Έτσι σκεφτότανε ο έφηβος Ρεμπώ του ποιητή το χρέος και
στα δεκάξι του θα φτάσει στο Παρίσι να μυρίσει από κοντά
το θυμό της ανθρωπότητας και την ελπίδα των Κομμουνάρων.
Θα ψάξει γύρω του να βρει και άλλους ποιητές μαζί να
κοινωνήσουνε τα νέα ιδανικά. Όμως, ελάχιστους θα βρει
ενώ σπουδαίοι ποιητές – Γκωτιέ, Φλωμπέρ, Ζολά κι άλλοι πολλοί –
για τρομοκράτες και αλήτες, για κτηνωδία κι εφιάλτες θα
μιλήσουν.
Έτσι κι αυτός τα ξυλιασμένα χέρια του στις τσέπες του παλτού
βαθιά θα χώσει κι ονειρευτής θα σκορπιστεί
σε σταυροδρόμια και σοκάκια, απρόσκλητος θα κοιμηθεί
κάτω απ’ το βέλο τ’ ουρανού την πείνα των ξυπόλυτων παιδιών
γεμάτα παγωνιά ν’ αγρικά, όταν σκαρφαλωμένα στου φούρναρη
το φεγγίτη
τη γκρίζα ζύμη θα κοιτάζουν να φουρνίζει.
Κι έπειτα, όταν η αυταπάτη γίνει σκόνη σε δύο
μόνο στίχους θα χωρέσει το θρήνο του:
«Κι έτσι, η Κομμούνα ερείπωσε
κι ο κόσμος ορφάνεψε»
************************************************
Η Τζένη Θεοφανοπούλου είναι μουσικός και συγγραφέας. Τα βιβλία της Χωρίς τη μαμά μου και Η Όλγα ο Φαλτσέτος και οι άλλοι κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός, ενώ ποιήματα και πεζά της βρίσκονται σε συλλογικές έργα.
The post Τζένη Θεοφανοπούλου, «Άνοιξη 1871, Παρίσι» appeared first on Ποιείν.