Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Rainer Maria Rilke, Ποιήματα (μτφρ. Γιώργος Καρτάκης)

$
0
0

`

Φθινοπωρινό

Κύριε, ήρθε η ώρα. Το καλοκαίρι ήτανε πολύ μεγάλο.
Τον ίσκιο σου άπλωσε στου ήλιου τα ρολόγια,
Λευτέρωσε στους κάμπους τον αέρα, μην τον εμποδίζεις άλλο.

Τους τελευταίους πρόσταξε καρπούς να ωριμάσουν,
Ακόμα δώσε τους δυο μέρες θέρος να χορτάσουν,
Παρότρυνε τους να γενούν και ανάγκασε εσύ
Την τελευταία γλύκα να κλειστεί μες το βαρύ κρασί.

Όποιος δεν έχει τώρα σπίτι, δεν θα χτίσει
Και συντροφιά ο μόνος πια δεν θα αποκτήσει,
Μονάχος θ ΄αγρυπνά, βιβλία θα διαβάζει και θ΄αρχίσει
Μεγάλα γράμματα να γράφει και ανήσυχος να τριγυρίζει
Μέσα στα πάρκα, που τα φύλλα ο αέρας θα ραπίζει.

.
Herbsttag

Herr, es ist Zeit. Der Sommer war sehr groß.
Leg deinen Schatten auf die Sonnenuhren,
und auf den Fluren laß die Winde los.

Befiehl den letzten Früchten, voll zu sein;
gib ihnen noch zwei südlichere Tage,
dränge sie zur Vollendung hin, und jage
die letzte Süße in den schweren Wein.

Wer jetzt kein Haus hat, baut sich keines mehr.
Wer jetzt allein ist, wird es lange bleiben,
wird wachen, lesen, lange Briefe schreiben
und wird in den Alleen hin und her
unruhig wandern, wenn die Blätter treiben.

`

*

Ξένη

Ξένο, ό τι τα χείλη σου μιλούν,
Ξένα είναι τα μαλλιά, ξένο το φόρεμά σου,
Ξένο, ό τι τα μάτια σου ρωτούν,
Και ούτε από τις λάγνες μέρες μας μπορούν
Οι απόηχοι σαν τα σβησμένα κύματα να΄ ρθουν
Να πλησιάσουν το αινιγματικό παράστημά σου.

Μοιάζεις μ΄εκείνες τις μορφές,
Που πάνω από άδεια Αρτοφόρια και Θυσιαστήρια,
Με χέρια σταυρωμένα λένε ακόμα προσευχές,
Παλιών στεφάνων είναι ακόμα κομιστές
Αθόρυβων θαυμάτων διαχειριστές,
Ενώ θαύματα δεν υπάρχουν πια ούτε μυστήρια.

.

Fremd

Fremd ist, was deine Lippen sagen,
Fremd ist dein Haar, fremd ist dein Kleid,
Fremd ist, was deine Augen fragen,
Und auch aus unsern wilden Tagen
Reicht nicht ein leises Wellenschlagen
An deine tiefe Seltsamkeit.

Du bist wie jene Bildgestalten,
Die überm leeren Altarspind
Noch immer ihr Hände falten,
Noch immer alte Kränze halten,
Noch immer leise Wunder walten -
Wenn längst schon keine Wunder sind.

`

*

Ερωτικό
Πόσο να σταματήσω την ψυχή μου, πόσο,
να μην αγγίξει τη δική σου; Πώς
θα μπορούσα άραγε να την υψώσω
μακριά από σένα; Σε κάτι άλλο
την ψυχή μου πώς να δώσω;

Πως θα ΄θελα αλήθεια να την κρύψω
στα σκοτεινά, σε κάτι πια χαμένο,
σε τόπο απάνεμο, σε τόπο ξένο,
που μένει όμως σταθερός,
όταν δονείται ο δικός σου ο βυθός.

Μα ό τι μαζί μάς φέρνει,
από τους δυο μας φτιάχνει μόνο
με δυο χορδές μια μουσική - σαν δοξαριά - ένα μονάχα τόνο.
Σε ποιο έγχορδο είμαστε άραγε δεμένοι;
Ποιος είναι ο παίχτης που στο χέρι του μας παίρνει;

Γλυκό τραγούδι εσύ!
.

Liebeslied

Wie soll ich meine Seele halten, daß
sie nicht an deine rührt? Wie soll ich sie
hinheben über dich zu andern Dingen?
Ach gerne möcht ich sie bei irgendwas
Verlorenem im Dunkel unterbringen
an einer fremden stillen Stelle, die
nicht weiterschwingt, wenn deine Tiefen schwingen.
Doch alles, was uns anrührt, dich und mich,
nimmt uns zusammen wie ein Bogenstrich,
der aus zwei Saiten eine Stimme zieht.
Auf welches Instrument sind wir gespannt?
Und welcher Spieler hat uns in der Hand?

O süßes Lied.

`

*
Μοναξιά

Η μοναξιά, είναι σαν μια βροχή.
Από τη θάλασσα στη βραδινή μουντάδα ανεβαίνει
ή από κάμπους που΄ ναι μακρινοί και απομονωμένοι
και πάει στους ουρανούς, που στέκουν πάντα μοναχοί -
κι ύστερα από εκεί, στην πόλη πέφτει σαν βροχή.

Στις νόθες ώρες της νυχτιάς πάνω της βρέχει,
όταν τα σκοτεινά στενά τη μέρα λαχταρούν
κι όταν τα σώματα βουβά χωρίς κάτι να βρουν,
πιο μοναχά από πριν χωρίζουν μεταξύ τους πικραμένα,
ή όταν ζευγάρια που μισούνται υποχωρούν,
γιατί σ΄ένα κρεβάτι να περάσουν τη νυχτιά είναι υποχρεωμένα:

ποτάμια τρέχει τότε η μοναξιά, πλημμυρισμένα…
.
Einsamkeit

Die Einsamkeit ist wie ein Regen.
Sie steigt vom Meer den Abenden entgegen;
von Ebenen, die fern sind und entlegen,
geht sie zum Himmel, der sie immer hat.
Und erst vom Himmel fällt sie auf die Stadt.

Regnet hernieder in den Zwitterstunden,
wenn sich nach Morgen wenden alle Gassen
und wenn die Leiber, welche nichts gefunden,
enttäuscht und traurig von einander lassen;
und wenn die Menschen, die einander hassen,
in einem Bett zusammen schlafen müssen:

dann geht die Einsamkeit mit den Flüssen…

`

*
Δειλινό

Αργά το δειλινό τα ρούχα του αλλάζει,
που μια σειρά γέρικων δέντρων του κρατά,
σβήνουν οι δύο κόσμοι και ο ένας μοιάζει να βουλιάζει,
καθώς ο άλλος προς τον ουρανό ψηλά πετά.

Κι εσύ δεν ξέρεις σε ποιον απ΄τους δυο λογιέσαι:
δεν είσαι ακόμα στο σκοτάδι σαν το σπίτι που σιωπά,
μα ούτε και σίγουρος, πως απ΄το αιώνιο κρατιέσαι
όπως αυτό, που κάθε νύχτα σαν αστέρι σε κοιτά.

Και η ζωή σου μένει – δύσκολο να ξεδιαλύνεις –
αγώνας φοβισμένος και τιτάνιος και θαμπός,
γιατί τη μια θαρρείς, πως πέτρα θ΄απομείνεις,
την άλλη, πως θα λάμψεις σαν αστέρας φωτεινός.
.
Abend

Der Abend wechselt langsam die Gewänder,
die ihm ein Rand von alten Bäumen hält;
du schaust: und von dir scheiden sich die Länder,
ein himmelfahrendes und eins, das fällt;

und lassen dich, zu keinem ganz gehörend,
nicht ganz so dunkel wie das Haus, das schweigt,
nicht ganz so sicher Ewiges beschwörend
wie das, was Stern wird jede Nacht und steigt -

und lassen dir (unsäglich zu entwirrn)
dein Leben bang und riesenhaft und reifend,
so daß es, bald begrenzt und bald begreifend,
abwechselnd Stein in dir wird und Gestirn.

`

*

Φθινόπωρο

Τα φύλλα πέφτουν, μα σαν κάτι να τα φέρνει από μακριά,
θαρρείς κι εκεί ψηλά στον ουρανό μαράθηκαν οι κήποι,
ζυγίζονται άκεφα με μια στυφάδα στη θωριά.

Κι απ΄όλα τα αστέρια μόνη η γη βυθίζεται κι αυτή βαριά,
σαν έρθει η νύχτα, στη μοναξιά.

Όλοι μας πέφτουμε - κι αυτό εδώ το χέρι προορίζεται για εκεί -
δες: στον καθένα μας η πτώση κατοικεί.

Μα υπάρχει Ένας που της πτώσης μας αυτή τη δίνη
πολύ απαλά μες στην παλάμη του την κλείνει.
.
Herbst

Die Blätter fallen, fallen wie von weit,
als welkten in den Himmeln ferne Gärten;
sie fallen mit verneinender Gebärde.

Und in den Nächten fällt die schwere Erde
aus allen Sternen in die Einsamkeit.

Wir alle fallen. Diese Hand da fällt.
Und sieh dir andre an: es ist in allen.

Und doch ist Einer, welcher dieses Fallen
unendlich sanft in seinen Händen hält.
`

*

Επίλογος

Μέγας ο θάνατος.
Δικοί του είμαστε
μες στη χαρά μας.
Κι ενώ νομίζουμε, πως της ζωής μας λάμπει ο ανθός,
τολμά να κλάψει αυτός
βαθιά μας.
.
Schlussstück

Der Tod ist groß.
Wir sind die Seinen
lachenden Munds.
Wenn wir uns mitten im Leben meinen,
wagt er zu weinen
mitten in uns.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles