Α. Η Γραφή των Ξωτικών
Είναι απλό, χρυσό και ένδοξο.
Σημάδι δευτέρας εποχής.
Γρίφος συγκλονίζει τους Τιτάνες της Γης
για κατοχή και λόγο.
Δημιούργημα της φωτιάς, του Βουνού του Χαμού
που ρίχνεται και θάβεται.
Ανακυκλώσιμη ύλη.
Αέναος κύκλος.
Τρέπεται η εξουσία βουστροφηδόν.
Μόνος σου κατέχεις το σημάδι.
Σε μαύρη γλώσσα η επιγραφή γραμμένη.
Γίνεσαι πάνσοφος και αιώνιος
αναγνώστης της ζωής.
Κυβερνάς και ξεχνάς
τον Ιλούβαταρ,
το κομψό καλλιτέχνημα της φύσης.
Την ανισότητα που επιβάλλουν,
την φοβούνται πολύ.
Ξυλοκοπούν το σώμα, δίχως συστολή.
Το κακό τρομοκρατεί σκορπίζοντας σκοτάδι.
Βοηθάς κι εσύ … το κατά δύναμιν…
Το Ένα, το καλύτερο, χρυσό, σημαδεμένο,
Στο δάχτυλο το έθεσες και
κυβερνάς δοσμένος.
Μην κάνεις καμιά τρέλα!
Οι λιποτάκτες συντρίβονται στον Ένα,
το δαχτυλίδι-Ηγεμόνας.
Το γνώριζε ο Σάουρον καθώς
το φόραγε σα στέμμα;
*
Β. Ωδή σε έναν ξεπερασμένο
Στέρεψε πια η ανάγκη
Να σου γράφω ιδανικά.
Τα κατάφερες λοιπόν.
Κέρδισες μια άδεια θέση
στην πολύπλοκή μου δράση.
Άδειασε η μορφή σου
στον καμβά.
Πήρε άλλο χρώμα η ζωγραφιά
και την ονόμασα:
«Απουσία»
*
Γ. Ο Μίτος της Ανατολής
Ήταν ακόμη το λιόγερμα, το εύπλαστο υλικό.
Η προσωρινή οπτασία μιας Δύσης μισοπεθαμένης,
που άνθιζε η παρακμή της
δίνοντας φως στην αντίπερα όχθη, την Ανατολή.
Εκεί που κατοικούν οι άτρωτοι,
Οι Ειρηνικοί Βασιλείς,
το ήμερο λιοντάρι.
Αυτή η χώρα της ακμής
κράτησε μια χιλιετία.
Φάνταζε ωσάν ο μίτος των Θεών
και της Οικουμένης.
Έμεινε θρύλος ιερός, σημείο των καιρών,
σύμβολο μιας άλλης εποχής.
Και ήρθε στον ύπνο μου…
Ήταν νεράιδα αιώνια ή μια νεκρή ψυχή;
Ήτανε φάντασμα ή Παναγιά
αυτή η οπτασία;
Εν χορδαίς και οργάνοις,
τραγουδώντας μου τροπάρια
σαν άλλος ραψωδός, για την Κόκκινη Μηλιά,
έτσι ήρθε στον ύπνο μου.
Ελάλησε φωνή βοόντος εν ονείρω:
«Σε συντρίμμια ξενιτεύω.
Κι όλο φεύγω.
Εξόριστη μέσα στους εξόριστους.
Παρείσακτη. Χαμένη απ’ τη γενιά σου.
Κατατρεγμένη. Μόνη.
Ξεχασμένη κι απ’ την ίδια την Μάνα»
The post Μαρία Κ. Καντάνη, «Το ημερολόγιο της Ίριδας Μελάνη» appeared first on Ποιείν.