Στο μεταίχμιο της ιστορίας
Δεν ξέρω πως ζει κανείς στο μεταίχμιο της ιστορίας.
Έζησε μακριά από κάθε τι αυθεντικό.
Όλα τα διαμάντια αναζητούν κι αυτά μια θλιμμένη αγκαλιά όταν νυχτώνει.
Τίποτα δε μένει ακέραιο.
Πάμε να γκρεμιστούμε. Τουλάχιστον τότε ο εφιάλτης θα ΄χει τελειώσει στη βουτιά.
Δε ρώτησα ποτέ πως έφτασες εδώ.
Επώνυμα δεν είχαν σημασία.
Λέξεις δεν είχαν ευκαιρία.
Ζητάς ψυχή. Γαζώνεις ανταλλάγματα.
Πληγώνει αυτός ο κόσμος μου είπες. Χαρακώνει τα μάτια, τα χέρια, τα ρούχα.
Πληγώνει αυτός ο δρόμος. Μα τον επέλεξες εσύ.
Ξέρεις τι πούλαγες τόσο καιρό;
Τελείωσε το εμπόρευμά σου.
Τώρα πουλάς την ψυχή σου.
Κι είναι ήδη πολύ αργά.
Γιατι αυτό το τέρας κοιμόταν πάντα με τα μάτια ανοιχτά.
Ναρκωμένο ζούσε ακίνητο όλον τον εφιάλτη.
Ωσπου μια μέρα θα κουνηθεί. Θα τρίξει. Θα σπάσει.
Θα ξεχυλίσει ο κόσμος αυτός αίματα και δέρμα.
Δεν ξέρω πως έζησε κανείς τόσα χρόνια στο μεταίχμιο της ιστορίας.
Δεν ξέρω πως έζησα τόσα χρόνια στο μεταίχμιο μιας σιωπής.
Δεν ξέραμε τι πέθανε απόψε
Υπήρξαν τόσο βρώμικα λόγια που βρώμισαν κι οι ψυχές.
Κάτω απ΄αυτά τα πετρωμένα στόματα υπάρχει μια μεγάλη ατσαλάκωτη ευεξία.
Εκεί λένε πως ζει ο θάνατος σε μικρές μικρές ποσότητες.
Σαν όνειρο κοιμάται με τους δαιμονισμένους.
Κάποιος κάποτε μου δωσε ένα τριαντάφυλλο.Το κράτησα στα δόντια.
Από τότε κάθε μέρα τα δόντια μου ματώνουν.
Σαν το αγκάθι να μην έφυγε ποτέ.
Σαν αλλαγή να μήν υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ.
Ζήσαμε σαν όνειρο.
Ποτέ δε γίναμε αλήθεια.
Λίγο πιο πέρα απ΄τις τεράστιες αηδιαστικές λέξεις βρισκόταν μία γέφυρα.
Λίγο πιο πίσω κάποιος έκλαιγε για μια επανάσταση που δεν έγινε ποτέ.
Για ένα φιλί, για μια ανάσταση,
κι ένα ζευγάρι παιδικά παπούτσια παρατημένα στην άκρη του δρόμου.
Δεν ξέραμε τι πέθανε απόψε.
Κάτι μυρίζει ανακούφιση.
Άνθρωπος θα ΄ταν που βασανίστηκε αρκετά.
Αντίο.
Συνάρτηση ‘Χ’
Να μείνεις εδώ.
Να μάθουμε κι οι δύο αυτά που δεν γνωρίζαμε μα μας γνωριζαν καλά.
Ξέρω , υπάρχει μια λεπτή γραμμή που χωρίζει τις ανάσες απ΄τους παλμούς.
Ο δρόμος είναι παλιός.
Εμείς που γνωριζόμαστε πρίν ακόμα γνωριστούμε, είμαστε κλέφτες ονείρων.
Και τα όνειρα μένουν μισά λένε το ξερες;
Η σκάλα που ανεβαίνεις δεν οδηγεί πουθενά.
O χωρος και ο χρόνος αφορούν την ιστορία.
Εμάς μας αφορά η παρόρμηση.
Δεν συναντηθήκαμε τυχαία εμείς.Το ξερες;
Δεν συναντηθήκαμε ποτέ εμείς. Το μαθες;
Ο ουρανος ειναι μελαγχολικός.
Σκεφτεται εκείνες τις παράλληλες ευθείες που περπατούσαν για χρόνια μπροστά απ τα πορτοπαράθυρά μας κι εμείς δεν το μάθαμε ποτέ.
Εμείς ήμασταν πάντοτε μακριά όπως η γη απ΄τον ήλιο.
Ετσι μονάχα συνηθίσαμε από μακριά.
Κι αν γνωριστήκαμε ήταν από λαθος. Εμείς γνωρίζουμε τα λάθη.
Και δε βρεθήκαμε ποτέ κι ας είπαμε τόσες καληνύχτες.
Γιατί όσοι ζουν στο περιθώριο μεταξύ αναπνοής και μοίρας έχουν πάντα έναν παράξενο λόγο να χαμογελάνε.
Δεν είμαστε μόνοι μας εδώ μου είπες.
Δεν γράφουμε εμείς την ιστορία σου είπα.
Φοβάμαι γι αυτό μου είπες.
Φοβάμαι τον φόβο σου είπα.
Κι έτσι στάθηκα ανίκανη να φοβηθώ.
Από μακριά όπως παλιά.
Σαν παιδιά ζήσαμε όλες τις μέρες της ζωής μας τόσο κοντά,
που μπερδεύονταν οι σκέψεις μας κάπου στην άκρη της σιωπής.
Κι όταν πια η σιωπή έσπασε - Χάρηκα σου είπα και τ΄όνομα μου.
Κι εσύ μου δωσες άλλο όνομα.
Και μια ακόμα πληγή για να κρατώ τα βράδυα πριν σβήσω την τελευταία λάμπα.
Οι λάμπες σε θυμίζουν μαζί με τα υπόγεια.
Τις αναπνοές και τις πιο ανήκουστες επιλογές μου.
Επιλέγω εγώ ή η μοίρα δεν έμαθα ποτέ.
Έμαθα πως κάποιος μας κινεί.
Κι αυτό το τέρας έχει τέτοια δύναμη που μπορεί να αλλάξει το σύμπαν σου.
Ο έρωτας είναι μια συνάρτηση που κρίθηκε για σένα και για μένα.
Για άλλα μιλούν τα κύμματα, για άλλα χτυπάει η πόρτα, το τηλέφωνο, οι ώρες.
Κι όμως κάποιος στέκεται κρυφά πίσω απ΄την πόρτα και γελάει μ΄αυτόν τον έρωτα.
Γιατί ναι, αν δεν στο ΄πα ως τώρα - έρωτας ήταν.
Μονάχα έτσι μπορεί να ονομαστεί το φευγαλαίο μοιδίαμα της μοίρας στη ζωή.
Κρεσέντο
Στην αρχή μελωδικά.
Στη πορεία εμμονικά.
Αλλάζει ακριβώς όπως οι δείκτες του ρολογιού.
Μόνο μερικές φορές αντίστροφα.
Τις περισσότερες φορές -κάπως- διαχρονικά.
Αν υποθέσουμε πως ο χρόνος υπήρξε.
Κι ο έρωτας, μια τοσο δα μικρή λέξη,
δεν χώρεσε ποτέ στην αγκαλιά του σύμπαντος.
Θα δεις καθαρά πως όταν η δύναμη αποσυντίθεται -δυναμώνει.
Η Αναγέννηση έρχεται πάντοτε,
όταν είσαι σίγουρος πως ο επόμενος ήλιος δεν θα χαράξει.
Πως οι ατμοί της κατσαρόλας αποκοιμήθηκαν στο μάτι της κουζινας.
Πως η ελπίδα δεν αναγνωρίστηκε μόνο απ΄τους επαναστάτες.
Πως το σπασμένο καθρεφτάκι στη σκονισμένη βιβλιοθήκη
κρύβει μια φοβισμένη ιστορία που χαράχτηκε για πάντα στο μέτωπό σου.
Η προσευχή είναι σαν την αιμοδοσία.
Ελπίζεις πάντα να είναι χρήσιμη.
Ακόμη κι αν δεν έχεις βάσιμες προσδοκίες για τις πληγές της.
Στην αρχή αναρχικά.
Στη πορεία συμβιβαστικά.
Ύστερα, καλύτερα να μη μαθαίνεις.
Μόνο μερικές φορές, όμως, αντίστροφα.