Είναι θλιβερά τα τραίνα
Έρχονται και φεύγουν σαν τις μέρες. Γρήγορα.
Σου θυμίζουν ότι όλα είναι μεταβλητά,
Η αλλαγή είναι η μόνη σταθερά
Σου θυμίζουν ότι οι άνθρωποι πάντα έχουν κάπου
να πάνε. Θέλουν να βρίσκονται αλλού.
Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι το πρωινό τραίνο.
Κόσμος τρέχει από τον δρόμο, τρέχει από το
λεωφορείο, από το πεζοδρόμιο, τρέχει να ανέβει
τα σκαλιά, να προλάβει το τραίνο. Και τρώνε
ένα κουλούρι στα γρήγορα και πάνε να βγάλουν
εισιτήριο και τους πέφτουν τα κέρματα και δεν
χτυπούν σωστά το εισιτήριο και ίσα
που προφταίνουν το τραίνο. Και βάζουν τα χέρια και
τα πόδια στην πόρτα να μην κλείσει και σπρώχνουν και
φωνάζουν και ιδρώνουν για να προλάβουν να μπουν στο τραίνο.
Και αν τα καταφέρουν και μπουν χαίρονται και αν
μείνουν απ’ έξω είναι κατηφής.
Όταν μπουν στο τραίνο, όταν η πόρτα κλείσει και ο
κρότος της ακουστεί, τότε οι άνθρωποι γίνονται άκαμπτοι.
Αυτοί που έκαναν τόσο κόπο για να τα καταφέρουν, τώρα
είναι σαν να ξέχασαν την ψυχή τους στην πόρτα.
Αν κοιτάξεις κάποιον στα μάτια μέσα στο τραίνο, δεν
βλέπεις τίποτα. Έχουν όλοι ένα κενό βλέμμα.
Έχουν όλοι το ίδιο βαριεστημένο, απογοητευμένο ύφος.
Λες και δεν ήθελαν να μπουν ένα πράμα. Λες και δεν
κόντεψαν να χάσουν ένα χέρι, ένα πόδι για να
επιβιβαστούν
Είναι θλιβερά τα τραίνα.
******************
Απομόνωση
Μόνος και περίλυπος και δυστυχής μπροστά από μια οθόνη.
Χωρίς όνειρα και ελπίδα πια, μόνο λαιμαργία.
Κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, απ’ έξω είναι ότι σε πληγώνει.
Βαρυγκωμάς και αναθεματίζεις, μα κάθε μέρα για σένα είναι αργία.
Μόνος και ζαλισμένος και θυμωμένος στο κρεβάτι σου κοιμάσαι.
Δεν έχει πια σημασία αν είναι πρωί ή μεσημέρι ή απόγευμα ή βράδυ ή αν νυστάζεις,
σου αρκεί που μπορείς να μη θυμάσαι.
Δεν έχει πια σημασία που διστάζεις.
Μόνος και άδειος και χωρίς σκέψεις κάθεσαι και τρως
Το φαΐ σου είναι για σένα πλέον, ο φίλος και ο εχθρός.
Άλλοτε απτόητος, ανένδοτος, σαρκαστικός.
Τώρα μίζερος, πικρός, νωθρός.
Όλους τους φίλους σου τους έκανες σύντομα πέρα.
το σκοτάδι κρύβει ό,τι δεν θες να δεις Οι σκιές είναι τη μέρα.
Και τώρα κανείς δεν σε ενοχλεί, μόνος στο κάστρο σου το απόρθητο.
Κοιτάς την οθόνη, τρως, κοιμάσαι, το άλλοθι που έπλασες στο μυαλό σου είναι ακλόνητο.
Μόνος και περίλυπος και δυστυχής και ζαλισμένος
Μόνος και άδειος και χωρίς σκέψεις. Πλανεμένος.
************************
Επίχρυσο Κλουβί
Ήταν δύο πουλιά, που ζούσαν
σε ένα επίχρυσο κλουβί.
Δεν είχαν την ελευθερία τους,
μα είχε το ένα, το άλλο.
Είχαν τροφή και νερό
ακόμη και μια μικρή κούνια.
Δεν φαίνονταν και πολύ
δυστυχισμένα αν και φυλακισμένα.
Τραγουδούσαν σχεδόν ολόκληρη τη μέρα.
Σε ένα πολύ μικρό, επίχρυσο κλουβί.
Και μια μέρα το ένα, κατάφερε με
το ράμφος του και έσπρωξε την πόρτα
προς τα πάνω και κατάφερε να βγεί.
Δίσταζε.
Είχε μάθει να ζεί πίσω από κάγκελα.
Πρέπει να έχεις φραγμούς για
να κρατηθείς ανέπαφος…
Ο κόσμος του τώρα θα ήταν έξω από
το μικρό επίχρυσο κλουβί.
Δεν δίσταζε άλλο. Πέταξε.
Και δεν τα κατάφερε
Δεν είχε πετάξει ποτέ!
Κι όμως την τελευταία στιγμή
πήρε απότομα φόρα προς τα πάνω και χάθηκε
στους ανοιχτούς ουρανούς.
Και το πουλί που έμεινε πίσω,
ήταν ανήμπορο να κάνει οτιδήποτε.
Δεν προσπάθησε καν να δραπετεύσει κι αυτό.
Ήξερε ότι θα χαθούν εκεί έξω,
τι νόημα είχε;
Η ελευθερία δεν ήταν για αυτό
αρκετή.
Και έτσι έμεινε στο
μικρό επίχρυσο κλουβί, το οποίο
τώρα του φαινόταν πολύ μεγάλο.
Έκανε κούνια, έτρωγε, έπινε.
Δεν ξανατραγούδησε ποτέ όμως.
***************************
Τη νύχτα
Τη νύχτα τη σιωπηλή, τα σημαντικά συμβαίνουν
Οι σκέψεις και οι καημοί δυσοίωνα σημαίνουν.
Κάθε λογής εγκλήματα και αρρωστημένες πράξεις.
Στο κρεβάτι ξαπλώνεις την ταλαιπωρημένη σου ψυχή
Ιδρώνεις και στριφογυρνάς, έχεις μoνάχα μια ευχή.
Τη νύχτα τη φλογερή, ψυχές ποθούν ηδονικά αισθήματα
Κορμιά παραδίνονται στον έρωτα, παίρνουν της ζωής τα μεγαλύτερα μαθήματα
Kαι μπορείς να ακούσεις μελωδίες τρελές και να δείς πολύχρωμες λάμψεις.
Τον δικό σου χώρο στο κρεβάτι θες, όχι αγκαλιές και χάδια
Και εκείνη δεν ξέρει ότι το πρωί θα φύγεις, γιατί η καρδιά σου είναι άδεια.
Τη νύχτα τη σκοτεινή, έγνοιες το παρελθόν σκαλίζουν
Αυτά που έκανες και δεν έκανες, το μυαλό σου, σου ζαλίζουν
Η πληγή είναι ακόμη ανοιχτή μετά από τόσο χρόνια.
Έναν άνθρωπο ζητάς, σ ‘αγαπώ στο αυτί σου να ψιθυρίζει
Ακόμα και αν σε κλοτσάει, ακόμα και αν ροχαλίζει.
Τη νύχτα που στις πρώτες ακτίνες του ήλιου σβήνει
H έμπνευση το μυαλό ταρακουνά και την καρδιά σου μόνη δεν αφήνει
Για αυτή που τη πληγή σου άνοιξε, τώρα νιώθεις μόνο καταφρόνια.
Και η έμπνευση, δημιουργία φέρνει, γεμάτη ομορφιά και πυγμή
Ο πόνος τέχνη γίνεται και φέυγει, η ευτυχία κρατάει μόνο μια στιγμή.
******************************
Περπατώντας
Το μυαλό είναι ελεύθερο
όταν η πόλη παραδίνεται
στο μούχρωμα.
Τα πάντα γύρω σου, σου
φορούν ένα χαμόγελο πλατύ
όσο και αν αντιστέκεσαι.
Οι εργαζόμενοι που πάνε σπίτια
τους.
Τα παιδιά που παίζουν
ανέμελα στην πλατεία.
Τα κορίτσια που βγαίνουν
βόλτα.
Περνάς από δίπλα τους και
μυρίζεις τα
αρώματα τους που σε
μεθούν.
Και τα σκυλιά που
άλλες φορές γρυλίζουν
και σου δείχνουν τα
δόντια τους.
Αυτή την ώρα. Τώρα.
Ακόμα και αυτά σου
χαμογελούν.
Ότι λάθη έκανες δεν έχουν
πια σημασία.
Τα έσβησε το κύμα
που γλύφει την ακρογιαλιά.
Οι γλάροι πετούν από πάνω σου
και σπουργίτια επίμονα, τυλίγονται
στα πόδια σου
και πλανόδιοι μουσικοί
παίζουν blues που στάζουν
ιδρώτα.
Η αμφιβολία πέφτει κάτω
και σπάει σε εκατομμύρια αστέρια.
Η νύχτα πλησιάζει και
κάτι καινούργιο θα ξεκινήσει.
Μέσα στη μέση
και γύρω σου όλοι
σε κοιτούν και χειροκροτούν.
Πάρε τριαντάφυλλα να δώσεις
στη γυναίκα της ζωής σου
και αν δεν έχεις καμία
γυναίκα στη ζωή σου, δώστα
σε μια περαστική.
Για ένα χαμόγελο ακόμα,
αξίζει.
Και τώρα πήγαινε σπίτι σου
γιατί είσαι κουρασμένος
και γιατί η τόση
ομορφιά δεν αντέχεται.
Άλλωστε η νύχτα πλησιάζει
και κάτι καινούργιο θα ξεκινήσει.