Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Charles Baudelaire, «Ο κόσμος θα τελειώσει» ["Περί χρήματος"] (μτφρ.: Ζ.Δ. Αϊναλής), εκδ. Κοβάλτιο, 2017

$
0
0


`

Ο κόσμος θα τελειώσει. Ο αποκλειστικός λόγος, εξαιτίας του οποίου θα μπορούσε να διαρκέσει, είναι επειδή υπάρχει. Προφανώς, ο λόγος αυτός είναι αδύναμος, ιδίως εάν τον συγκρίνουμε με όλους εκείνους που προμηνύουν το αντίθετο και ιδιαίτερα τον ακόλουθο: τι έχει να κάνει πλέον ο κόσμος κάτω από τον ουρανό; Διότι, υποθέτοντας πως θα εξακολουθούσε να υπάρχει υλικώς, θα ήταν αυτή μια ύπαρξη άξια αυτού του ονόματος, μια ύπαρξη άξια του λεξικού της Ιστορίας; Δεν ισχυρίζομαι πως ο κόσμος θα περιοριστεί στα σοφίσματα και στη γελοία αταξία των νοτιο-αμερικανικών δημοκρατιών· ότι ίσως ακόμη επιστρέψουμε σε άγρια κατάσταση πηγαίνοντας, μέσα από τα χορταριασμένα ερείπια του πολιτισμού μας, με το όπλο στο χέρι, να αναζητήσουμε την τροφή μας. Όχι. Διότι αυτή η μοίρα και αυτές οι περιπέτειες θα προϋπέθεταν ακόμη μιαν ορισμένη ζωτική ενέργεια, ηχώ των πρώτων εποχών. Νέο παράδειγμα και νέα θύματα των αμείλικτων ηθικών νόμων, θα χαθούμε μέσα από τους ίδιους τρόπους που νομίζουμε πως ζούμε. Η μηχανική θα μας αμερικανοποιήσει εντελώς, η πρόοδος θα κάνει να ατροφήσει σε τέτοιο βαθμό το διανοητικό κομμάτι μέσα μας, ώστε τίποτα ανάμεσα στις αιμοχαρείς, ιερόσυλες ή τις παρά φύσιν ονειροπολήσεις των ουτοπιστών δεν θα μπορεί να συγκριθεί με αυτά τα χειροπιαστά αποτελέσματα. Ρωτώ κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο να μου καταδείξει τι εξακολουθεί να υφίσταται από τη ζωή. Σε ό,τι αφορά τη θρησκεία, μου φαίνεται μάταιο να μιλήσει και να ψάξει κανείς για τα απομεινάρια της, αφού το να κάνει κάποιος τον κόπο να αρνηθεί τον Θεό είναι το μόνο σκάνδαλο σε ανάλογα θέματα. Η ιδιοκτησία εξαφανίστηκε φαινομενικώς με την κατάργηση του δικαιώματος των πρωτοτοκίων· όμως θα έρθει η εποχή που η ανθρωπότητα, σαν τέρας τιμωρό, θα αρπάξει, μέσα από τα χέρια όσων πιστέψουν πως είναι οι νόμιμοι κληρονόμοι των επαναστάσεων, το τελευταίο κομμάτι τους. Αλλά ούτε και αυτό θα είναι χειρότερο κακό.
Η ανθρώπινη φαντασία μπορεί να συλλάβει, χωρίς μεγάλο κόπο, «δημοκρατίες» ή άλλα είδη κοινοτικών κρατών, άξιων μιας ορισμένης δόξας, με την προϋπόθεση να διοικούνται από ανθρώπους εστεμμένους ή από μερικούς αριστοκράτες. Αλλά δεν είναι τόσο μέσα από τους πολιτικούς θεσμούς που θα εκδηλωθεί η παγκόσμια καταστροφή ή η παγκόσμια πρόοδος −διότι το πώς θα την ονομάσουμε ελάχιστα ενδιαφέρει−, όσο μέσα από την εξαχρείωση των καρδιών. Έχει κανένα νόημα να πω ότι το ελάχιστο του πολιτικού που θα επιβιώσει θα μάχεται αξιοθρήνητα στις αγκάλες της γενικής ζωικότητας και ότι οι κυβερνώντες θα αναγκαστούν, προκειμένου να διατηρηθούν στην εξουσία και να δημιουργήσουν μιαν επίφαση τάξης, να ανατρέξουν σε μέσα που θα έκαναν ακόμη και τον τόσο σκληρόπετσο, τρέχοντα ανθρωπισμό μας να ανατριχιάσει; − Τότε, ο γιος θα φεύγει από την οικογένεια, όχι στα δεκαοχτώ, αλλά στα δώδεκα, χειραφετημένος από την άπληστη πρωιμότητά του· και θα φεύγει, όχι πλέον σε αναζήτηση ηρωικών περιπετειών, όχι για να απελευθερώσει μιαν αιχμάλωτη καλλονή σε κάποιον πύργο, όχι για να απαθανατίσει ένα παράπηγμα μέσα από εξαίσιους στοχασμούς, αλλά για να ιδρύσει ένα εμπορικό, για να πλουτίσει και για να ανταγωνιστεί τον βδελυρό μπαμπάκα του − ιδρυτή και μέτοχο μια εφημερίδας που θα διαδώσει τα Φώτα και θα έκανε τον αλήστου μνήμης Αιώνα[1] να φαίνεται σαν σκεύος δεισιδαιμονίας. Τότε οι ανέστιες, οι εκπεσούσες, οι γυναίκες που είχαν καμπόσους εραστές, και που άλλοτε προσφωνούσαμε Αγγέλους, εξαιτίας και χάριν της ανοησίας που λάμπει, φως της τύχης, στο έλλογο κομμάτι της ύπαρξής τους όπως λάμπει το Κακό − λοιπόν, εκείνες τότε, λέω, δεν θα είναι τίποτε άλλο πια παρά αμείλικτη σοφία, σοφία που θα καταδικάσει τα πάντα, εκτός από το χρήμα, τα πάντα, ακόμα και τις πλάνες των αισθήσεων! Τότε εκείνο που θα προσομοιάζει στην αρετή −τι λέω!− το κάθε τι που δεν θα κλίνει από απληστία προς τον Πλούτο[2] θα εκλαμβάνεται ως κάτι το απροσμέτρητα γελοίο. Η δικαιοσύνη, εάν βέβαια θα είναι δυνατόν, εκείνη την πανευδαίμονα εποχή, να υπάρχει δικαιοσύνη, θα στερήσει το δικαίωμα του πολίτη από όσους δεν ευδόκησαν με κάποιον τρόπο να πλουτίσουν. Η σύζυγός σου, ω Μπουρζουά!, το σεμνό σου έτερον ήμισυ, που το νόμιμο στεφάνι της είναι η μόνη ποίηση της ζωής σου, εισάγοντας στο εξής μιαν άμεμπτη αισχρότητα στη νομιμότητα, φύλακας άγρυπνος και ερωτευμένος του χρηματοκιβωτίου σου, δεν θα είναι πια παρά το τέλειο ιδανικό της συντηρούμενης γυναίκας. Η κόρη σου, με παιδιάστικα όνειρα γάμου, θα ονειρεύεται στην κούνια της πως πουλά τον εαυτό της για ένα εκατομμύριο. Κι εσύ, ω Μπουρζουά!, −λιγότερο ποιητικός ακόμη και από όσο είσαι σήμερα− δεν θα βρίσκεις τίποτα περίεργο σε όλα αυτά, δεν θα νιώθεις καμία μεταμέλεια. Διότι υπάρχουν πράγματα στον άνθρωπο που ενδυναμώνονται και ακμάζουν, και άλλα που ατονούν και φθίνουν, και χάρη στην πρόοδο αυτής της εποχής, μόνο τα έντερα θα απομείνουν από τα σπλάχνα σου! Οι καιροί αυτοί είναι ίσως αρκετά κοντά μας. Ποιος ξέρει, μάλιστα ίσως να έχουν έρθει ήδη, και το ότι έχουμε γίνει έτσι χοντρόπετσοι να είναι το μοναδικό εμπόδιο που μας ανακόπτει από το να εκτιμήσουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπνέουμε!
Όσο για μένα, που αισθάνομαι καμιά φορά εντός μου τόσο γελοίος σαν προφήτης, γνωρίζω πως δεν θα βρω ποτέ τη φιλευσπλαχνία ενός γιατρού. Χαμένος σε τούτο τον απαίσιο κόσμο, κουβαριασμένος μες στα πλήθη, είμαι σαν άνθρωπος που έχει χάσει τελείως το ενδιαφέρον του και που κοιτά μονάχα πίσω, στου χρόνου το βάθος, και δεν βλέπει παρά απογοήτευση και πίκρα, και που όταν κοιτά μπροστά δεν βλέπει παρά μια καταιγίδα που δεν κουβαλά τίποτα καινούργιο, καμία διδαχή, κανέναν πόνο. Το βράδυ που αυτός ο άνθρωπος, πετώντας σε αναζήτηση μερικών ωρών απόλαυσης, νανουρισμένος κατά τη διάρκεια της χώνεψης, ξεχνά για λίγο −όσο γίνεται− το παρελθόν, ευχαριστιέται με το παρόν και παραιτείται από το μέλλον, μεθυσμένος από την ψυχραιμία και τον δανδισμό του, υπερήφανος που δεν είναι τόσο κατάπτυστος όσο οι άλλοι που περνούν, μονολογεί ατενίζοντας τον καπνό του πούρου του: «Τι με νοιάζει πού πάνε όλες αυτές οι συνειδήσεις;»
Πιστεύω πως παρέκλινα σε αυτό που οι άνθρωποι του επαγγέλματος αποκαλούνε πάρεργο. Και όμως, θα τις αφήσω αυτές τις σελίδες − θα τις αφήσω για να χρονολογούν τη μήνιν μου.
Θλίψη.
`
******************************************************************

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ο Αιών [Le Siècle]: ευπώλητη παριζιάνικη εφημερίδα που κυκλοφορούσε από το 1836 μέχρι το 1932. Αρχικά υποστήριζε τη συνταγματική μοναρχία, αλλά μετά το 1850 υπήρξε από τα κύρια όργανα προπαγάνδας της Β΄ Αυτοκρατορίας. Ο Μπωντλαίρ (όπως φαίνεται και από ένα σύντομο κείμενό του που επιγράφεται Canevas des Lettres d’un Atrabilaire, βλ. Œuvres complètes, Texte établi, présenté et annoté par Claude Pichois, Gallimard, La Pléiade, σ. 781) την απεχθανόταν τόσο για τις πολιτικές της θέσεις όσο και για τις λογοτεχνικές σελίδες της.
2. Εδώ ο Μπωντλαίρ χρησιμοποιεί το όνομα Plutus και παραπέμπει στον θεό Πλούτο.
* * *
`

`

*********************************************************

Το κείμενο [«Ο κόσμος θα τελειώσει»] προέρχεται από τις «Φωτοβολίδες» [«Fusées»] του Σαρλ Μπωντλαιρ και αποτελεί το επίμετρο στον τόμο «Περί χρήματος» (Εκδόσεις Κοβάλτιο, 2017), ο οποίος περιλαμβάνει τα κείμενα: Θωμάς Ακινάτης: «Περί του αμαρτήματος της τοκογλυφίας»· Αριστοτέλης: [«Περί γενναιοδωρίας»]· Σούσουι Κότοκου: «Καταργήστε το χρήμα!»· Καρλ Μαρξ: [«Η δύναμη του χρήματος»]· Άντι Ουόρχολ: «Οικονομικά»· Λεβ Τολστόι: [«Χρήμα»]. Εισαγωγή: Γιώργος Μπλάνας: «Περί χρήματος τοις μετρητοίς».


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles