Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

«Μαρτίνος Λούθηρος, Ο πατέρας του εργασιακού φετιχισμού» (μτφρ. &επιμέλεια: Γιώργος Καρτάκης)

$
0
0

.

(Φωτο: Σύντομα δεν υπήρχε τίποτα που να θυμίζει τον ισχνό και ντροπαλό μοναχό του παρελθόντος. Ο Μαρτίνος Λούθηρος και η Καταρίνα φον Μπόρα* σε μια γελοιογραφία του 19ου αιώνα. )
.
«Προς Θεού, όχι απραξία!». Το παραπάνω αποτελεί και στις μέρες μας το μάντρα του εργασιακού κόσμου. Μια ανάλυση για το πώς τα 500 χρόνια της Θρησκευτικής Μεταρρύθμισης ενέπνευσαν την μισθωτή εργασία και τον καπιταλισμό.
.

«Ο άνθρωπος γεννήθηκε για να δουλεύει, όπως ένα πουλί για να πετά», είχε διακηρύξει ο Μαρτίνος Λούθηρος. Ο θρησκευτικός μεταρρυθμιστής εορτάζεται ως μαχητής της ελευθερίας και ανθρωπιστής, ωστόσο, εκτός από φλογερός αντισημίτης, υπήρξε και φλογερός υπέρμαχος της εργασίας, αφού η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση πυροδότησε πράγματι τη σύγχρονη μισθωτή εργασία και τον καπιταλισμό, επειδή - όπως ο Λούθηρος δήλωνε - «η απραξία αποτελεί αμάρτημα, γιατί παραβαίνει την εντολή του Θεού, ο οποίος έχει διατάξει τον άνθρωπο στη Γη να εργάζεται».
Όμως, σε ποιον ανήκουν πραγματικά τα δάση, τα βοσκοτόπια και οι πηγές; Στην ουσία, σε κανένα. Μέχρι την Μεταρρύθμιση τουλάχιστον, οι άνθρωποι τροφοδοτούνταν από την κοινή δημόσια περιουσία. Για παράδειγμα, ο ξεχασμένος Χάρτης των Δασών (Charter oft he Forest ), 1217, εγγυάται τη χρήση της κοινοτικής περιουσίας στον πληθυσμό: «Kάθε ελεύθερος άνθρωπος επιτρέπεται γι΄αυτό, χωρίς να διωχθεί, να οικοδομήσει στο δάσος ή στην ύπαιθρο ένα μύλο, ένα υποστατικό, μια τεχνητή λίμνη, ένα νταμάρι, μια τάφρο ή να καλλιεργήσει γη σε μια αγριάδα, υπό την προϋπόθεση, ότι η ενέργεια του αυτή δεν βλάπτει κανένα γείτονα».

Ωστόσο, το αργότερο τον 16ο αιώνα, οι κοσμικοί ηγεμόνες άρπαξαν την κοινή ιδιοκτησία από τους ανθρώπους. Η δημόσια ιδιοκτησία μετετράπη σε ιδιωτική και ο αποστερημένος πληθυσμός πυροδότησε τον Πόλεμο των Χωρικών (1524-1526). Οι θεολόγοι της μεταρρύθμισης και οι ηγέτες των αγροτών Σεμπάστιαν Λότζερ και Κρίστοφ Σκππέλερ επέκριναν στα «Δώδεκα άρθρα» τους το γεγονός, «ότι ο φτωχός δεν έχει το δικαίωμα να κυνηγήσει άγρια ζώα, πουλιά και ψάρια» ως «απάνθρωπο και ενάντια στον λόγο του Θεού». Επιπλέον, «όλα τα δάση που δεν έχουν αγοραστεί, θα πρέπει να επιστρέψουν και πάλι στην κοινότητα, ώστε όλοι να μπορούν καλύψουν τις ανάγκες τους σε καυσόξυλα ή οικοδομική ξυλεία. [Εκτός αυτού] στα χέρια μας πρέπει να ξαναγυρίσουν τα λιβάδια και οι αγροί, τα οποία έχουν κάποιοι οικειοποιηθεί, τα οποία όμως ανήκουν στην κοινότητα». Η Βίβλος επίσης τάσσεται κατά της δουλοπαροικίας, «διότι όλοι είμαστε ελεύθεροι και θέλουμε να παραμείνουμε».
.
Οι χωρικοί πρέπει να στραγγαλιστούν και να τρυπηθούν
.
Οι εξεγερμένοι αγρότες ήταν ένα αγκάθι στο μάτι των μεταρρυθμιστών. Ο μέχρι και σήμερα ακόμα περιβόητος προτεστάντης Φίλιππος Μελάγχθων, έγραφε στον εκλέκτορα Λουδοβίκο Ε΄ το έτος 1525: «Οι αγρότες δεν έχουν δικαίωμα να υπαγορεύουν νόμους στην εξουσία. Για έναν τόσο ανάγωγο, θρασύ και αιμοδιψή λαό, ο Θεός έχει ορίσει την μάχαιρα». Οι κατά τα άλλα δήθεν πιστοί στην Βίβλο μεταρρυθμιστές ξεπέρασαν σαφώς την βιβλική απαγόρευση της ιδιωτικοποίησης των αγροτικών εκτάσεων, σύμφωνα με την οποία «η γη δεν πρέπει να πωληθεί, επειδή δεν είναι δική σας, αλλά ιδιοκτησία [του Θεού]. Ζείτε μαζί μου ως ξένοι ή επισκέπτες, στους οποίους η γη έχει δοθεί μόνο για χρήση». (Λευιτικόν, 25,23). Αυτό, όμως, ήταν αδιάφορο στον Λούθηρο. Στο φυλλάδιο του συνιστά στους ηγεμόνες να κινηθούν χωρίς ενδοιασμό εναντίον των δολοφονικών και αρπακτικών όχλων των αγροτών, λέγοντας ότι οι αγρότες πρέπει να «χαλαστούν, να στραγγαλιστούν και να τρυπηθούν, κρυφά και δημοσίως, με τον ίδιο τρόπο που κάποιος πρέπει να εξοντώσει ένα λυσσασμένο σκύλο».

Οι αγρότες έχασαν τελικά τον πόλεμο και πάνω από 100.000 ανθρώπινες ζωές. Εκριζωμένοι από τα κοινά, ήταν στο εξής αναγκασμένοι να πωλούν την εργασία τους σε άρχοντες ή ιδιοκτήτες εργοστασίων: η μισθωτή εργασία είχε γεννηθεί. Κατ΄αυτόν τον τρόπο, πρώτη η αρπαγή της κοινής ιδιοκτησίας δημιούργησε ένα προλεταριάτο, το οποίο δεν υπήρχε απλά ως εκείνη τη στιγμή. Ο Καρλ Μαρξ σχολιάζει: «Έτσι, οι άνθρωποι της γης, οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί βίαια από τις εστίες τους και είχαν μετατραπεί σε περιπλανώμενους, χτυπήθηκαν, στιγματίστηκαν, βασανίστηκαν και μετατράπηκαν μέσω αλλόκοτων και τρομοκρατικών νόμων σε έναν κλάδο απαραίτητο για το σύστημα της μισθωτής εργασίας». Και επιχειρηματίες, όπως ο Γιάκομπ Φούγγερ*, ο οποίος είχε χρηματοδοτήσει τους ηγεμόνες κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Χωρικών, έτριβαν ήδη τα χέρια τους.

Μέχρι την Μεταρρύθμιση η εργασία εθεωρείτο αναγκαίο κακό και, σύμφωνα με τη Βίβλο, αποτελούσε μια συλλογική πράξη ένδειξης μετάνοιας: «εν ιδρώτι του προσώπου σου φαγή τον άρτον σου»,(Γέν. 3:19). Με αυτά τα λόγια, ο Αδάμ και η Εύα εκδιώχθηκαν από τον Παράδεισο. Πριν από τον Λούθηρο, οι άνθρωποι πίστευαν ότι κάποιος θα μπορούσε να σωθεί εξασκώντας οποιοδήποτε επάγγελμα στην ιεραρχημένη μεσαιωνική κοινωνία. Απλά, δεν είχε νόημα να ξεπατώνεται κανείς στην δουλειά, εφόσον την έκανε κατά κάποιον τρόπο καλά. Όμως με την Μεταρρύθμιση ήρθε ο εργασιακός φετιχισμός:
.
«Ο Θεός δεν θέλει αργόσχολους»
.
«Εάν υπακούομεν μόνον εις το επάγγελμά μας, κανένα έργον δεν θα είναι αντιαισθητικό και μικρό, ώστε να μην ημπορεί να σταθεί ενώπιον του Κυρίου. Η εργασία μας δια τα προς το ζην αποτελεί λατρεία και είναι ιερά. Αδράνεια και ακολασία είναι αντιθέτως αυτά, τα οποία χαλούν τον άνθρωπον. Ως εκ τούτου, να εργάζεσθε επιμελώς και να ζείτε σεμνά, αποφεύγοντες μέθη, χορούς και παίγνια, διότι αυτά είναι πειρασμοί του διαβόλου».

Αυτά τα λόγια προέρχονται από την πένα ενός άλλου φανατικού της εργασίας, του Γιοχάνες Κάλβιν. Οι Προτεστάντες ήταν πεπεισμένοι, ότι ακόμα και πριν τη γέννηση κάθε ανθρώπινου όντος είναι καθορισμένο, αν αυτό ανήκει στους εκλεκτούς ή τους κολασμένους. Λόγω αυτού του προκαθορισμού κανείς δεν γνωρίζει, σε ποια ομάδα ανήκει και μόνο η επίγεια επιτυχία θα μπορούσε να είναι μια ένδειξη. Πειθαρχία, εργατικότητα και ακατάπαυστη εργασία σε αυτήν τη ζωή απετέλεσαν εφεξής τους μοναδικούς δείκτες σωτηρίας ή αλλιώς: όποιος αποκτήσει κοσμική επιτυχία, σ΄αυτόν ανήκει και η ουράνια χάρη του Θεού. Έτσι, ο Λούθηρος και ο Καλβίνος υπήρξαν οι πρώτοι, οι οποίοι ενστάλαξαν θετικό περιεχόμενο στην έννοια της εργασίας - το επάγγελμα έγινε σκοπός.

Το 1232 ο Πάπας Γρηγόριος Θ΄ αποφάσισε, ότι στο εξής θα έπρεπε να υπάρχουν 85 ημέρες αργίας, ώστε οι άνθρωποι να είναι σε θέση να στραφούν στον Θεό. Από την εποχή της Μεταρρύθμισης - ο Λούθηρος θυροκόλλησε τις θέσεις του το 1517 στον ανακτορικό ναό της Βιτεμβέργης - ο αριθμός των μη εργάσιμων ημερών μειώθηκε ριζικά. Ο Λούθηρος τόνισε «την ανάγκη κατάργησης όλως των εορτών και την διατήρηση μόνο της Κυριακής ως αργίας, γιατί με τις διαστάσεις που έχουν πάρει πια οι καταχρήσεις, τα παιχνίδια, η ραστώνη και κάθε είδους αμαρτία, εξοργίζουμε τον Θεό περισσότερο τις άγιες ημέρες παρά τις άλλες» Αντίθετα με τη βιβλική εντολή και τη μεσαιωνική παράδοση, ο Λούθηρος υποστήριξε, ότι «οι ιερές μέρες δεν είναι ιερές, ενώ αντιθέτως, οι ημέρες εργασίας είναι».
.
«Ο Θεός δεν θέλει τεμπέληδες αργόσχολους»
.
Οι νεογενείς μισθωτοί δεν αποδέχτηκαν χωρίς αντιδράσεις την τύχη τους: η πώληση της προσωπικής εργασίας σε άλλο άτομο, με σκοπό να αυξηθούν τα κέρδη του, θεωρήθηκε κάποτε πράξη ανέντιμη και υποτιμητική. Πώς αλλάζουν οι καιροί! Σήμερα θεωρούμε τη μισθωτή εργασία τόσο φυσική όσο και την καθημερινή ανατολή του ήλιου. Εκείνη την εποχή όμως, πολλοί εργάζονταν μόνο μέχρι να κερδίσουν αρκετά χρήματα και ύστερα παρατούσαν κυριολεκτικά το σφυρί μέχρι το τέλος του μήνα. Οι επιχειρηματίες αντέδρασαν γρήγορα μειώνοντας τους μισθούς, ώστε να είναι επαρκείς μόνο για επιβίωση. Ως αποτέλεσμα, οι εργαζόμενοι προετοίμαζαν κρυφά απεργίες, άρχισαν τα σαμποτάζ ή σούφρωναν αντικείμενα από τα εργοστάσια, για να τα πουλήσουν.

«Ο Θεός δεν θέλει τεμπέληδες αργόσχολους. Όλοι θα πρέπει να εργάζονται πιστά και με επιμέλεια, κάθε άνθρωπος ανάλογα με το επάγγελμα και την θέση του, μόνο έτσι ο Θεός θα δώσει την ευλογία του για ευημερία», υποστήριζε ο Λούθηρος. Και ενώ ο Ιησούς ήταν, όπως θα μπορούσε να πει κάποιος, ένας ευτυχής άνεργος, η τεμπελιά και η σπατάλη χρόνου μετετράπησαν σε θανάσιμα αμαρτήματα - και παραμένουν μέχρι σήμερα. Μόνο όσοι εργάζονται έχουν δικαίωμα ύπαρξης. Αυτό που ήταν αδιανόητο πριν την Μεταρρύθμιση, έκτοτε απετέλεσε μέτρο όλων των πραγμάτων, όπως επικριτικά αναφέρει ο Μισέλ Φουκώ: «Πρέπει να έχεις μια δουλειά, ένα στάτους, μια αναγνωρίσιμη ταυτότητα, μια σταθερή εξαρχής και για πάντα ατομικότητα. Τέλος, κανείς πρέπει να έχει ένα αφεντικό και να είναι ενταγμένος σε μια ιεραρχία. Κανείς υπάρχει μόνο εντός καθορισμένων ιεραρχικών σχέσεων: «Που εργάζεστε;» σημαίνει, «αφού δεν είστε αφεντικό, θα πρέπει να είστε υπηρέτης, δεν έχει σημασία κάτω από ποιες συνθήκες. Σημασία δεν έχει η ικανοποίηση της ατομικότητάς σας, αλλά η διατήρηση της τάξης ».

Η προτεσταντική εργασιακή ηθική ευλόγησε τον αναδυόμενο εργασιακό φετιχισμό κάνοντας, σαν να πούμε, στους μισθωτούς σκλάβους το τελευταίο ευχέλαιο. «Υπακούστε στην αρχή» ανέφερε ο Λούθηρος παραφράζοντας την Γραφή και απαγόρευε στον εαυτό του οποιαδήποτε διαμαρτυρία προς το πεινασμένοι για κέρδος αυταρχικό κράτος. Σταδιακά, τα εργοστάσια στην Ευρώπη γέμισαν με μισθωτούς σκλάβους και οι δρόμοι με ζητιάνους. Και ενώ η επαιτεία ήταν ακόμα κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα ένας απόλυτα νόμιμος τρόπος ζωής, για να τα βγάλει κανείς πέρα, τώρα οι άνεργοι είχαν πλέον τεθεί υπό περιορισμό σε πτωχοκομεία. Ο Εδουάρδος ΣΤ΄ θέσπισε, ως πρώτος προτεστάντης βασιλιάς της Αγγλίας, το 1547 τον ακόλουθο νόμο: «Αν κάποιος αρνείται να εργαστεί, θα πρέπει να δοθεί ως σκλάβος στο άτομο που τον κατέδωσε ως αργόσχολο, το οποίο εφεξής θα έχει το δικαίωμα να τον αναγκάσει, ακόμα και μέσω μαστιγώματος, στην τέλεση και της πλέον απεχθούς εργασίας. Αν ο σκλάβος αποδράσει για 14 ημέρες, είναι καταδικασμένος να παραμείνει δούλος εφόρου ζωής και πρέπει να φέρει στο μέτωπο ή το μάγουλα το γράμμα S. Αν δραπετεύσει για τρίτη φορά, θα όφειλε να εκτελεστεί ως προδότης του κράτους. Ο αφέντης του έχει δικαίωμα να τον πουλήσει, να τον μεταβιβάσει, να τον δανείσει σε άλλους ως δούλο, κατά τον ίδιο τρόπο όπως και κάθε άλλο κινητό αγαθό ή ζώο».
.

Η εκκλησία και ο Καπιταλισμός έχουν προδώσει τον Ιησού
.
Παιδιά, Κουζίνα, Εκκλησία
.
Στον οίκο*, το αρχαίο και μεσαιωνικό νοικοκυριό, εργάζονταν άνδρες και οι γυναίκες μαζί - καμιά δουλειά δεν «άξιζε» περισσότερο από την άλλη. Όμως με την άνοδο του καπιταλισμού, ο Αδάμ εργαζόταν πια έξω από τον οίκο, ενώ η Εύα, προσφέροντάς του την θαλπωρή ενός σπιτιού, αναγκάστηκε να απομονωθεί στην ιδιωτική σφαίρα. Έκτοτε, μόνο η μισθωτή εργασία μπορεί να οδηγήσει στην απόκτηση κοινωνικής αναγνώρισης, ενώ η μη αμειβόμενη οικιακή εξακολουθεί να θεωρείται δεδομένη και σε μεγάλο βαθμό περιθωριοποιημένη, όπως αναφέρει η φεμινίστρια Λόρη Πέννυ επικριτικά: «Οι οικιακές εργασίες δεν είναι ευτελείς. Χωρίς την δουλειά των γυναικών, θα κατέρρεε οποιαδήποτε δυτική οικονομία μέσα σε λίγες ημέρες. Το ποσόν, το οποίο θα αναλογούσε στις γυναίκες για την άμισθη φροντίδα των παιδιών και την οικιακή τους εργασία, θα ήταν έξι φορές υψηλότερο από τον όχι ευκαταφρόνητο προϋπολογισμό της εθνικής άμυνας των ΗΠΑ».

Παιδιά, κουζίνα, εκκλησία - αυτή είναι η τριάδα, που υποστηρίχθηκε σημαντικά από τους προτεστάντες. «Ημεγαλύτερη τιμή για μια γυναίκα είναι, ότι οι άνδρες γεννιούνται από αυτήν», γράφει ο Λούθηρος, προσθέτοντας απλά, ότι η σκληρή δουλειά των γυναικών είναι θέλημα Θεού: «Αν ζητήσεις και από την πιο ασήμαντη υπηρέτρια να σου πει, γιατί σκουπίζει το σπίτι, πλένει πιάτα ή αρμέγει αγελάδες, θα απαντήσει: Ξέρω, ότι η εργασία μου ευχαριστεί τον Θεό, επειδή αυτό ορίζει ο λόγος και η εντολή του προς εμένα». Αμήν! Η γλωσσολόγος Μπάρμπαρα Βίνκεν τονίζει, ότι «ο προτεσταντισμός στη Γερμανία οδήγησε σε ένα απόλυτο στιλιζάρισμα και μια κανονικοποίηση των γυναικών έχοντας τις περιορίσει στο ρόλο της συζύγου και μητέρας, κάτι που σε καμιά περίπτωση δεν συνέβη με τον καθολικισμό».
.
Περνά η καμήλα απ΄το μάτι μιας βελόνας;
.
Ο Λούθηρος, ο Ούλριχ Ζβίγγλιος και ο Καλβίνος δεν υποστήριξαν μόνο την αρπαγή της δημόσιας περιουσίας από τους χωρικούς, αλλά και την τοκογλυφία: Μέχρι την Μεταρρύθμιση, οι τόκοι σε γενικές γραμμές απαγορεύονταν, σύμφωνα με τις βιβλικές εντολές. Ο Λούθηρος απέρριψε αυτές τις εντολές και δήλωσε, ότι τα επιτόκια των τεσσάρων με πέντε τοις εκατό ήταν νόμιμα. Φυσικά, οι βασιλιάδες και οι ηγεμόνες δεν κλήθηκαν δύο φορές να ακολουθήσουν την άποψη του Λουθήρου προκειμένου να κερδοσκοπήσουν. Πολλοί ιστορικοί βλέπουν εδώ, παράλληλα με την αρπαγή της δημόσιας περιουσίας, τη γένεση του καπιταλισμού, ο οποίος ουσιαστικά τροφοδοτείται μέσω δανείων και τόκων. Ο Μαξ Βέμπερ, στο κλασικό έργο του «Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού» (1904), υπογραμμίζει, ότι «η σημερινή μας αντίληψη γύρω από το επάγγελμα είναι θεμελιωμένη θρησκευτικά» και ότι τόσο «το ήθος της ορθολογικής αστικής επιχείρησης, όσο και αυτό της ορθολογικής οργάνωσης της εργασίας» πηγάζει από την Μεταρρύθμιση.

Σχεδόν κανείς πια δεν αμφισβητεί, ότι ανοικτές περιοχές ή πηγές σε όλο τον κόσμο, οι οποίες στο παρελθόν ήταν από όλους προσβάσιμες, σήμερα είναι περιφραγμένες, προϊόν εκμετάλλευσης ή καίγονται. Η μισθωτή εργασία - ένα ιστορικά νέο κατασκεύασμα - με μοναδικό στόχο την αύξηση του κέρδους των άλλων, θεωρείται πια αυτονόητη. Το γεγονός, ότι τα τραπεζικά χρέη υποδουλώνουν χιλιάδες ανθρώπους ή ολόκληρα κράτη, υποβαθμίζεται και θεωρείται αναγκαίο κακό. Σήμερα, που πολλοί απομακρύνονται από την θρησκευτική πίστη, ο καπιταλισμός και η εργασία έχουν γίνει υποκατάστατα του Θεού, εμφανίζοντας όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας θρησκείας: αδιαμφισβήτητη θεοποίηση ενός πατριάρχη-ιδρυτή, αποδοχή οδυνηρών στερήσεων, υπερβολικά σύμβολα και τελετουργικά, αυστηρή τιμωρία εκείνων που με τίποτα δεν θέλουν να «πιστέψουν»: Όποιος δεν θέλει να εργαστεί ή αρνείται να πληρώσει, πρέπει να το νιώσει στο πετσί του.

Η εκκλησία και ο καπιταλισμός έχουν προδώσει τον Ιησού. Ο προτεσταντισμός προώθησε τον καπιταλισμό, είτε διαστρεβλώνοντας, είτε απλά αποκηρύσσοντας τις κοινωνικο-επαναστατικές διδασκαλίες του Ιησού. Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αληθινά σας λέω, ότι θα είναι δύσκολο να μπει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών. Πάλι σας λέω: Ευκολότερο είναι να περάσει καμήλα μέσα από το μάτι μιας βελόνας, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού»(Ματ. 19, 23-24). Και ,αλήθεια, μήπως δεν έχει και ο ίδιος ο Θεός καταδικάσει την εργασιακή τρέλα, αφού μετά έξι ημέρες εργασίας, αποχώρησε, για να αναπαυθεί και δεν ξαναφάνηκε… μέχρι σήμερα.
`

***************************************************************
[Το κείμενο του Πάτρικ Σπετ (Patrick Spät) - 1982 - , διδάκτορα φιλοσοφίας - δημοσιεύθηκε στην γερμανική εφημερίδα «Die Zeit», 25. 11. 2016]
*
Σ.τ.μ:

α. Οίκος: Ελληνικά στο κείμενο
β. Ο Γιάκομπ Φούγγερ (Jakob Fugger ), ο επονομαζόμενος και «πλούσιος» γεννήθηκε το 1459 στο Άουγκσμπουργκ, όπου και πέθανε το 1525. Μεταξύ 1495 και 1525 υπήρξε ο σημαντικότερος έμπορος και τραπεζίτες της Ευρώπης. Ο Φούγγερ ήταν επίσης κληρικός και εισέπραττε ένα παχυλό μισθό, χωρίς όμως ποτέ να ζήσει σε μοναστήρι.
.
γ. Η Καταρίνα φον Μπόρα (Katharina von Bora) γεννήθηκε το 1499 στο Λίππεντορφ και πέθανε το 1552 στο Τόργκαου. Ήταν κόρη αριστοκρατικής οικογένειας της Σαξονίας και καλόγρια. Στην ηλικία των 26 ετών παντρεύτηκε τον Γερμανό μεταρρυθμιστή Μαρτίνο Λούθηρο, γι΄αυτό αργότερα την αποκαλούσαν «Λουθερίνα» (Lutherin)

***


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles