοια στατική, είναι ένα φαινόμενο που εκδηλώνεται δυναμικά σε πολλαπλά επίπεδα.
Ξεκινώντας από τον τίτλο του βιβλίου, στήνει μια σειρά διπλόστροφων σχημάτων πριν καταλήξει στο επιλογικό «…βιβλίο της μοναξιάς είναι κι αυτό-της δικής σου μοναξιάς το βιβλίο, στον κανένα τόπο, στον κανένα καιρό-που βρίσκεσαι εσύ πεταμένος και πού ‘χω φτάσει κι εγώ…» και ταυτόχρονα «…της ελπίδας το βιβλίο θα ‘θελα να ‘ναι το δεύτερο αυτό το δικό σου. Για το σημερινό το δικό μας κόσμο…» .
Στο σημερινό δικό μας κόσμο(του μνημονίου και της τρόικας, της κρίσης -σε παγκόσμιο επίπεδο και ιδιαίτερα βαθιάς σε εθνικό…) οι θεωρητικές απόψεις του συγγραφέα αναδεικνύονται τραγικά επίκαιρες.
«Και δεν είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν στις ελληνικές μοναδικότητες μέσα στην ιστορία. Γι αυτό δεν τα βλεπα καθόλου παράξενα και μοναδικά αυτά που γίνονταν στην πατρίδα μας τότε όσο κι αν είχαν τον μοναδικό τους τρόπο να γίνονται. Έβλεπα δηλαδή την κρίση που περνούσε η πατρίδα μας, αξεχώριστη από τις γενικότερες αιτίες και καταστάσεις που είχανε την ισχύ τους και για τον άλλον τον κόσμο»
`
Ως μαρξιστής διανοούμενος είναι διεθνιστής και από την άλλη, όμως ,θερμός πατριώτης, ένας συνδυασμός που, τρεφόμενος από τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού, του επιτρέπει να είναι ένας αληθινός διανοούμενος. Δημιουργικά ανεξάρτητος από τα πολιτικά του πιστεύω, ερμηνεύοντας σε βάθος τη συμπτωματολογία των φαινομένων και εντάσσοντας τα σε ευρύτερα σχήματα , ενσωματώνει τις πολιτικοοικονομικές του αναλύσεις στα λογοτεχνικά του έργα χωρίς σίγουρα να παύει(όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Νούτσος) «να δημιουργεί πρώτιστα ως λογοτέχνης και φιλόλογος» Σύμφωνα με τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο ,«ένας μεγάλος συγγραφέας, όπως είναι ο Δ. Χατζής, εμβαθύνοντας σε μια μικρή κοινωνία, μπορεί να συλλάβει και να αποδώσει συγκρούσεις, αντιθέσεις, υπερβάσεις, οι οποίες αποκτούν ένα οικουμενικό χαρακτήρα που απευθύνονται σε όλους μας», χωρίς να καταφεύγει σε εσωστρέφεια. Η Βενετία Αποστολίδου, μελετήτρια του έργου του, αποφαίνεται «εκείνο που ενδιαφέρει είναι να συνδέσει την ιστορία της συγκρότησης του νεοελληνικού έθνους με την έλευση του σύγχρονου κόσμου, την εδραίωση των καπιταλιστικών σχέσεων, την εκκοσμίκευση της πνευματικής ζωής, τον εξορθολογισμό της κοινωνίας. Το έργο του είναι προσηλωμένο στη μελέτη αυτής της ιστορικής διαδικασίας και επιδιώκει να μετασχηματίσει αυτό που γνωρίζαμε ως συνείδηση της εθνικής συνέχειας σε συνείδηση της νεοτερικότητας» Καθόλου τυχαία λοιπόν χαρακτηρίστηκε από τον Λίνο Πολίτη «γνήσια αφηγηματική φλέβα» και από τον Α.Σαχίνη «αναμφισβήτητο πεζογραφικό ταλέντο»
`
«Εμείς δεν περάσαμε οργανικά, φυσιολογικά από τη μια κατάσταση δική μας σε μιαν άλλη επίσης δική μας κατάσταση, αλλά βρεθήκαμε να σαν να μας ξεκόλλησαν και να μας πέταξαν σε μια κατάσταση που δεν την ξέραμε και δεν την ορίζαμε. Η σημερινή καταναλωτική κοινωνία μας δεν ήρθε από δική μας προετοιμασία, από μια αστική πορεία και πρόοδο, από μια νομοτέλεια, μας ήρθε ξαφνικά και βρίσκοντας μας απροετοίμαστους μας διέλυσε[…] και βρισκόμαστε έτσι και νομίζω ότι θα βρισκόμαστε για κάμποσο ακόμα, στο μεταίχμιο δύο εποχών, δύο κοινωνιών. Και ακριβώς αυτό: Μεταίχμιο σημαίνει παντού και πάντα σύγχυση των ιδεών, ανυπαρξία ιδεών καθαρών και κατευθυντήριων…» έγραφε ο Χατζής στο περιοδικό Αντί το 1985 προσπαθώντας να ερμηνεύσει το φαινόμενο της κρίσης της εποχής του και τις αντιδράσεις των κοινωνικών μονάδων απέναντι σ’ αυτό καθώς με τη συμπεριφορά του ο καθένας επηρεάζει τον κοινωνικό ιστό. Οι καλά συγκροτημένες θεωρίες του, προβαλλόμενες στην Ελλάδα του σήμερα, δεν παύουν να χάνουν ούτε ίχνος της ερμηνευτικής τους δυναμικής όσον αφορά τη θέση της χώρας μας στο σύγχρονο κόσμο και της πρωτοφανούς κρίσης που βιώνει ο κάθε Έλληνας. H σημερινή καταναλωτική κοινωνία μας ακολουθεί αντίστροφα την ίδια πορεία που περιγράφει ο συγγραφέας, υπό τις συνεχείς απειλές παγκόσμιων οικονομικών συμφερόντων. Ξεκολλημένοι από μια κατάσταση που δεν ήταν δική μας, σε μια άλλη κατάσταση που ούτε γνωρίζουμε ούτε ορίζουμε και που το ίδιο ξαφνικά μας βρήκε, το ίδιο απροετοίμαστους και μας διαλύει. Έτσι ακριβώς!
Το φαινόμενο της μετανάστευσης που διαπραγματεύεται ο Χατζής στο βιβλίο του επανέρχεται δραματικά με τη διαφορά ότι δεν είμαστε πια σ’ εκείνη τη μεταπολεμική περίοδο. («Ήθελα να φύγω, να ξεφύγω μοναχά όπου να ναι. Έτσι λέω γίνεται το σκόρπισμά μας, ο ξεριζωμός ο δικός μας. Δε θέλουμε κάπου να πάμε. Θέλουμε να φύγουμε μόνο»). Τραγικά ειρωνικές, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ακούγονται οι απόψεις του, από τη στιγμή που αντί αφετηρίας μεταναστευτικού ρεύματος η Ελλάδα , έγινε ο προορισμός-παράδεισος μεταναστών (βαλκάνιων, ανατολικοευρωπαίων, ασιατών και αφρικανών) και είδαμε την άλλη όψη του νομίσματος.
Αυτά και άλλα πολλά σημεία ,που θα δούμε στη συνέχεια ,αναδεικνύουν την επικαιρότητα της σκέψης αυτού του διανοητή και τις λογοτεχνικές του αρετές που τον κατατάσσουν στους σημαντικότερους λογοτέχνες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΒΙΒΛΙΟ, που επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Ροδακιό το 1999 (σε μια προσπάθεια συγκέντρωσης του έργου του συγγραφέα από τον εκδοτικό οίκο) συμπλήρωσε ήδη 36 χρόνια από την πρώτη του έκδοση στις εκδόσεις Εξάντας. Ενδιάμεσα κυκλοφόρησε μια δεύτερη έκδοση του από τις εκδόσεις Κείμενα ξανακοιταγμένη από το συγγραφέα το 1977 και μια τρίτη την ίδια χρονιά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, κάνοντας ανάρπαστο το έργο στα τέλη της δεκαετίας του 70, ενώ μεταξύ 1989 και 1998 κυκλοφορούσε από τις εκδόσεις Ζώδιο. Μερικά από τα κεφάλαια του βιβλίου δημοσιεύτηκαν αυτόνομα στις εφημερίδες Νέα, Καθημερινή και στο περιοδικό Ηριδανός, ένα χρόνο πριν την αρχική έκδοση του βιβλίου.
`
Ο Δημήτρης Χατζής γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1913,πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με ποιήματα και το 1932 εντάχθηκε στο Κ.Κ.Ε. Το 1936 εξορίστηκε στη Φολέγανδρο και λίγους μήνες αργότερα, ελεύθερος πια, δημοσιογραφούσε στον Ριζοσπάστη και σε άλλα έντυπα του κόμματος.
Στην αντίσταση εντάσσεται στο Ε.Α.Μ, αργότερα εξορίζεται στην Ικαρία, επιστρέφει στο βουνό και τελικά με την ήττα του Δημοκρατικού στρατού εγκαταλείπει την Ελλάδα ως πολιτικός πρόσφυγας σε διάφορες χώρες του γνωστού παραπετάσματος. Το 1950 του αφαιρείται η Ελληνική ιθαγένεια και το 1952 διαγράφεται από το Κ.Κ.Ε.. Περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της εξορίας του στην Ουγγαρία και διδάσκοντας παράλληλα στο πανεπιστήμιο, εκδίδει διάφορα έργα του (Φωτιά, Το τέλος της μικρής μας πόλης, Θητεία, Ανυπεράσπιστοι, Σπουδές, Το πρόσωπο του Νέου ελληνισμού) Επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα το 1975 και πεθαίνει στην Αθήνα το 1981.
`
Το ΔΙΠΛΟ ΒΙΒΛΙΟ άρχισε να γράφεται στην Ουγγαρία και ολοκληρώθηκε με την επιστροφή του συγγραφέα στην Ελλάδα, το 1975. Ζώντας 25 χρόνια σε χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, όπου επικρατούσε το ρεύμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού,το βιβλίο του είναι μεν ρεαλιστικό, (ουμανιστικός ρεαλισμός, όπως χαρακτηρίστηκε ), χωρίς όμως ν’ απουσιάζουν τα χαρακτηριστικά του παραδοσιακού μυθιστορήματος καθώς και μοντέρνα χαρακτηριστικά όπως το σπάσιμο της φόρμας Η ενασχόληση του, παράλληλα, με τις παραδοσιακές κοινωνικές δομές και την ελληνική επαρχία τον κατατάσσει στους ανανεωτές της ηθογραφίας και στους πρωτοπόρους της νεωτερικής μας πεζογραφίας.
Όσον αφορά στην αφηγηματική δομή-που ζητήματα της θέτει ήδη από τον τίτλο του βιβλίου - το διπλό σχήμα αποτελεί ένα από τα διακριτικά γνωρίσματα του Χατζή που του προσδίδει «εντοπιότητα», αν δεχτούμε τη θεωρία για το κυκλικό μοντέλο της ελληνικής σκέψης.
Για την εντοπιότητα αυτή δίψαγε ο συγγραφέας, παρά το γεγονός ότι είχε συνηθίσει την ξενιτιά τόσα χρόνια. άλλωστε, όπως σημείωνε σε μια επιστολή που έστειλε στην αδερφή του στις 1/6/1965 «…ξενιτεμένος συγγραφέας δεν ξέρω αν υπήρξε-μονάχα από τη ρίζα σου μπορείς να τρέφεσαι. Γι’ αυτό και μόνο θέλω να γυρίσω.»
Ο τίτλος του βιβλίου υποδηλώνει ακόμα και τη δομή του βιβλίου που ολοκληρώνεται σε εννέα κεφάλαια που το καθένα έχει νοηματική αυτοτέλεια και θα μπορούσε να αποτελεί αυτόνομα διήγημα. Άλλωστε, κάποια από αυτά τα κεφάλαια, δημοσιεύτηκαν αυτόνομα σε εφημερίδες και περιοδικά πριν την πρώτη έκδοση του Διπλού Βιβλίου και υπάρχουν επίσης αυτόνομα κάποια από αυτά στα σχολικά εγχειρίδια διδασκαλίας της ελληνικής λογοτεχνίας. Αυτό ,όμως, δεν εμποδίζει το συγγραφέα να συνθέσει μ’ αυτά ένα μυθιστόρημα που «ανιχνεύει την ενότητα του ρομέικου στο σύγχρονο κόσμο» εννοώντας προφανώς με τη λέξη ρομέικο την έννοια της εθνικής ταυτότητας. Κι όπως ομολογεί ο ίδιος ο συγγραφέας στο περιοδικό ΛΕΞΗ το 1981 « σαν μια έκφραση της ελληνικής αγωνίας μπροστά στο σύγχρονο κόσμο»
`
Ο Χατζής πραγματεύεται μια ποικιλία θεμάτων- από την εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, τη σύγκριση της Ελλάδας με άλλες χώρες, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο και την εθνική ταυτότητα του ανθρώπου που οδεύει προς την παγκοσμιοποίηση μέχρι τη χρεοκοπία των ηθών, την τεχνοκρατική εξέλιξη, το ρόλο της αριστεράς, τη νοσταλγία, την μοναξιά και τον έρωτα. Επίσης στο Διπλό Βιβλίο είναι εύκολο να παρατηρήσει κανείς ίχνη της ζωής του συγγραφέα από τους αγώνες του , τη διάψευση των ονείρων της γενιάς του, το νόστο του μετανάστη και την ελπίδα. Παρά την βαθιά απογοήτευση που τον διακρίνει στην επεξεργασία των θεμάτων του, η αριστερών καταβολών κοσμοθεωρία του συγγραφέα δεν του επιτρέπει να παραιτηθεί από το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου αφού «η ζωή πάει πιο πέρα» σε «μια καινούργια ανθρώπινη κοινωνία-του δικού μας κόσμου, του σημερινού…. Και θα φτιάξουμε μια πατρίδα για μας-εκεί στην πατρίδα μας την Ελλάδα»`
`
Περιληπτικά θα λέγαμε ότι σε όλο το έργο το παρόν αντιμάχεται το παρελθόν ρίχνοντας λοξές ματιές στο μέλλον: Η εμπειρία της μετανάστευσης -όταν το υποκείμενο προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο που βρήκε και τον κόσμο που άφησε -μέσα από αντιθέσεις τοπικές, οικονομικές, εθνικές, κοινωνικές, συγκρίνοντας πρόσωπα και καταστάσεις… Το τραυματικό παρελθόν με μνήμες του εμφυλίου επανέρχεται, εξηγεί συμπεριφορές, δίνει απαντήσεις που δικαιολογούν την πορεία από την αφοσίωση στο συλλογικό όνειρο μέχρι την αλλοτρίωση που επιφέρει η καπιταλιστική κοινωνία με τα νέα ήθη που κομίζει…. Η νοσταλγία μιας επιστροφής-άλλοτε σε τόπο κι άλλοτε σε χρόνο- αποδεικνύεται άκαρπη κι η απαξία της νοσταλγίας αυτής το ίδιο αδιέξοδη …Kι αυτός ακόμα ο έρωτας φαίνεται αδύναμος να νικήσει σ’ αυτή τη μάχη με την αποξένωση . Την ίδια στιγμή μια νέα εργατική τάξη παλεύει για τα δικαιώματα της χωρίς ρατσιστικές παρεκτροπές. Οι πρωταγωνιστές του έργου, τελικά ,αποκτούν συνείδηση της κατάστασης τους και αποδέχονται την ήττα τους. Τα όνειρα ματαιώνονται ή μένουν ανολοκλήρωτα όπως κι αυτό το ίδιο το Διπλό Βιβλίο. Παρόλα αυτά ,στον επίλογο, ο απερχόμενος κόσμος παρουσιάζεται ως πρόλογος ενός σύγχρονου κόσμου που θα απεικονιστεί σε ένα καινούργιο βιβλίο με οδηγίες για μια καινούργια, περισσότερο ελπιδοφόρα αυτή τη φορά, αρχή.
Ο τίτλος του βιβλίου επιβεβαιώνεται συνεχώς από τη δομή και το περιεχόμενο του. Μια σειρά δυαδικών σχημάτων αναπαράγεται στην εξέλιξη του με βασικότερη αυτή του διπλού αφηγητή που είναι ταυτόχρονα και πρωταγωνιστής.
Ο πρώτος, ο Κώστας, οικονομικός μετανάστης στη Γερμανία, βλέπει τον εαυτό του, την πατρίδα του και τη χώρα που τον φιλοξενεί, ενταγμένα όλα με τον τρόπο του σ’ έναν κόσμο που αδυνατεί να καταλάβει και με τη δική του λαϊκή ματιά και γλώσσα πορεύεται από την άγνοια στη γνώση και από την σιωπή προς το λόγο.
Ο δεύτερος, ο ίδιος ο συγγραφέας που είναι ταυτόχρονα και ήρωας του έργου, ακολουθεί την αντίστροφή πορεία, με πιο φιλοσοφική και κατά μέρη λυρική διάθεση, από τη γνώση προς την άγνοια και από το λόγο προς τη σιωπή.
Η επικοινωνία των δύο αφηγήσεων συντελείται με την ολοκλήρωση των δύο διαδρομών στην διάρκεια των οποίων αρθρώνεται ο αφηγηματικός λόγος και τελειώνεται με την επικοινωνία των δύο αφηγητών.
Άλλα δυαδικά σχήματα μπορούμε να εντοπίσουμε στη θεματολογία των κεφαλαίων αφού κάποια από αυτά μπορούν να χαρακτηριστούν «γερμανικά» και άλλα «ελληνικά» ανάλογα με τον τρόπο δράσης τους. Επίσης στη διαπραγμάτευση μοναξιάς και έρωτα, άγνοιας και γνώσης- σε αντιδιαστολή, για παράδειγμα, του πρώτου με το έβδομο κεφάλαιο όπου ανατρέπονται πεποιθήσεις και χαρακτηρισμοί-, στη χρήση ρεαλιστικής παρουσίασης ή μεταφορικής σημασίας, στη διπλή ζωή της Αναστασίας, αδερφής του μετανάστη αφηγητή, ανάμεσα στον πραγματικό κόσμο κι αυτόν της φαντασίας της, στη χρήση της νοσταλγίας αλλού ως βασανιστικής κι ελπιδοφόρας κι αλλού απαξιωμένης. Τέλος, διαρκής παραμένει η δυαδικότητα ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, ανάμεσα στον κόσμο που φεύγει και στον κόσμο που έρχεται.
`
Η γλώσσα του Δημήτρη Χατζή με την προφορικότητά της, ζωντανεύει τους ήρωες που αποκτούν τη φωνή του τόπου και του χρόνου τους ενσωματώνοντας λέξεις τοπικών διαλέκτων ή ελληνικοποιημένες ξένες ή ακόμα και άλλες φορτισμένες με μια φιλοσοφική χροιά και λυρική διάθεση όπως αυτές στο λεξιλόγιο του συγγραφέα-αφηγητή. Σε συνδυασμό με την τεχνική του ο λόγος του διαμορφώνει ένα λιτό και ρεαλιστικό ύφος που ενισχύει την αμεσότητα χωρίς να χάνει την ποιητικότητα του . Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος «διαθέτει ένα στοιχείο που όλοι υποτιμούμε, μην πω πως απορρίπτουμε. Είναι ελκυστικός στην ανάγνωση. Απολαμβάνεις να τον διαβάζεις» κι όπως ολόσωστα παρατηρούσε πριν χρόνια ο Α. Κοτζιάς για τη γλώσσα του Δ. Χατζή «είναι γλώσσα δασκάλου. Όσο πιο γρήγορα ενσωματωθούν τα κείμενα του στα υποδείγματα για τη γλωσσική διδασκαλία, τόσο το καλύτερο για μας. Είναι μια γλώσσα φυσική, απλή και άμεση, ιδιαίτερα ευλύγιστη και ιδιαίτερα εύστοχη. Πουθενά, δεν έχει συναίσθηση ότι περισσεύει ή ότι λείπει μια λέξη» Η προτροπή εισακούστηκε και κείμενα του συγγραφέα έχουν ενσωματωθεί στα σχολικά βιβλία ενώ το υπουργείο Παιδείας της Κύπρου από το 2008 αποφάσισε την ένταξη του Διπλού Βιβλίου ως υποδειγματικό πολυδιάστατο λογοτεχνικό έργο στην διδακτική ύλη της Γ’ Λυκείου στο μάθημα της Λογοτεχνίας.
`
Θα πρέπει να σημειώσουμε επίσης την συνομιλία του βιβλίου με άλλα κείμενα κυρίως από το χώρο της ποίησης- μην ξεχνάμε ότι ως ποιητής πρωτοεμφανίστηκε ο Χατζής στα ελληνικά γράμματα- με έμμεσες αναφορές σε έργα των Σολωμού (Ελεύθεροι πολιορκημένοι) , Καβάφη (Περιμένοντας τους βαρβάρους), Σεφέρη (Μυθιστόρημα ΚΔ’) , Έλιοτ (Έρημη χώρα), Γκαίτε (Φάουστ). Επίσης επιχειρεί μια μικρή διασύνδεση με προηγούμενο βιβλίο του (Το τέλος της μικρής μας πόλης) δίνοντας την αίσθηση ότι με το μυθιστόρημα αυτό ολοκληρώνει ότι ξεκίνησε στην παλιότερη συλλογή διηγημάτων του σχετικά με την εξέλιξη της ελληνικής επαρχίας.
`
Το Διπλό βιβλίο δεν είναι από τα βιβλία που παλιώνουν και χάνουν το ενδιαφέρον τους, «εκατό χρόνια αργότερα και διακόσια και όσο υπάρχει ελληνική γλώσσα θα διαβάζεται και θα μελετιέται» όπως εκτιμά ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος. Επίκαιρο όσο ποτέ, ώστε να μπορεί μέσα σ’ αυτό «κάθε έλληνας να δει σαν μέσα από καθρέφτη κι ένα κομμάτι του δικού του πορτραίτου». Τα λόγια του-λόγια προφητικά ενός ανθρώπου με τη στόφα ποιητή που βλέπει πάνω και πέρα από τον καιρό του- από μια συνέντευξή του στο Δ. Γκιώνη για την Ελευθεροτυπία το 1980 μπορούν να περιγράψουν απόλυτα τη σημερινή κατάσταση της χώρας μας: «Έχουμε μια δυσκολία να συλλάβουμε τα πράγματα διότι δεν είναι μόνο δικά μας προβλήματα, αλλά όλων των προηγμένων χωρών της Ευρώπης, με τη διαφορά ότι εμείς δεχόμαστε και πίνουμε το μαύρο ζουμί των προβλημάτων των προηγμένων χωρών, ενώ έχουμε και τα προβλήματα της υπανάπτυξης μας που θα τα έχουμε οξύτερα στα χρόνια που έρχονται». Πέρα όμως από τη διατύπωση προβλημάτων διατύπωσε και λύσεις. Και ποιος δεν θα μπορούσε να διακρίνει, βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων, την τάση του εκλογικού σώματος να συμφωνήσει με την πολιτική σκέψη του Δ. Χατζή που δια στόματος του αφηγητή κατέγραφε προφητικά επίσης στο Διπλό Βιβλίο : «είπε πάντα ήσυχα και στρογγυλά πως ένα καινούργιο αριστερό κόμμα χρειάζεται στην Ελλάδα- αριστερό μα μακριά απ’ αυτούς. Και πως θα ναι δύσκολο να γίνει. Εμένα μ’ άρεσε πάντα να τον ακούω- και για το καινούργιο κόμμα- μπορεί λέω, στο τέλος σ’ αυτό να πάω και γω - και για τη δυσκολία- την καταλαβαίνω και γω με το μικρό το μυαλό μου, όσο τους βλέπω και τους ακούω τούτους εδώ στο ελληνικό καφενείο μας».
`
**************
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
`
ΒΙΒΛΙΑ
Γουλανδρής, Ν.(2001).491 Δελτία για τον Δ.Χ..Αθήνα: Μαύρη Λίστα
Γουλανδρής, Ν. (1991)Βιβλιογραφικό μελέτημα (1930-1989),Δημήτρη Χατζή, Αθήνα: Γνώση
Κοτζιάς, Αλ.(1982).Μεταπολεμικοί πεζογράφοι. Αθήνα : Κέδρος
___________.(1999) Δημήτρης Χατζής, μια συνείδηση της Ρωμιοσύνης, Επιστημονικό Συμπόσιο, Πάτρα: Αχαϊκές εκδόσεις
Πολίτης, Λ. (1978) Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Εκδ. Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης
ΣΑΧΙΝΗ, Α. (1965) Νέοι πεζογράφοι, Αθήνα, Βιβλιοπωλείο της Εστίας
Χατζής, Δ.(2011).Το διπλό βιβλίο. Αθήνα: Το Ροδακιό
Το Διπλό Βιβλίο-Υποστηρικτικό υλικό για τον καθηγητή (….).Υπουργείο Παιδείας και πολιτισμού Κύπρου, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπηρεσία ανάπτυξης προγραμμάτων, Κύπρος
`
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ
Καψωμένος Ε.Γ, Ο Δημήτρης Χατζής και το πολιτιστικό μας πρόβλημα, Ουτοπία, τχ 3 (1992) : 133-142
Φιλοκύπρου Έλλη, Ο διάλογος των αφηγητών στο διπλό βιβλίο του Δ.Χ Ελληνικά, τόμος 41ος ,τχ 2(1990): 329-339
Πατρίκιος Τίτος: Ένας αγώνας ως το τέλος, Αντί,183 (1981):16-17
`
ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Maka Kamousatze , Το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων μεταναστών στην Ελληνική Λογοτεχνία, Δ.Χ, το Διπλό βιβλίο http://www.eens.org/EENS_congresses/2010/Kamushadze_Maka.pdf Ανασύρθηκε στις 17/1/2012
Ανωνύμου, 2006, Βιογραφικό Δημήτρη Χατζή, Ριζοσπάστης, 28/10/2006 http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=3591066&publDate=28/10/2006
Ανασύρθηκε στις 17/1/2012
Καλαμάρας Βασίλης, 2006, Ο οικουμενικός Δημήτρης Χατζής, Ελευθεροτυπία 22/7/2006 http://archive.enet.gr/online/online_text/c=113,dt=22.07.2006,id=25044924,29773692,46060796,51460732,59343868
Ανασύρθηκε 17/1/2012
Κίκα Ολυμπίου- Καίτη Χρίστη, 2008, Σιούλας ο Ταμπάκος, Φιλολογικές σελίδες 13/12/2008
http://users.sch.gr/papangel/sch/lit/ko.hatzis1.htm
Ανασύρθηκε στις 17/1/2012
Νούτσος Παναγιώτης, 2000, Δημήτρης Χατζής, ο συγγραφέας της υπέρβασης, Το βήμα 13/8/2000 http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=125064
Ανασύρθηκε στις 17/1/2012