Διατηρώ τη στήλη αυτή προς αναζωογόνηση του στίγματος της κριτικής που έχει εκπνεύσει: εκφράζω τις επιλογές μου στη βάση (και μόνο) της αισθητικής μου αντίληψης, αναφερόμενος σε ένα σαφώς ορισμένο πεδίο ορισμού. Το πεδίο ορισμού μου για φέτος-τα βιβλία που οι ποιήτριες και οι ποιητές, δηλαδή, είχαν την καλοσύνη να μου αποστείλουν-είναι:
1. Χρόνης Β. Καραχάλιος, Γόνιμη Αμηχανία, Καπόν
2. Τάκης Πιερράκος, Η Σκιερή Πλευρά Των Πραγμάτων, Οδός Πανός
3. Έλενα Πολυγένη, Η Θλίψη Μου Είναι Μια Γυναίκα, (.poema..)
4. Άννα Γρίβα, Οι Μέρες Που Ήμασταν Άγριοι, Γαβριηλίδης
5. Απόστολος Θηβαίος, 17, Εκάτη
6. Χάρης Μελιτάς, Παράσταση Ήττας, Μανδραγόρας
7.Δημήτρης Κάσσαρης, Αλλιώς, Γαβριηλίδης
8. Χρήστος Αρμάντο Γκέζος, Ανεκπλήρωτοι Φόβοι, Πολύτροπον
9. Καλλιόπη Έξαρχου, Βιβλιάριο Καταθέσεων, Γιαλός
10. Θοδωρής Σαρηγκιόλης, Το Δέρμα Του Χρόνου, Γαβριηλίδης
11. Γιώργος Σαράτσης, Θα Φύγεις Νύχτα, Φαρφουλάς
12. Φλώρα Ορφανουδάκη, Τα Θαύματα Το Καλοκαίρι, Γαβριηλίδης
13. Γιώργος Κοζίας, 41ος Παράλληλος, Στιγμή
14. Άρης Τσιάκαλος, Σκληρόδερμα, Γαβριηλίδης
15. Γεωργία Τρούλη, Ακρογωνιαία Πορεία Στο Και, Σαιξπηρικόν
16. Ζαχαρίας Στουφής, Ονειροπληξία, Φαρφουλάς
17. Άγγελος Κούρος, Δρόμος Για Το Καλοκαίρι, Ηριδανός
18. Νίκος Σκούτας, Σολίστ, Κέδρος
19. Αθηνά Ανδρουλάκη, Αντηχείο, Γαβριηλίδης
20. Γλυκερία Μπασδέκη, Σύρε Καλέ Την Άλυσον, Ενδυμίων
*******************************
Η συλλογή Σολίστ του Νίκου Σκούτα, το καλύτερο, κατ’ εμέ, βιβλίο από τα σταλθέντα, δεν αποτέλεσε έκπληξη. Από την πρώτη μου γνωριμία με τη γραφή του ποιητή (με τη συλλογή, προ διετίας, ξι) σχημάτισα την εντύπωση ότι πρόκειται για μια φωνή ώριμη και μεστή. Η εντύπωσή μου αυτή επιβεβαιώνεται και στην παρούσα συλλογή, η οποία διαπνέεται από την αισθαντικότητα, τη φρεσκάδα και τη στοχαστικότητα που συγκροτούν βάση στέρεα, επί της οποίας, με καταφανώς αυστηρή διαλογή, αναπτύσσονται οι σκέψεις και τα συναισθήματα μιας περιόδου ως ποιήματα. Απουσιάζουν βερμπαλισμοί, δύστοκες απόπειρες, συμπλεγματικές προσπάθειες πρωτοπορίας, εγωστρεφείς ασυναρτησίες. Με γλώσσα ευθύβολη και έκφραση καθάρια και δροσερή, ο Νίκος Σκούτας λέει αυτό που έχει να πει απλά και σταράτα. Δίχως να μπορώ να του πιστώσω το προσόν της έκφρασης που ταράζει στα θεμέλια τα γλωσσικά μοτίβα και τα αποσβολώνει, χαρακτηριστικό που μάλλον ελάχιστοι μέσα στις εκατονταετηρίδες παρουσιάζουν, του πιστώνω εντούτοις την αναμφίβολη συγκίνηση που κατάφεραν μέσα μου ποιήματα όπως αυτά που ακολουθούν.
ΑΡΡΥΘΜΙΑ ΨΥΧΗΣ
Ακούμε μέσα μας φωνές
ανέκφραστοι χαμογελάμε
τηρούμε υποσχέσεις
που δε δώσαμε
αντιγράφουμε ευχαρίστως
τις ημέρες που μισούμε
λαμβάνουμε τις ελπίδες μας
αδιαμαρτύρητα
κοιμόμαστε βαθιά
για να θεραπευτούμε.
Και με τη θεραπεία
καθώς περνούν τα χρόνια
τα καταφέρνουμε
πεθαίνουμε υγιείς.
31 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2002
Το κρύωμα
θέλει χάδια
πατέρα.
Έχω δέκα χρόνια
να αρρωστήσω.
ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΗΣ
Κόβουν το θώρακα
με ένα πριόνι
τον ανοίγουν σα
δίφυλλη ντουλάπα
απομονώνουν την καρδιά
η κυκλοφορία
του αίματος
γίνεται από μια άλλη
αντλία
αλλάζουν βαλβίδες
διανοίγουν τις αορτές
και ύστερα την
επανατοποθετούν.
Πώς ύστερα να μην
αγαπήσεις άλλη.
**********************
Πολύ ωραίο, ωσάν ανάλαφρο, θερινό, κυκλαδίτικο αεράκι, είναι το βιβλίο του Άγγελου Κούρου Δρόμος Για Το Καλοκαίρι, από τις περιποιημένες εκδόσεις Ηριδανός (ωραίο εξώφυλλο, ωραίο χαρτί, προσήκουσες εικαστικές παρεμβάσεις, αν ήταν και πολυτονικό θα ’ταν από το γούστο μου βγαλμένο). Δεν πρόκειται για συγκομιδή μα για μια συλλογή με μια κάποια αρχιτεκτονική και οπωσδήποτε μια συνάφεια μεταξύ των ποιημάτων. Διασκεδαστικός (τολμώ να πω) ο Κούρος, όχι υπό μία έννοια φθηνής ψυχαγωγίας, αλλά σε μια σφριγηλή και δροσάτη εκτύλιξη ενός καλοκαιριού κάτω από άγρυπνο βλέμμα ενός ουσιώδους συμβολισμού, μιας ειρωνείας λεπτής κι ενός διάχυτου συναισθηματισμού. Τα περισσότερα ποιήματα τιτλοδοτούνται με ονόματα νησιών των Κυκλάδων. Η αφήγηση είναι σε όλο το μήκος της απολαυστική.
ΔΟΝΟΥΣΑ
Οι αφηγήσεις όσων έχουν πάει σε ένα νησί
δεν μοιάζουν ποτέ μεταξύ τους
ούτε μοιάζουν με αυτά που θα πεις εσύ στον επόμενο
και ξεκινάει έτσι μια ιδιότυπη αφήγηση
που δεν περιγράφει κανέναν τόπο, κανένα μέρος του κόσμου
όσα είπες εσύ για την Αμοργό τα βρίσκει ο επόμενος στη Σαντορίνη
πέφτουν από κάποιες τσέπες στην Τζια και άλλος
τα έχει παρέα διπλανή καρέκλα
στο κατάστρωμα για Άνδρο
λόγια που ένα-ένα, τέσσερις ολόκληρες μέρες τα έκανε κύκλο
και σ’ τα έβαλε στα χέρια η Δήλος
βρίσκουν χώρο σε ένα διπλανό κρεβάτι στην Τήνο
πίνουν από ένα μεσημεριανό μεθύσι στη Μύκονο ή με
μια γυναίκα μόνη
φεύγουν νύχτα για άλλο λιμάνι
και κάπως έτσι περιγράφουμε όλοι μαζί
το Καλοκαίρι
ΙΟΣ
Οι όψεις των νησιών που είδες
μόνο απ’ το κατάστρωμα
τη λίγη ώρα που το πλοίο έδενε
ραντεβού με όμορφη γυναίκα
που όταν δειλά της το ζήτησες
εκείνη
έστριψε το κεφάλι της μπροστά
και το βλέμμα της έφυγε
για τη Χώρα, για ένα κάστρο
και για δύο ορεινούς οικισμούς
όπως αναφέρουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί
να βγούμε κάποια μέρα, δεν μπορώ όμως σήμερα
και το πλοίο λύνει
ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ
Οι μέρες μες στο καλοκαίρι
έχουν το ιδανικό ύψος
σαν τζιν που το πρωτοφοράς στο δοκιμαστήριο
και το στρίφωμα στο μπατζάκι
τελειώνει ακριβώς πάνω στο παπούτσι
με το κούμπωμα του τελευταίου κουμπιού
κοιτάς κάτω και
νυχτώνει
εννιάμισι η ώρα το βράδυ
*************************
Η κ. Μπασδέκη με τα ποιήματα-αντανακλαστικά της μου προκάλεσε συναισθήματα ανάμικτα. Σε πρώτη ανάγνωση άπωση, ώσαν να διαλέγομαι με τη Μαλβίνα Κάραλη, ωσάν να υφίσταμαι έναν κυνισμό και μια σκληρότητα πιο στημένη από το υποχρεωτικό στήσιμο του ποιήματος. Κατόπιν συμφιλιώθηκα, αφέθηκα μπορώ να πω, ιδίως όταν με χτύπησε μια συνεκφορά, «εκτός ύλης», βρίσκεται μέσα σ’ ένα από τα ποιήματα που ακολουθούν.
ΓΑΡΓΑΛΙΔΗΣ-ΛΕΟΝΑΡΔΟΠΟΥΛΟΣ
σαν αποθήκη νεωτερισμών,
συνέταιροι- σε βιοτεχνία,
κάτι τέτοιο
ποιος να θυμάται
τον Δεκέμβρη του εικοσιτρία
που αλωνίζατε
τώρα μαζί,
αχώριστοι,
εκτός ύλης
με μια παυλίτσα αγκαλιά,
υποσημείωση
ΤΡΙΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
είμαι εννιά
πάω Τρίτη
δεν πέθανε η μάνα μου,
στο σπίτι μένουν ζωντανοί
(ακόμα)
έχω τετράδια, κόλλες γλασέ, μ’ αρέσει
ο Δημήτρης απ’ την
Πέμπτη
δε θα γεράσω σύντομα-θα
πάρει
χρόνια
θα βγάλω λύκειο, σχολές,
χριστούγεννα
θα βγάλω γλώσσα, ρούχα,
επετείους
μα τώρα είμαι εννιά-
δεν φτάσαμε στα κλάσματα
(ακόμα)
ΘΑ ’ΡΘΕΙΣ ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΟΥ
το’λεγαν θείες, μάνα, γειτονιά-πάντα κυλότα
καθαρή, δεν ξέρεις πότε
θα ’ρθει
το έμφραγμα, το
εγκεφαλικό, μια
απλή λιποθυμία, έστω
σαν έτοιμη από καιρό, εσύ
κυρία, αρχόντισσα
να μη γελάνε
οι γιατροί, να μην
κουτσομπολεύουν
νοσοκόμες
*****************************
Από τη συλλογή της κ. Ανδρουλάκη, Αντηχείο, επιθυμώ να παραθέσω κάποιες κορυφές. Αντιλαμβάνομαι το έργο της ποιήτριας αυτό ως μιαν υπόσχεση για τα επόμενά της. Ο δρόμος αυτός ίσως οφείλει να εξετάσει το αίτημα ενός λόγου που, αν και εσωτερικός, έχει διυλιστεί από το αναγκαίο φίλτρο της αίσθησης της κοινοποίησης. Τούτο το υπογραμμίζω διότι φρονώ ότι η αβίαστη κοινοποίηση της εσωτερικής κατάστασης δύσκολα διεισδύει στο ξένο σώμα αν ο γράφων δεν επιτρέψει στην αίσθηση της κοινοποίησης του λόγου του να εμποτίσει τις απόπειρές του. Με άλλα λόγια, ερωτεύεται κανείς από τα λόγια του ποιητή όταν ο ποιητής έχει επίγνωση της εξομολόγησής του (η αίσθηση της κοινοποίησης ευνοεί την ώσμωση), όσο προσωπικά και μύχια κι αν είναι τα όσα ο ποιητής επιθυμεί να εκφράσει. Σε αυτό στέκομαι διότι εντοπίζω στο βιβλίο της κ. Ανδρουλάκη ένα στοιχείο «άνισο» (δυνατά ποιήματα και άλλα που φαντάζουν περίπου-αποτολμώ τη λέξη-περιττά), το οποίο προσωπικώς αποδίδω στην πλημμελή λειτουργία της αίσθησης αυτής.
ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ
Άγνωστα πουλιά
από το στήθος του
νιώθει να ορμούν.
Τώρα που ξεμάκρυναν
το ξέρει,
ο εχθρός μέσα του είχε τόπο
διάβαση ελεύθερη.
ΤΟ ΦΥΛΑΧΤΟ
Οποιος είδε έναν άνθρωπο
να κυνηγά τη σκιά του
κι ένιωσε να τον ξέρει
ας θυμίσει το βλέμμα του
στους ανίδεους που λοιδωρούν
όσους με κόπο
το φυλαχτό της πίστης τους
αστραφτερό διατηρούν.
ΑΤΟΛΜΙΑ
στην Άννα Αφεντουλίδου
Ό,τι έφερνεη Άνοιξη στους οπωρώνες
σκουλήκι το έτρωγε.
Από έλλειψη θάρρους δε δοκίμασε.
Μήπως και η γεύση τής φανεί
κατώτερη της γλύκας που περίμενε.
Για να μην πικραθεί δε χόρτασε.
************************************
Στους αφορισμούς και τα επιγράμματα του κ. Στουφή (Ονειροπληξία) βρίσκω μιαν αντίληψη της πραγματικότητας με την οποία προσωπικώς ήρθα σε επαφή μέσω των σημαντικών Βιολόγων του καιρού μου. Η σημασία της τυχαιότητας στα πράγματα, η άρνηση της μεταφυσικής, ο βιολογικός πυρήνας ως συγκαθοριστής της συμπεριφοράς, η απουσία σκοπού όλης της έμβιας ύλης, η αποδοχή των φυσικών διαδικασιών ως έχουν (πέρα από κάθε ηθική, θρησκευτική ή άλλη προβολή) ζωγραφίζουν το περίγραμμα ενός κοσμοειδώλου που όχι μόνο θα πληροφορήσει τις ανθρωπιστικές επιστήμες (την ψυχολογία, την κοινωνιολογία, τη φιλοσοφία) κατά το Σύναλμα (την συντονισμένη πρόοδο της επιστήμης σε όλα τα πεδία) που ο πολύς Edward Osborne Wilson έχει οραματιστεί, αλλά θα διαποτίσουν (και θα καθορίσουν) και την τέχνη. Απηχήσεις των όσων ανέφερα βρίσκω με χαρά στο έργο του κ. Στουφή.
*
Δεν είμαστε μόνοι στον κόσμο
μα είμαστε μόνοι στο χάος.
Όλα είναι χάος.
*
Ουσιαστική επικοινωνία δεν υπάρχει.
Μα οτιδήποτε κάνουμε είναι επικοινωνία,
μα οτιδήποτε κάνουμε είναι πόλεμος.
*
Μια απέραντη έρημος
χωρίς ουρανό και παντού σκοτάδι είναι το τέλος.
Δεν συμβαίνει τίποτα.
*
Υπάρχουν φορές που στην αγκαλιά μου
χωράει το σύμπαν.
Παρόλο που είναι τεράστιο
παρόλο που δεν υπάρχει.
*
Σα νεκροταχυδρόμος, τάφο τάφο,
μα οι νεκροί ποτέ δεν απαντούνε.
*
Ιόνιο πέλαγος υπάρχει και στον Άδη,
γεμάτο καλοκαίρι και νεκρούς.