Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Ingeborg Bachmann, 5 Ποιήματα, Μετάφραση από τα γερμανικά:Γιώργος Καρτάκης

$
0
0

[Μην υποδείξετε σ’ αυτό το γένος πίστη]

Μην υποδείξετε σ’ αυτό το γένος πίστη,
αρκούν αστέρια, πλοία και καπνός,
απλώνεται στα πράγματα, ορίζει
αστέρια και το άπειρο
και μια πομπή, πομπή κάποιας αγάπης πες την,
αγνότερη μες απ’ τα πάντα ξεπροβάλλει.

Οι ουρανοί κρέμονται μαραμένοι και αστέρια
αποκολλούνται απ’ τη σύνδεση με νύχτα και σελήνη.

Αστέρια τον Μάρτη

Ακόμα απέχει η σπορά. Προβάλλουν
τα μπροστά χωράφια στη βροχή και αστέρια τον Μάρτη.
Στον τύπο άκαρπων σκέψεων
αφήνεται πειθήνια το σύμπαν όπως στο παράδειγμα
με το φως που δεν φτάνει στο χιόνι.

Θα υπάρχει και σκόνη κάτω απ’ το χιόνι
κι ό,τι δεν σάπισε, της σκόνης
η μετέπειτα τροφή. Ω άνεμε που παίρνεις!
Ξανά ανοίγουν άροτρα τη μαύρη γη.
Οι μέρες θέλουν να γίνουν μακρύτερες.

Σε τέτοιες μέρες κάποιος μας σπέρνει ανίδεους
σε κείνες τις στραβές και ίσιες γραμμές
και αστέρια αποσύρονται. Προκόβουμε
ή χαλάμε στα χωράφια αδιάκριτα,
υπάκουοι στη βροχή και εντέλει και στο φως.

[Καθώς χτυπά η οπλή της νύχτας]

Καθώς χτυπά η οπλή της νύχτας, του μαύρου άλογου
μπροστά στην πύλη,
τρέμει η καρδιά μου ακόμα όπως παλιά και τη σέλα
μου πετά στον αέρα,
κόκκινη όπως το καπίστρι που ο Διομήδης μου δάνεισε.
Σφοδρός ορμά απ’ εμπρός μου ο άνεμος σε δρόμο σκοτεινό
στα δυο μοιράζοντας
τους σκούρους όγκους των σγουρών των δέντρων που κοιμούνται,
ώστε οι υγροί απ’ το φεγγαρόφωτο καρποί
πάνω σε ώμο και σπαθί πηδάνε τρομαγμένοι,
με σηκωμένο το μαστίγιο εγώ
ένα σβησμένο αστέρι σημαδεύω.

Μοναδική φορά που συγκρατώ το βήμα,
τα άπιστά σου χείλη να φιλήσω
και τα μαλλιά σου στα χαλινάρια πιάνονται,
το υπόδημά σου σέρνεται μέσα στη σκόνη.

Και ακούω την ανάσα σου ακόμα
και τη λέξη που μ’ αυτή με χτύπησες.

Η Βοημία βρέχεται από θάλασσα

Υπάρχουν εδώ πέρα σπίτια πράσινα, τότε θα μπω σε σπίτι.
Σαν ειν’ οι γέφυρες εδώ γερές, σε καλή γη βαδίζω.
Αν η αγάπη είναι χαμένος κόπος δια παντός, εδώ καλύτερα ας τη χάσω.

Δεν ειμ’ εγώ; Τότε είναι ένας που είναι σαν εμένα καλός.

Μια λέξη αν με συνορεύει εδώ, να συνορεύει την αφήνω.
Κι αν βρέχεται η Βοημία ακόμα από θάλασσα, στις θάλασσες
θε να πιστέψω πάλι.
Στη θάλασσα πιστεύοντας, έχω ελπίδα ακόμα για στεριά.

Αν είμαι εγώ, τότε είναι καθένας που είναι περίπου όπως εγώ.
Για μένα τίποτα δεν θέλω πια. Θέλω στα βάθη να χαθώ.

Στα βάθη – δηλαδή στη θάλασσα, εκεί τη Βοημία θα ξαναβρώ.
Προς τα βάθη στραμμένη, ήσυχη θα ξυπνώ.
Τώρα εκ βάθους ξέρω – και δεν έχω χαθεί.

Ελάτε εδώ, όλοι εσείς οι Βοημοί, θαλασσοπόροι, πόρνες του λιμανιού,
καράβια δίχως αγκυροβόλι.
Δεν θέλετε να είστε Βοημοί, οι Ιλλυριοί, οι Βερονέζοι, οι Βενετσιάνοι όλοι.
Τις κωμωδίες παίξετε που φέρνουν γέλια

Κι είναι για κλάματα. Και σφάλετε εκατό φορές,
σαν έσφαλα κι εγώ, ουδέποτε δοκιμασίες περνώντας,
μα τις ξεπέρασα τη μια ή την άλλη τη φορά.

Όπως τις πέρασε η Βοημία και μια ωραία μέρα
της δόθηκε η χάρη να απλωθεί ως τη θάλασσα
και τώρα βρέχεται από νερό.

Φθάνω ακόμα στα όρια μιας λέξης και μιας άλλης χώρας,
συνορεύω, έστω και λίγο, με όλα όλο και πιο πολύ,

ένας Βοημός, ένας περιπλανώμενος που τίποτα δεν έχει
και τίποτα δεν τον κρατεί,
έχοντας πια μόνο το προίκισμα, απ’ την επίμαχη τη θάλασσα,
να βλέπω στεριά δικής μου επιλογης.

Ξύλο και πριονίδια

Για τις μεγάλες σφήκες δε θα πω,
γιατί αναγνωρίζονται εύκολα.
Οι τρέχουσες επαναστάσεις επίσης
δεν είναι επικίνδυνες.
Ο θάνατος ως επακόλουθο του θόρυβου
είναι ανέκαθεν αποφασισμένος

Όμως απ’ τα εφήμερα και τις γυναίκες
προφύλαξε τον εαυτό σου, από τους κυνηγούς της Κυριακής,
τους εξωραϊστές, τους αναποφάσιστους και τους καλοπροαίρετους,
απρόσβλητοι από κάθε περιφρόνηση.

Φρύγανο φέρναμε απ’ τα δάση και κορμούς,
κι ο ήλιος ήθελε πολύ για μας ακόμα ν’ ανατείλει.
ζαλισμένη απ’ το χαρτί στον ιμάντα
δεν διακρίνω πλέον τα κλαδιά,
ούτε τα βρύα, φύραμα σε πιο σκούρα μελάνια,
ούτε τη λέξη, στους φλοιούς κομμένη,
αληθινή και καταμετρημένη.

Φθαρμένα φύλλα, ταινίες με αποφθέγματα,
μαύρες αφίσες… Μέρα και νύχτα σείεται,
κάτω από τούτα και εκείνα τα αστέρια,
η μηχανή της πίστης. Όμως στο ξύλο,
όσο ακόμα είναι πράσινο
και με χολή, όσο ακόμα είναι πικρή, διατίθεμαι να γράφω
ό,τι ήταν στην αρχή!

Κοιτάξτε να μείνετε άγρυπνοι!

Τα ίχνη του πριονιδιού που πέταξε,
ακολουθεί το σμήνος απ’ τις σφήκες
και στην πηγή ανατριχιάζει το μαλλί στον πειρασμό
που άλλοτε μας κατέβαλε.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles