Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Γιάννης Σμυρλής, «Κονσέρτο για σιωπή», εκδ. Ηριδάνός 2013 [γράφει ο Σπύρος Αραβανής]

$
0
0

 

Θα ξεκινήσω με δύο παρατηρήσεις: η πρώτη είναι μια σκέψη του ποιητή και μεταφραστή Βασίλη Λαλιώτη: «Νομίζω, λέει, πως την εποχή της γραφομανίας η δύναμη κάθε ποιητή μπορεί να μετρηθεί από τον αριθμό των μιμητών του. Να πούμε ας πούμε η Δημουλά είναι ποιήτρια τετρακοσίων μιμητών. Ο Ελύτης τετρακοσίων κι αυτός. Ο Σεφέρης, η μετοχή έπεσε, των ενενήντα μιμητών. Ο Εμπειρικός των πενήντα μιμητών, ο Λειβαδίτης έχει ανέβει πολύ, των εξακοσίων μιμητών Είναι ο μόνος τρόπος νομίζω να βάλουμε λίγη τάξη».
Η δεύτερη παρατήρηση ειναι μια γνωστή ρήση: «Οι ατάλαντοι μιμούνται, οι ταλαντούχοι κλέβουν». Έτσι έλεγε ο Πάμπλο Πικάσο αλλά και ο δικός μας Μάνος Χατζιδάκις (απαντώντας σχετικά με την ομοιότητα του μουσικού θέματος του τραγουδιού του «Χασάπικο 40» με τη Συμφωνία αριθμός 40 του Μότσαρτ).
Στην περίπτωση του Γιάννη Σμυρλή και οι δυο αυτές παρατηρήσεις βρίσκουν θα έλεγα την απόλυτη εφαρμογή τους. Εξηγώ το γιατί: Ο Τάσος Λειβαδίτης, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει από μια απλή περιήγηση σε διαδικτυακά blog και σε διάφορους τόπους κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και με βάση τις πωλήσεις των λογοτεχνικών περιοδικών όταν κυκλοφορούν με κάποιο αφιέρωμα σε αυτόν, εξελίσσεται σε έναν από τους πλέον αγαπητούς ποιητές της σύγχρονης γενιάς τόσο σε επίπεδο αναγνωσιμότητας όσο και σε επίπεδο ποιητικής επιρροής. Είναι εκατοντάδες οι περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι βρίσκουν στην ύστερη, κυρίως, ποίηση του Λειβαδίτη εκείνη την ποιητική ατμόσφαιρα του ονείρου, της υπαρξιακής αναζήτησης, του μαγικού ρεαλισμού αλλά και του ακαριαίου στίχου, για να ταυτιστούν ως αναγνώστες και να εκφράσουν ως δημιουργοί το δικό τους έργο.
Ο Γιάννης Σμυρλής όπως ειπώθηκε ήδη, αποτελεί ένα ακόμα δείγμα της σημερινής δημοφιλίας της ποίησης του Λειβαδίτη. Και εδώ ο όρος δημοφιλία οχι με όρους μάρκετινγκ αλλά με γνήσια σχέση αλληλεπίδρασης. Η διαφορά όμως του Σμυρλή από άλλους νέους δημιουργούς είναι πως δεν έλκει απλώς την ποιητική του καταγωγή από την ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη, -όπως και από τον Φερνάντο Πεσσόα και τον Άρη Αλεξάνδρου- Είναι τα ίδια του τα ποιήματα σάρξ εκ της σαρκός της. Είναι ποιήματα γραμμένα υπό το φως της ανακάλυψης ενός νέου κόσμου. Αυτού της ποίησης εν γένει. Γιατί ο Σμυρλής, όπως ο ίδιος μου αποκάλυψε στην πρόσφατη γνωριμία μας, δεν είναι ακόμα συστηματικός αναγνώστης της ποίησης, ούτε θαμώνας ποιητικών συμποσίων και λοιπών «πνευματικών» συναναστροφών. Βρίσκεται στην αφετηρία της. Φορά τη ζώνη αγνότητάς της. Και δημοσιοποιώ αυτή του την εκμυστήρευση όχι για να τον μειώσω. Αντιθέτως για να θαυμάσω τόσο τη ζωοδότρα δύναμη κυρίως της ποίησης του Λειβαδίτη όσο και το ταλέντο του Σμυρλή να την εισπνεύσει και να την εκπνεύσει με έναν εξαιρετικό τρόπο. Κι αυτό ακριβώς οφείλεται στην αγνότητα και των δυο τους. Και αυτη θα επιχειρήσω να αναλύσω.

Ο μεν Λειβαδίτης, στην τρίτη περίοδο της ποιητικής του παραγωγής, μετά, δηλαδή, το 1972, πενήντα χρονών πλέον, αναζητά έναν άλλο κόσμο μετά από πολεμικούς σπαραγμούς και κομματικές αγκυλώσεις. Δεν είναι πια ούτε και ποιητικά αγνός ύστερα από δέκα ποιητικές συλλογές που έχει δημοσιεύσει. Γνωρίζει, δηλάδη, τα κατατόπια της. Αυτό που αναζητά είναι η χαμένη του ανθρώπινη αθωότητα, και όταν την ανακαλύπτει, ξεκινά το ταξίδι στον κόσμο της ύστερης ποιητικής του τέχνης που όλοι γνωρίζουμε.
Ο δε Σμυρλής, είκοσι χρόνια νεότερος, αλλά ήδη ώριμος ηλικιακά, μεγαλωμένος όμως με διαφορετικά βιώματα και σε διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές εποχές είναι ακόμα κοντά στην ανθρώπινη αγνότητα, την κατέχει. Αυτό, λοιπόν, που ανακαλύπτει, είναι η ποιητική του αθωότητα, η οποία του οδηγεί το χέρι να γράψει με τη μελαγχολία, την εσωτερικότητα, την αγωνία που εκφράζουν τα ποιήματά του. Έχει, δηλαδή, μέσα του την πηγαιότητα μιας άφθαρτης ποιητικής ψυχής. Γιαυτό και γοητεύεται από κάθε τι καινούριο ποιητικό που διαβάζει και θέλει να το αποδώσει με τον τρόπο που τον γοήτευσε και όχι με τον δικό του τρόπο γιατί πολύ απλά και ειλικρινά, δεν έχει ακόμα τον δικό του τρόπο. Και δεν τον νοιάζει να έχει τον δικό του τρόπο. Τουλάχιστον ακόμα.
Ωστόσο δεν φαίνεται οτι είναι απλώς ένας ατάλαντος μιμητής μιας ξένης ποίησης Και οι δυο αυτοί διαφορετικής γενιάς ποιητές γράφουν μια ποίηση καθαρή, ανεξαρτήτως ονοματεπώνυμου. Όταν με άλλα λόγια διαβάζουμε μέσα στο «Κονσέρτο για σιωπή» στίχους όπως: «επιζήτησα να ταπεινωθώ/ για να δώσω στη σταύρωσή μου κάποιο νόημα», «τακτοποιώ τα ποιηματά μου / όπως τακτοποιούν τους νεκρούς μετά τον πόλεμο», «λυπήσου μόνο για τον άνθρωπο που οπλίζεται με την οργή του ονείρου» το τελευταίο πράγμα που σε ενδιαφέρει είναι ποιος είναι ο προπάτορας ή ο επίγονος αυτής της ποίησης. Την αποδέχεσαι ως έχει. Γιατί είναι ποίηση. Γιατί είναι ρεαλιστικές εξομολογήσεις αναμεμειγμένες με το απροσδόκητο, είναι η συνάντηση του υπαρκτού με το αόρατο, είναι οι ποιητικές διαπιστώσεις μιας καθημερινής ζωής, είναι τέλος ποιητικά αποφθέγματα όχι ως γλωσσική επίδειξη αλλά ως συνειδητοποίηση του ανθρώπινου μεγέθους και σύμπτυξής τους σε σύντομο ποιητικο λόγο. Ακόμα και αν όλα αυτά γίνονται ως ασκήσεις λόγου ψυχής πάνω σε ένα ανοικείο πεδίο. Ακόμα και αν όλα αυτά γράφονται μηχανικά, αυτόματατα, κάτω από το ψυχολογικό σοκ της ανακάλυψης μιας νέας περιοχής που λέγεται ποιητική έκφραση. Αυτό δεν αφορά τον αναγνώστη αυτού του βιβλίου. Ο αναγνώστης καρπώνεται έναν μεστό ποιητικό λόγο, άλλες φορές εκπληρωμένο ακόμα και μέσα σε ολιγόστιχα ποιήματα, άλλες φορές ανεκπλήρωτο και λιγότερο επεξεργασμένο, πάντοτε όμως υποσχόμενο.
Αυτές οι διαπιστώσεις ασφαλώς και δεν θα πρέπει να εφυσηχάσουν τον Γιάννη Σμυρλή και όχι γιατί αυτό επισημαίνεται από κάποιο φιλόλογο ή κριτικό. Αλλά γιατί η ίδια του η αναγνωστική εξέλιξη θα τον οδηγήσει σε νέες υφολογικές απόπειρες εως ότου ο πραγματικός του χρόνος ζωής και ο αναγνωστικός του χρόνος θα συμπέσουν οπότε και θα αποκτήσει τη δική του συγγραφική ταυτότητα συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο. Ο χρόνος είναι με το μέρος του πάντως γιατι και η ποίηση, όπως συνηθίζει να λέει και ο ποιητής,  Σωτήρης Παστάκας, είναι «ένας μαραθώνιος δρόμος και όχι μια σκυταλοδρομία.»  Ξεκινά ως κονσέρτο για σιωπή για να γίνει ένα κονσέρτο για φωνή. Τη φωνή που θα του φέρει γνώση και ο καιρός. Αρκεί να μη τον ξεπεράσουν σε ταχύτητα δυσάρεστα αντι-ποιητικά φαινόμενα που προκύπτουν από την φθορά της αθωότητας και της αγνότητας. Με άλλα λόγια όταν η συνειδητοποίηση γίνει πιο ισχυρή από το όνειρο.

 

******

Ποιήματα του Γιάννη Σμυρλή από το βιβλίο ΕΔΩ: http://www.poiein.gr/archives/21805/index.html


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles