Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Robert Frost (1874 -1963), «Σβήσε, σβήσε – » (1916) [Μετάφραση-Επίμετρο: Δέσποινα Πυρκεττή]

$
0
0

Το δισκοπρίονο γρύλιζε και κροτάλιζε στην αυλή

έβγαζε σκόνη και σώριαζε βέργες για καυσόξυλα

που γλυκομύριζανόταν φυσούσε η αύρα.

Απ’ εκεί όσοι σήκωναν το βλέμμα μετρούσαν

πέντε οροσειρές τη μια πίσω απ’ την άλλη

κάτω απ’ τη δύση του ήλιου ως πέρα στο Βερμόντ.

Το δισκοπρίονο γρύλιζε και κροτάλιζε, γρύλιζε κροτάλιζε,

είτε κυλούσε αβίαστα είτε σήκωνε βάρος.

Και δεν συνέβη τίποτε: σε λίγο θα’γερνε η μέρα.

Ελάτε να σχολάσουμε, μακάρι να’ χαν πει

να ευαρεστηθεί το αγόρι για το μισάωρο

που κάθε αγόρι εκτιμά σαν κόβεται απ’ τον μόχθο του.

Στάθηκε η αδελφή του στο πλάι με την ποδιά

κι είπε μονάχα «Δείπνο». Στο άκουσμα της λέξης,

το πριόνι

σαν να’ θελε ν’ αποδείξει πως ξέρουν από δείπνα τα πριόνια,

πετάχτηκε απ’ το χέρι του αγοριού ή έτσι φάνηκε–

πρέπει και τ’ αγόρι να έδωσε το χέρι. Πάντως

κανείς τους δεν αρνήθηκε το άγγιγμα. Αλλά το χέρι!

Η πρώτη του κραυγή ήταν γέλιοτης μεταμέλειας,

έτσι όπωςστράφηκε σ’ αυτούς κρατώντας το ψηλά

μισοπαρακαλώντας, μισογυρεύοντας να συγκρατήσει

τη ζωή μην του χυθεί. Έπειτα τα προείδε όλα –

ήτανε πιασε γνωστική ηλικία, κοτζάμ αγόρι

που έκανε αντρίκιο κόπο, παιδί όμωςκατά βάθος–

προείδε το κακό. «Μην τον αφήσεις να μου το κόψει

ο γιατρός που θα’ρθει. Μην τον αφήσεις, αδελφή μου!»

Έτσι. Όμως το χέριήταν από ώρας κομμένο.

Ο γιατρός τον βύθισε στο σκοτάδι του αιθέρα.

Το αγόρι έγειρεπίσω κι ανάσανε φυσώντας.

Άξαφνα,αυτός που αφουγκραζόταν τον παλμό του σκιάχτηκε.

Κανείς τους δεν το πίστευε. Άκουγαν την καρδιά του.

Λίγο – λιγότερο – καθόλου! – και πήρε τέλος.

Τι άλλο έμενε να κάνουν. Αφού λοιπόν εκείνοι

δεν ήταν πεθαμένοι, στράφηκαν πίσω στα δικά τους.

`

*********************************************************************************************************

Eπίμετρο

 

Ο τίτλος του ποιήματος «Σβήσε, σβήσε – » [τίτλος πρωτοτύπου: Out, out –] αρύεται από τον περίφημο μονόλογο του Μακβέθ μετά την είδηση του θανάτου της Λαίδης Μακβέθ: «Σβήσε, σβήσε, πρόσκαιρο φως! Κινούμενη σκιά ο βίος. ένας φτωχός ηθοποιός που παρελαύνει, ανήσυχος, μιαν ώρα πάνω στο σανίδι, και ούτε λόγος πια γι’ αυτόν.»(Σαίξπηρ, Μακβέθ, Πρ. Ε’, σκ. 5, μετ. Β. Λιαπής.) Στο ποίημα, ο  Ρ. Φροστ (1874-1963) ιστορεί παγερά ένα τυχαίο συμβάν ως επαλήθευση του νοσηρού τίτλου, χωρίς να καταδέχεται καμία μεγαλόστομη επιθανάτια διακήρυξη. Το τοπίο είναι σχεδόν ειδυλλιακό και η μέρα ακύμαντη, ώσπου το δείπνο, που κανονικά τροφοδοτεί τη ζωή, γίνεται η αφορμή για την αφαίμαξή της. Η ηχητική διάσταση του ποιήματος, από το γρύλισμα-κροτάλισμα του πριονιού, μέχρι την αγγελία του δείπνου, και κυρίως την (άφραστη) προτροπή να τελειώσει η μέρα πρόωρα, προετοιμάζει τη γελαστική κραυγή του αγοριού, τη μάταιη παράκλησή του πριν την τελεσίδικη σιγή. Η εξωλογική πτυχή, που υπόρρητα διατρέχει σχεδόν ολόκληρο το έργο του Φροστ, προκύπτει ακριβώς από την ανταπόκριση του πριονιού στο άκουσμα της λέξης δείπνο: «το πριόνι/σαν να’ θελε ν’ αποδείξει πως ξέρουν από δείπνα τα πριόνια/πετάχτηκε απ’ το χέρι του αγοριού ή έτσι φάνηκε– ». Ο θάνατος, είτε ως αναπάντεχη συνέπεια είτε ως αναμενόμενο προϊόν εκφυλιστικής διεργασίας, αποτυπώνεται ως μέρος της ζωής, που ούτως ή άλλως συνεχίζει ακάθεκτη, παρά την όποια απώλεια.

 

 

`

Σημ. ΠΟΙΕΙΝ: Eυχαριστούμε πολύ τον ποιητή- δημοσιογράφο Γιώργο Χριστοδουλίδη για τη συνεισφορά του στην παρούσα δημοσίευση. 

 

The post Robert Frost (1874 -1963), «Σβήσε, σβήσε – » (1916) [Μετάφραση-Επίμετρο: Δέσποινα Πυρκεττή] appeared first on Ποιείν.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles