Νύχτες στην πόλη
Ι.
Απόψε,
Κυμαίνομαι μεταξύ
Συρμού και αποβάθρας
Βήματα στενά
Τσιγάρο στο στόμα
Πολύτιμο αντίβαρο της αμηχανίας
Τα βήματά μας,
Περιπεπλεγμένες ρίζες
Ενός υπόγειου δάσους
Σπάνια βρίσκονται
Αντίκρυ
Μα όταν συμβαίνει
Η ομίχλη πυκνώνει
Η αλήθεια στοιχίζει
Μια ολόκληρη άβυσσο.
`
II.
Κρύος αέρας
Και η νύχτα συντομεύει
Η μουσική με πήγε σε μέρη
Που τα λόγια εκπίπτουν
Δίχως πατρίδα.
Είδα
Σε γυαλιστερά πεζοδρόμια
Να φεγγοβολούν τα δόντια
Γυναικών
Που εκδίδουν
Την αντανάκλασή τους
Αναγνωρίζουν τους επίδοξους εραστές τους
Δίχως να κοιτάζονται στα μάτια
Και μέσα στα πολύχρωμα ανοικτά τους μπούστα
Η μοναξιά
Κρέμεται
Από την ταπετσαρία του μπορδέλου
Σαν γεροντίσιο χέρι
Που διψά για σάρκα.
Κρύος αέρας
Και η μουσική ολισθαίνει
Στο μονοπάτι
Που από πίσω του κρύβεται
Το ξέφωτο
`
III.
Απόψε
Περιφέρεσαι
Γυμνή και αλλόκοτη
Στα χέρια ριψοκίνδυνων ανθρώπων
Και έτσι όπως στέκεσαι
Ατάραχη
Στο στόχαστρο του κόσμου
Δίχως να ξέρω ποια είσαι
Ποια είσαι;
Θα αντάλλασσα πολλά
Για έναν καφέ
Μαζί σου•
Και ύστερα
Η κανονικότητα
Είναι κάτι που απαρνιέσαι έντονα στις συζητήσεις
Μα στα όνειρά σου
Αποσύρεσαι από το θόρυβο
Ό,τι αγαπάς
Ανήκει στη σιωπή
`
IV.
Ένας πυροβολισμός
Μέσα στη νύχτα
Διαρρηγνύει το τσόφλι του κόσμου
Σε διαιρώ ακέραια
Όπως το δύο το τέσσαρα
Ακριβώς στην μέση
Για να εισχωρήσω
Και να κοιμηθώ
-Κρυφά από σένα-
Στον πυρήνα σου.
`
*
Θραύσμα
Μεγαλώσαμε ανεξάντλητα
Οικειοποιηθήκαμε την άβυσσο και
Όλα τα αφήσαμε στην τύχη
Και στο αχόρταγο σώμα της φθοράς
Επιπλεύσαμε
Στο φως
Και τις λέξεις αφήσαμε μόνες να τρέχουν
Μακριά από τη σημασία τους
Δεν ξέρω αν τα καταφέραμε
`
*
*
Στη Ρώμη, μια αιωνιότητα πριν
_Vietato fumare
Κολλημένοι για ώρες στο τιμόνι
Οι δρόμοι, τα δέντρα, τ’ αυτοκίνητα
Περνούσαν τόσο κοντά μας
Που νιώθαμε την ανάσα τους
Συζητήσεις δίχως πόρτες
-δεν επιτρέπεται το κάπνισμα
Επαναλαμβανόμενες ραδιοφωνικές συχνότητες
-δεν επιτρέπεται το κάπνισμα
Μια πινακίδα μας έκανε σινιάλο
Από ‘δω και πέρα, η πραγματικότητα ξεμακραίνει επικίνδυνα
-vietato fumare
Φτάσαμε σε μια πόλη
Όπου οι κάτοικοι πετούσαν απ’ τα μπαλκόνια
Τα παράθυρα
Κρότοι, λάμψεις, ποδοβολητό
Είναι πια τόσο νύχτα
Όλα ισορροπούν σε μια αόρατη ίνα ζωής
Ίχνη νερού που στέγνωσαν στην άσφαλτο
Λάσπη από λάσπη
Ουρανός από Ουρανό
Είναι πια τόσο νύχτα
Θαμπά πρόσωπα βγήκαν στους δρόμους
Με σακούλες, χώμα, φτυάρια κι αξίνες• κάναν πως χτίζαν
Όσο μακριά και αν έφτασα
Τίποτα δεν φοβήθηκα πιο πολύ
Παρά τις θύελλες που ξεσπούν
Για να μην ακούν οι άνθρωποι άλλους ανθρώπους
Να ζητούν βοήθεια.
`
*
Παλίρροια
Η θάλασσα χτυπά την καμπάνα
Οι πιστοί συνωστίζονται
Για τον απογευματινό πνιγμό
Αφήνω την πόρτα ανοικτή
Στην εποχή
Της παλίρροιας
Μπορώ να μιλώ μαζί σου
Όσο διαρκεί
Ένας κόσμος