Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Γιώργος Καρτάκης, «Ο πατέρας»

$
0
0

`

Η ζωή στο χωριό μπορεί να σας φαίνεται δύσκολη,
ίσως να απεχθάνεστε κιόλας κάποιοι το αγόρι
που πέρασε τα παιδικά του
με μια τρύπια ζακέτα,
φαγωμένη στον αγκώνα.

Ας πούμε όμως ότι για το ίδιο
έμοιαζε μ΄ένα μυθιστόρημα
(για τους αλαφροϊσκιωτους είναι η ζωή
έτσι κι αλλιώς μυθιστοριογραφία),
ένα «ψάθινο καπέλο» ας πούμε
ή ένα κοντό παντελόνι,
δυο μάτια καλοκαιρινά,
πλατάνια, νερά, καλάμια,
ένας πατέρας τεράστιος,
ανέκαθεν μεγάλος
στα μάτια του παιδιού.

Βουτούσε το δάχτυλο ατρόμητος
στην τρύπα του κάβουρα,
θόλωνε τη λάσπη του κατεργάρη,
άνοιγε εκείνος αγριεμένος τη φοβερή δαγκάνα,
πετούσαν απ΄τις κόχες τα μάτια του φωτιά
έτοιμα να χυθούν,
όμως το χέρι του πατέρα ήταν πιο χοντρό,
πιο δυνατό,
το δάχτυλό του έμοιαζε μ΄ένα γαμψό σουγιά,
το νύχι σίδερο
που αχρήστευε το θεό του ζώου
και το παράδινε στη μάνα μας
να φάμε.

Ο πατέρας δεν είχε φωνή,
ήτανε άγιος
κι οι άγιοι δεν μιλούν.
Μόνο σε κοιτάζουν με μάτια ορθάνοιχτα,
μαύρα, λαμπερά
κι ας είχε ο δικός μου καταπράσινα του κάμπου.

Ο πατέρας δεν είχε φωνή.
Μόνο δυο ονόματα ήξερε να πει:
της μάνας μου
και το δικό μου.
Τις αδελφές μου έλεγε στη μάνα μου
να τις φωνάξει .

Νομίζω ότι ο πατέρας κρύωνε πολύ,
για να ζεστάνει εμένα.
Τα βράδια για να ζεσταθεί
έπινε πότε – πότε μια ρακή.

Όλα τ΄αρνιά γνώριζαν τον πατέρα.
Τα έκραζε στη γλώσσα τους
και τα πλησίαζε με τ΄όνομά τους.
Από το χέρι του έτρωγαν ταγή.

Κλαίγαμε με τον πατέρα μαζί
τις νύχτες,
στα εργοστάσια, στη Γερμανία.
Αέρας ήταν που τον έσυρε μαζί,
μια μουσική.

Τα μάτια του τα έχει τώρα η αδελφή μου
-εκεί τον βλέπω-
στο νου μου έχει μείνει μια άδεια φωνή,
ένα χαμόγελο, ένα χείλι μισό
σκεπασμένο από δασύ μουστάκι.
Τον θυμάμαι.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles