Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Νώντας Παπαμιχαήλ, «Μιχαήλ Βόδα»

$
0
0

Το όνομα μ’ έκανε να φαντάζομαι έναν τοπικό αρχηγό του κάμπου που ταξίδευε με μια βοϊδάμαξα –περιποιημένη, σίγουρα . Αυτός ήταν στην παιδική μου φαντασία ο «μεσαιωνικός» Μιχαήλ.
Μέσα από τα παχνιασμένα τζάμια του βαν φολκσβάγκεν σχολικού που με μετέφερε από Πλατεία Αμερικής σε Πλατεία Κολιάτσου, τις πρώτες τάξεις του δημοτικού και που πέρναγε από τον συγκεκριμένο δρόμο.
Χρόνια μετά, ήταν ένας δρόμος που με δυσανεξία διάβαινα. Οι πόντιοι μετανάστες, μετά οι αλβανοί –καλή τους ώρα! Και πριν από τις ασιατικές αρμαθιές ξεβρασμένων υπάρξεων που τώρα πλημμυρίζουν την περιοχή, το πτωχοπροδρομικό των λαϊκών κατοίκων με έπνιγε. Φτωχοί είναι κι οι Ναπολιτάνοι, όμως έχουν χάρη και ευθυμία. Εδώ, επίπεδα σαν τηγάνι τα φαντασιακά που αναδύονται από τις φάτσες και τα σώματα, απλά ικανοποιημένοι από ένα πιάτο φαί, μην ρωτάς πως.
Από κοντά και τα μπουρδέλα της Φυλής. Δεν θέλεις να ανήκεις εκεί. Όχι τόσο ταξικά, αλλά οντολογικά. Να το δικαιολογείς, να λες «άσε το να υπάρχει». Πρέπει να είναι ένα κακέκτυπο του «κανονικού» τριτοκοσμικού, της Λαχώρης ή της Καμπούλ. Δεν ταυτίζομαι, δεν το πολεμώ ούτε όμως το συμπαθώ, γιατί συμπαθώ τις εικόνες που έλεγαν ότι εκεί μέχρι το 1970 υπήρχε μια μικρογειτονιά με κορίτσια που πήγαιναν στο σχολείο με ποδιές. Με πάρτι με βερμούτ και δίσκους 45 στροφών. Όσο κι αν ακούγεται μεροληπτικό και παθιασμένο, το Παρίσι τότε δεν ήταν τόσο μακριά όσο είναι τώρα.
Μπροστά στην είσοδο του τοπικού σουπερμάρκετ, μια νεαρή τσαχπίνα μαμά μ’ ένα καρότσι μωρού κι ένα δισκάκι επαιτείας στο χέρι. Όχι και τόσο συνειδητοποιημένα απλωμένο. Βάρδια; Ποιος ξέρει. Είναι επιθυμητή, μελαχρινή με λεπτό σώμα και μοιάζει παραδουνάβια. Μου έκλεψε το βλέμμα.
Στο δρόμο της επιστροφής, -μετά τον γιατρό- σκέφτομαι ότι αν είναι ακόμη εκεί, κάτι θα της δώσω. Τα βήματα με φέρνουν μετά από μια ώρα πάνω στις ίδιες πλάκες όπου, νομοτελειακά, παραμένει στην ίδια θέση. Το δισκάκι δεν φαίνεται πια. Έχει βγάλει το μωρό από το καρότσι και του μιλάει, μια σλάβική γλώσσα. Του γελάει κι αυτό αποκρίνεται. Madonna con Bambino.
Νιώθω παρείσακτος και προσπερνάω. Τελικά δεν έδωσα τίποτα, γιατί θα ήταν τόοοσο αδέξιο. Και θυμάμαι τη φράση του Νίτσε: «μισώ τους ζητιάνους, γιατί με κάνουν και αισθάνομαι χάλια. Είτε τους δώσω είτε δεν τους δώσω». Δεν κολλάει.
Γιατί εδώ υπήρχε και κάτι άλλο: δεν ήταν μια απλή ζητιάνα. Ήταν μια όμορφη, ερωτικά ακμαία γυναίκα που κάποιος ιδιόρρυθμος σκηνοθέτης αποφάσισε να μας τοποθετήσει σε ασύμπτωτα σενάρια. Ο καθένας στην τροχιά του. Το peace, love and understanding που νοητικά υπερίπταται δεν μπόρεσε να τα φέρει τούμπα.
Δεν είναι αυτός λόγος να διαλέξουμε τον πόλεμο και το μίσος. Ίσως, με άλλα εργαλεία, αύριο ή κάποια άλλη στιγμή, συμπέσουμε στο ίδιο σενάριο. Κι ας μην γίνουμε ζευγάρι. Απλά, ας υπάρχουμε σε καλυτέρευση, σε σχέση με το επιβιωτικό. Κι ύστερα…


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles