[author]του Στράτου Φουντούλη [/author]
Ο Μαρσέλ Προυστ στοχάζεται πάνω στο ζήτημα της καλλιτεχνικής δημιουργίας επιλέγοντας για πολλοστή φορά τη μουσική φράση της Σονάτας του Βιντέϊγ, το λάιτ μοτίφ (κι ας μην αναφέρεται) που διατρέχει το δεύτερο κυρίως μέρος του «Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών», και• ενώ έχει δει τον ίδιο τον Βιντέϊγ να παίζει, ξεκινά το στοχασμό για τη μεγάλη Τέχνη μέσα από «τα ωραία χέρια» της κυρίας Σουάν «καθώς πρόβαλλαν απ’ τα ροζ ή άσπρα μανίκια», χωρίς καθόλου να ενοχληθεί από την προφανώς ερασιτεχνική της εκτέλεση, αγνοεί τον εκτελεστή του έργου και• χωρίς να αναφέρει τους λόγους που το κάνει αυτό –όπως κάνουν πάντα οι μεγάλοι δημιουργοί που αφήνουν το ίδιο το έργο «να μιλήσει», στέκεται στην Ουσία, κι ενώ συχνά δεν ξεχωρίζεις τίποτα για το ποιόν του έργου –τονίζει, όχι χωρίς λόγο, ότι «αν είναι μια μουσική κάπως πολύπλοκη που την ακούς για πρώτη φορά […] αν πραγματικά δεν είχαν, καθώς νόμισαν, τίποτα ξεχωρίσει στην πρώτη ακρόαση, η δεύτερη κι η τρίτη δε θα ‘ταν διαφορετικές από την πρώτη και δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να καταλάβουν κάτι περισσότερο στη δεκάτη»… με αυτό τον απλό τρόπο ο Προυστ καταγράφει με απλότητα την πολυπλοκότητα του συλλογισμού του• βουτώντας βαθύτερα στην Ουσία, καταλήγει: «Πιθανότατα αυτό που λείπει την πρώτη φορά δεν είναι η κατανόηση αλλά η μνήμη» (υπογράμμιση δική μου). Ο Προυστ επισημαίνει μέσα σε λίγες μόνο αράδες τον καταλυτικό ρόλο του ασυνείδητου που ο μεγάλος βαθυστόχαστος ψυχίατρος-αναλυτής Σίγκμουντ Φρόυντ για χρόνια μελέτησε προσδιορίζοντάς το και επιστημονικά. Η Μνήμη (του ακούσματος ή της θέασης) ενός έργου τέχνης, μας προσφέρει την Ανάμνηση, διότι «Απ’ αυτές τις πολλαπλές εντυπώσεις η μνήμη δεν είναι σε θέση να μας δώσει αμέσως την ανάμνηση […] Η ανάμνηση γεννιέται μέσα της σιγά-σιγά και απέναντι σε έργα ακουστά δυο ή τρεις φορές, είμαστε σαν το γυμνασιόπαιδο που ξαναδιάβασε πολλές φορές πριν αποκοιμηθεί ένα μάθημα που νόμιζε πως δεν ήξερε και που το απαγγέλει απ’ έξω την επαύριο». Η επαναλαμβανόμενη αφηγηματικότητα ενός θέματος μπολιάζει νου κι αισθήσεις, αποθηκεύει ψήγματα ζωής, μνήμης. Πόσοι και πόσο εκμεταλλεύτηκαν τη φοβερή αυτή ουσία του ασυνείδητου, από τους δημοκρατικούς ή δικτατορικούς Γκαίμπελς έως τη σύγχρονη μεταμάρκετινγκ διαφημιστική/προπαγανδιστική αφήγηση του storytelling είναι μια άλλη υπόθεση, ενός άλλου θέματος, έξω από το αγκάλιασμα της ευαισθησίας μας –όπως θα έλεγε (και είπε) ο Προυστ- που είναι και ο στόχος αυτού του κειμένου που καταθέτω ως αναγνώστης. Τελειώνοντας, (επαν)έρχεται στο νου η τρεμάμενη, κομψή, άγαρμπη, φάλτσα φωνή -όπως «τα ωραία χέρια» της κυρίας Σουάν- της Ζωής Φυτούση στο χατζιδακικό «Φέρτε μου ένα μαντολίνο». Το άτιμο, δεν φεύγει απ’ τη μνήμη.
*
Βρυξέλλες 2011