Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Ρία Φελεκίδου, Πέντε Ποιήματα

$
0
0

Ταχυδρόμος

Γιατί ο ήλιος
Καίει το γέλιο του
Πίσω από σιδερόφραχτες μέρες
Κι εκείνα που λογίζονταν πουλιά
Πέταξαν έξω απ’ το κάδρο
Κι ο γείτονας ρεύεται το φεγγάρι
Πάνω στα μούτρα μου κίτρινες πιτσιλιές
Την ώρα που με χαιρετάει
Έτσι γονατιστή βρέθηκα
Να αθροίζω προσευχές
Δεήσεις σε παλιούς θεούς
Πιο παλιούς πεθαίνεις
Ίσως μια κατανυκτική παλινωδία
Εντός κι εκτός αβάτων
Είναι εκείνο που στα αλήθεια θα ωφελούσε
Λοιπόν να ξεσκονίσω τα ράφια
Τα τέμπλα απ’ το χθες
Κι έπειτα να αλλάξω νύχια
Τρίχωμα
Ράμφος
Όνομα
Διεύθυνση
Μήπως και δε με βρει
Ο κύριος με τις απειλές στον σάκο


Ταχυδρόμος να σου πετύχει
Επαγγελματίας αυτό να λέγεται
Καλοξυρισμένος την ώρα που
Ευπειθώς παραδίδει
Κάνει ένα έτσι
Το χέρι του πεντάποδο μαλάκιο ψαχουλεύει
Τις μικρές και τις μεγάλες πιθανότητες
Με πρόσωπο παιδιού ή εφιάλτη
Χαμογελούν ή φτύνουν
Μπλεγμένες μεταξύ τους
Εντός του φθαρμένου του σάκου
Σε πλήρη αταξία
Οι πιθανότητες σαλεύουν
Γύρω απ’ το γλιτσερό του χέρι.
Ποια θα τραβήξει
Να σου δωρίσει μια επόμενη μέρα
Ή όχι
Μια κερδισμένη ηχώ
Ή ένα ληγμένο συμβόλαιο
Εκείνες τις παλιές ημερομηνίες
Που ξανανιώνουν κάποτε στα επιτοίχια ημερολόγια
Και τότε τάζουν ζουμερές επαναλήψεις νιότης
Ή νέα ευαγγέλια
Αδιάβαστα απ’ όλους
Φοράνε σκούρες καμπαρντίνες
Προϊδεάζουνε για βροχές σημεία θυέλλης
Δε θα με βρουν ανέτοιμη
Θα θυμηθώ να κλείσω πόρτες
Στόρια, τζάμια
Να κοιμίσω τους φόβους
Τις θηλιές να κρεμάσω κολιέδες
Στα πεταμένα παιχνίδια
Τότε να πω θύελλες
Όπως λες σουσάμι
Κι οι ουρανοί
Να ανοίξουν στο κρεβάτι μου
Μια νύχτα θαλερή
Ποιος δεν εμπιστεύεται μια τέτοια νύχτα
Μια διάχυτη νέα θρησκεία
Θα της υποταχτώ
Όπως και να΄ χει
Το’ χω στην κάθε σπαρταριστή του λεπτομέρεια
Εξονυχιστικά σχεδιάσει
Όπου και να πάει
Το τρυφηλό, αφράτο χέρι
Καλώς θα πάει
Θα’ ναι μια ταιριαστή επιλογή
Πλουμιστή όπως όλες οι ανατροπές
Μια όπως πρέπει πιθανότητα
Κι αν κάνει κομματάκια τις νηνεμίες
Με το κοφτερό της γέλιο
Δε θα φοβηθώ να ελιχτώ
Ανάμεσα απ’ τα κόκκινα ίχνη των δοντιών της
Καλέ μου φρεσκοξυρισμένε ταχυδρόμε
Με χείλη δήθεν ανύποπτα
Χέρια μαλάκια β’ διαλογής
Μπότες βαριές σαρώνουν όσο πάνε
Όσο δε ρωτούν
-Και δε ρωτούν
Όσο επιτελούν τον μέγιστό τους ρόλο
Με μάτια κάρβουνο κολάσεως
Επιτελούν τον αποκρουστικό τους ρόλο
Καλέ μου ταχυδρόμε
Θα’ χω την πόρτα μου ανοιχτή εν τέλει
Και θα μισοκοιμάμαι
Καλώς να ρθεις
Καλώς να ορίσεις
Στη μικρή αυλή των θαυμάτων μου
Στο δροσερό μυαλό μου.

Δάκρυα

Περίμεναν τόση ώρα να κατηφορίσουν.
Χθεσινές δουλειές να τελειώσουν
ανούσιες ανταλλαγές λέξεων
δολοφονικές βεβαιότητες
να ταξινομούνται πάνω στο τραπέζι.
Τα βαρίδια μιας δομημένης ρουτίνας
Ένα άδειο βλέμμα
Κι άλλο ένα
Η απουσία γλείφει
ό, τι ξέμεινε σφριγηλό.
Ύστερα λοιπόν η σειρά τους.
Το κορμί σε συναγερμό
Παλίρροια άμπωτη
ασυγχρόνιστα στην περιοχή της καρδιάς.
Κάτι που άρχισε να τρίζει
πάει να ανοίξει
μια παλιά υπόσχεση μια ξεχασμένη πόρτα
Τίποτα δεν ολοκληρώθηκε
Μαζεύτηκαν προς τα πίσω
Τα ρέοντα ερωτηματικά
Οι υγρές απώλειες
Οι δρόμοι του νερού
Άτακτη υποχώρηση
στα όρια του κενού.
Για τα περαιτέρω
Χάθηκε το κλειδί
Ή έφταιξαν τα προαπαιτούμενα χρέη.
Τα μάτια έμειναν απότιστοι βολβοί.

Αλλαγή σκηνικού

Είπα να μαζέψω τις λέξεις μου
πριν βάλουν αδιάβροχα και φύγουν
πνιγμένες από χρέη αλλοτινά
παρηκμασμένα θέλω
δυο τρύπες χαλασμένο νερό
τα μάτια μου.
Κάποτε οι μέρες απολάμβαναν
τα απανωτά σκηνικά των πνιγμών τους.
Τώρα καραδοκούν πλίνθινοι γίγαντες
οραματισμοί άψυχοι
κουφάρια άδειων σιωπών
η απαντοχή μιας ξεκούρασης
στο ύψος του μεσημεριού
και πριν η χλόη πατηθεί
από καινούριες αγκυλώσεις.
Κάποτε ήθελα ένα αρσενικό ποτήρι
να του δώσω τα χείλη μου
πριν όμως μάθω
το ευαγγέλιο του οινοπνεύματος από στήθους
μια στρατιά από λέξεις ασπόνδυλες
με δηλητηριώδη πλοκάμια
κόλλησαν πάνω μου
μέδουσες θα’ λεγε κανείς
κυκλώσανε το πάθος που μπαινόβγαινε από τις χαραμάδες
ό, τι ξεχάσανε να τσιμεντάρουν
όλοι οι ανίατοι συμβιβασμοί.
Την πιο δαρμένη ώρα του νου
ήμουνα μόνη και συλλάβιζα
τα πεθαμένα ονόματά τους
ταρίχευα τα άλλοτε θαλερά κορμιά τους
έκοβα διόδια στις παλιές επιταγές τους
ξόρκιζα τα υπέροχα δαιμόνια που ανθίζανε ποιητικά ολοκαυτώματα
έβαφα με τα χρώματα των ανειλημμένων υποχρεώσεων
τα πρόσωπα των σπαραγμών
διάλεγα μουσικές chill out για να λικνιστούνε
έδινα υποκοριστικά ονόματα στα μύχια
απογύμνωνα τη ματαίωση ως την πλήξη.
Το πάλευα ήμουνα μαχητής
επιδίωκα μία σωτηρία αλλόκοτη
την πλήρη μεταμόρφωσή τους.
Τα δυνατά μου έβαζα
μέχρι ως το τέλος να τις εξοντώσω.

Κουκουβάγια

Μικρή φιλική κουκουβάγια
με κόμπους ιδρώτα
στα χοντραγυαλιά
όταν πετάει πάνω κάτω
σκουντουφλά στα δέντρα
και το δάσος βουίζει αρχαία μυστικά.
Το πρωί φοβάται τα θρύψαλα του σκοταδιού
στο ασπράδι των ματιών της.
Καθαρίζει τη φωλιά της
με τα αγχωμένα χνώτα της
και μαζεύεται σ’ ένα σοφό ύπνο
γεμάτο ερωτηματικά.
Φοβάμαι να τη ρωτήσω
για όσα δεν απορώ.

Επιστροφές

Μικρές επιστροφές
στο ποτάμι της μνήμης
βουτιά με μάτια ανοιχτά
ρουθούνια ανοιχτά
αυτιά ανοιχτά
παντού σπασμένα γυαλιά
άχρονες λεπίδες
αδειάζουν το κορμί
απ’ το αίμα που περισσεύει
το νερό απλώνεται
στις στραγγισμένες αρτηρίες
ένα τοπίο υγρό
θαμπών ημερών χωρίς διαστάσεις
δεν πιάνονται
δεν κερδίζονται
δε χάνονται
όπως τα στοιχήματα
που βάζουν άλλοι για λογαριασμό μας.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles