`
ΣΤΙΣ ΑΚΡΕΣ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Τα πίσω μέρη των σχολείων ήταν στρωμένα
με βρεγμένα δέντρα
που μύριζαν γάλα και παιδικές φωνές
Στα παραθυρόφυλλά τους
μέσα από τις τρύπες
που έφτιαξαν τα σκουλήκια του χρόνου
Ξεπρόβαλαν μορφές
φορώντας στα κεφάλια τους
τραγόμορφα λοφία
και σκουριασμένα πιθάρια αναμνήσεων;.
Κόκκους αλεσμένους σουσαμιού μοίραζαν
Προσφέροντας μικρές σταγόνες ευτυχίας
στα τραπέζια των φτωχών
Και έξω τα γλαυκόμορφα πουλιά φοβούνταν
τις ιαχές των μεταμφιεσμένων
Που έτρεχαν στους δρόμους του χρόνου
Φορούσαν στολές
φτιαγμένες από αίματα πυγολαμπίδων
και έσερναν κάρα γεμάτα σκοτωμένους
Οι ερωμένες τους έμειναν πίσω
Γιατί οι γέροντες στα δρομάκια
που είχαν πάνω τους σταυρούς
Έλεγαν ιστορίες
για τα κλαδιά στα βάραθρα
όπου κρέμονταν ακόμα οι σκελετοί των δολοφονημένων
Δίχως όνομα
Δίχως σημασία.
`
*
Ο ΙΠΠΑΡΧΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΦΩΣ
Ένας περιπατητής του σκότους ήμουν
Στις αβύσσους των στοχασμών κλεινόμουν τα βράδια
Κάποιες φορές το φως καρτερούσα
Πρόσμενα του φεγγαριού τις φωτεινές αντανακλάσεις
Αλλά κουραζόμουν το φως να περιμένω
Άλλες φωνές- σαγηνευτικά- κοντά τους με καλούσαν
« Ω ! Ίππαρχε ! Άφησε τα φώτα για τους ονειροπόλους
Η ζωή θέλει δράση , δράση , δράση»
Ο δαίμονάς μου ανάγγειλε ευχαριστημένος
« Τέλειωσε το φως
τώρα θα μείνεις στων ηδονών το σκοτάδι»
Ήθελα μόνο τη μαγεία του φωτός ..
Τίποτα άλλο..
Πετάχτηκαν τότε οι αναιδείς της αγοράς κραυγάζοντας
« Ύβρη, Ύβρη, Ύβρη»
Όρμησαν να με δολοφονήσουν
Μου στέρησαν τον πόθο, την ελπίδα
Το φως του Λόγου
Όπως ερχόταν από ψηλά και έπεφτε
στης Ακροπόλεως τα σκαλοπάτια
`
*
ΝΥΧΤΑ
Ο Ήλιος αφήνει τον ουρανό
Η νύχτα προετοιμάζεται
με μουσικές κρυμμένες σε πικροδάφνες και πυγολαμπίδες
Σιωπηλά δάκρυα ντύνουν τα όνειρα των υπνοβατών
Το μοιρολόι των νεκρών ψυχών
έρχεται βουβό από τις πέτρινες βρύσες
Απλώνεται στα κρεβάτια των πληγωμένων Τιτάνων
Οι μανάδες προσφέρουν στον Θεό
στάχτη , ψωμί και τους ίσκιους των παιδιών τους
όπως έφεγγαν πλάι στις φωτιές
Στις άκρες των χωραφιών
τα λουλούδια στήνουν χορούς σκιών ,
μαζί με τους πιστούς του όρθρου
Μικρά φώτα τρεμοσβήνουν
πριν το τέλος των ωρών του σκοταδιού
Ξεχασμένα σκυλιά φοβούνται το φως
και τρέχουν πίσω από μορφές
εκλιπαρώντας τες ονόματα να τους χαρίσουν
Για να ‘χουν κάτι στο πέλαγος της σιωπής
Αστέρια όλο τρέλα
πέφτουν στη χοάνη του σύμπαντος χρόνου
δίχως απολογία
Οι ευχές των παιδιών
βυθίζονται στον αιώνιο ύπνο τους
καρφιτσωμένες στα τσεκούρια της φωτιάς ….
Νυχτώνει γρήγορα στα φαράγγια με τα παγόνια
Εκεί φυτρώνουν τα ρείκια της μνήμης
κάτω από τους σκελετούς των ερπετών
Στις λυγαριές φωλιάζει ο πόνος των Αγίων
Μαζί με τη χαρά των περιπόλων της νύχτας
`
************************************************************
Ο Χριστόφορος Τριάντης υπηρετεί στη δημόσια εκπαίδευση από το 1998 ( 1ο Γυμνάσιο Πύλης Τρικάλων) . Αρθρογραφεί στην ιστοσελίδα του συνδέσμου φιλολόγων Τρικάλων (filologoi.gr) και στον τοπικό τύπο.