φωτογραφία εξωφύλλου: “Αn inclination towards Caridi, Crete” Phil Bebbington
ΜΕΤΑ ΤΗ ΒΡΟΧΗ
Λύσαμε το χειρόφρενο και πέσαμε στη λίμνη.
Το άλλο πρωί μας βρήκανε στο πίσω κάθισμα οι δύτες.
Μα πριν σωθούν οι έντιμοι σωσίες μας
αμνήμονες τάχα και απαθείς
διέψευσαν τον έρωτα
αρνήθηκαν ότι υπήρξαμε
και στρέψανε αλλού το βλέμμα
σα να ‘μασταν άγνωστοι
ή πεθαμένοι.
Μετά τη βροχή
βγήκαμε από τη λίμνη εμποτισμένοι
απάρνηση και χωριστά
επιστρέψαμε στην άνυδρη ζωή.
ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΗΣ
Τα όνειρά της δύσκολα μωρά
την ξενυχτούν τα βράδια αποκοιμιούνται νηστικά στο στήθος
γάλα δεν έχει κάθε τρεις ώρες
ρουφούν το αίμα της όταν την πιουν ολόκληρη
θα μπουν σε μια φουσκίτσα θα πάρουν όψη βάτραχου ψαριού
πριν προλάβει να τα διηγηθεί θα τα ‘χει κιόλας ξεχάσει.
ΟΙ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ
Ξέμαθαν να περπατούν
Μπουσουλάνε σαν προσκυνητές
Σέρνονται σα χελώνες
Οι αμαρτίες τους βαρύ καβούκι
Στο ξέφωτο ελπίζουν για το Θαύμα
Πριν τη χειμερία νάρκη
Να ξαναγίνουνε λαγοί.
ΠΕΔΙΟΝ ΜΑΧΗΣ
Σε ναρκοκρέβατο πλαγιάζω
σκεπάζοντας με συρματόπλεγμα
ετοιμοπόλεμο κορμί.
Ο πήλινος στρατός των παραισθήσεων
πιπιλάει την περόνη της χειροβομβίδας σκέψης
σκοπιά φυλώντας
στην πρώτη ρυτίδα του μετώπου.
Τήδε κείμεθα- στράτευμα εραστών-
αλλήλων ρήμασι πειθόμενοι.
Έπειτα ονειρεύομαι τον πρίγκιπα
με άσπρο άλογο και μπέρτα.
Ξέρει ένα πέρασμα στη λογική
που οδηγεί στο πίσω μέρος των ενδοιασμών μου.
Εκεί αν βρεθεί
αύτανδρο θα πέσει το απόρθητο όχι.
Τον λένε Εφιάλτη
και λαχταρώ να με προδώσει.
ΣΩΜΑΤΑ
κορμί διάφανο
κρεμμύδι στη γωνία της κουζίνας
εκεί το βάζω τιμωρία
να θυμάμαι
τι απώλεια πικρή είναι
τα αναίτια δάκρυα
τσίγκινο κορμί
υπομονετικό και μόνο
τόσο καιρό να το αδειάζω σα τον τενεκέ
απόψε ξεχείλισε το παράπονο
κι έπεσε αποφασιστικό
όπως ο καταρράκτης στον γκρεμό του
ΣΙΩΠΕΣ
Μη μιλάς, θα διακόψεις τη σιωπή.
Αυτή η λαλίστατη ησυχία κοντεύει να με πείσει.
Καλύτερα να στρέφουμε αλλού τα μάτια
ν’ απλώνουμε αλλού τα χέρια.
Τώρα που διαφωνούν ως και τα φιλιά μας
καλύτερα να ανταλλάσσουμε σιωπές.