Απόψε που κρίνεται η απολέπιση των αξιών μας
Τα πιο τρελά μας χρώματα
Είναι μόνο μάτια
Με ένα χέρι κλειστό
Στοχάσου:
Ένα παράθυρο από φύλλα
Όστρακο
Και κάτι ευθύ:
Υπάρχουν έξω καρδιές που σχηματίζουν πνευμόνια
Και σκαλίζουν το πρόσωπό σου στο πρόσωπό μου
Αιμοπετάλια στο χρώμα της κίνησης
Τραγουδούν το νήμα της οδοντοστοιχίας
Έχοντας απολέσει κάτι για τον καθένα.
*
Δύο σχήματα
μπλέκονται στο φόντο
Ο καμβάς θα χάσει τη ζωγράφο
Και εξεγείρονται
χιλιάδες μες στo σχήμα
Εραστές που ψάχνουν το κλειδί της
Για το κλειδί
που είχε μες στο σώμα
Κατάπιαν όλοι και μια πέτρα
Κάποιοι
πρέπει να πεθάνουν
Να νοσταλγεί για να κοιμάται
*
Σαν παιδί
δοκίμαζε τον ουρανό
πετώντας τις προσευχές του
έξω απ’ τον κόσμο
Τώρα πια
χωρίς τετραγωνικές ρίζες
για το κεφάλι του
θέλει να ζήσει
σε κάθε σώμα.
*
(δίχως αισθαντικότητα καμιά)
Ανάμεσα στα μικροσκοπικά της δάκτυλα
Που αλείφουν την πόλη τ’ απογεύματα
Και όχι πολύ μακριά από αυτό που αποκαλούν μυαλγία
Στις εφτά και δεκαέξι ακριβώς
Μια τρύπα στο χρονικό των ταχυδευτερολέπτων
Ανοίγει
Και όπως
ΑΝΟΙΓΕΙ
Ανοίγουν και δυο βεντάλιες
Γοητευτικές
με τις οξείες τους
και τα ποιήματά της
νιφάδες
Να εκτρέπουν αυτή τη γυμνή φιλαρέσκεια
που επιδέξια τόσο έχει δημιουργήσει.