Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Νίκος Τόμπρας, «Οιονεί παρών», Σειρά Ποιείν 10, εκδ. Μετρονόμος, 2014 (γράφει ο Σπύρος Αραβανής)

$
0
0

`

Από το 1967 όταν και ο Νίκος Τόμπρας πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της ποίησης με την διάκρισή του, εύφημος μνεία, στον Ποιητικό Διαγωνισμό της φοιτητικής εφημερίδας, Πανσπουδαστική, έχουν περάσει 48 χρόνια. Ωστόσο σήμερα εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή. Το να μιλήσει λοιπόν κανείς για ωριμότητα γραφής σε έναν πρωτοεκδιδόμενο ποιητή οποίος διαθέτει τουλάχιστον ηλικιακά χρόνια εμπειρίας αλλά κυρίως αναγνωστική επάρκεια, όπως φανερώθηκε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις μας, θα ήταν το λιγότερο κωμικό. Το ζητούμενο είναι αν πρόκειται για γραφή που διατηρεί το σφρίγος της αέναης ποιητικής νεότητας χωρίς το απόσταγμα της ηλικίας, χωρίς την κούραση των λέξεων και την ανακύκλωση των ιδεών, όπως μπορεί να συμβαίνει σε συνομίληκους του ποιητές οι οποίοι έχουν καταγράψει πολλά χιλιόμετρα στο στίβο της τυπωμένης ποίησης.

Η ποίηση, λοιπόν, του Τόμπρα, αν αφαιρέσουμε τα βιογραφικά στοιχεία, είναι μια ποιήση που κάλλιστα θα μπορούσε να γραφεί από έναν νέο ποιητή που διαθέτει όμως το αναγνωστικό υπόβαθρο. Και αυτό εξηγείται ως εξής:
`

Κατ΄ αρχάς από τον πόθο να παίξει με τη γλώσσα, με τις συλλαβές τους, τους ήχους, τα φωνήεντα και την οργανική τους παρουσία στα ποιήματα, όπως ένας ταλαντούχος νέος ανακαλύπτει τις δυνατότητες της γλώσσας και όχι όπως ένας έμπειρος άνθρωπος ιεραρχικά ενδιαφέρεται περισσότερο για την αφήγηση του βιώματος. Από το πρώτο κι όλας ποιήμα της συλλογής, “Καλοκαίρι πάλι, Μαρία..” ο εσωτερικός ρυθμός της ποιητικής γλώσσας του Τόμπρα είναι ξεκάθαρος: “Καθαρό κερί κορμί αναμάρτητο τον όρθρο ανάβει εκ νυκτός” Αυτή η αλληλουχία των συμφώνων έρχεται να δώσει παλμό στην εικονοποιητική του γραφή, να ηχοποιήσει το υπερεαλιστικό του πνεύμα τονίζοντας τις λέξεις σαν πλήκτρα πιάνου όπου ο καθένας αναλόγως με το πού δίνει βαρύτητα, αφού απουσιάζουν εν πολλοίς εσκεμμένα τα σημεία στίξης, βγάζει και τη δική του μελωδία: Για παράδειγμα: Δώρο δοσμένο σε παλάμη πεντόβολη και μυρίζει θάλασσα/ το μυστικό ρούχο σιδερωμένο και αχνίζει κάρβουνο// το καλοκαίρι μιλημένος ένας ίσκος δείχνει Αύγουστο:
ή
Δώρο δοσμένο σε παλάμη πεντόβολη και μυρίζει θάλασσα το μυστικό/ ρούχο σιδερωμένο και αχνίζει κάρβουνο το καλοκαίρι/μιλημένος ένας ίσκος δείχνει Αύγουστο:
ή
Δώρο δοσμένο σε παλάμη πεντόβολη και μυρίζει θάλασσα το μυστικό ρούχο/ σιδερωμένο και αχνίζει/ κάρβουνο το καλοκαίρι/μιλημένος ένας ίσκος δείχνει Αύγουστο:

Όποια αναγνωστική επιλογή και να υπάρχει, πάντα φωτίζεται ένα νόημα. Και αυτό συμβαίνει σε πολλά ποιήματα του Τόμπρα. Φλογερό φιλί-φυτιλι-φλέβα-παγίδα φλεγόμενος λέει σε ένα άλλο μέρος ποιήματος. Κοιτάζοντας όμως εν συνόλω το κάθε ποίημα διαπιστώνει κανείς πως δεν πρόκειται για ασπόνδυλη τεχνοτροπία, στο πλαίσιο μιας μετανεωτεριστικής γραφής, αλλά για λέξεις ψηφίδες που οικοδομούν το σκελετό του ποιήματος. Λακωνίζει εκ πεποιθήσεως και όχι από αδυναμία ανάπτυξης. Και κυρίως εκμαίευει το συναισθημα του αναγνώστη, δεν το προσφέρει απλόχερα.

`

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η χρήση της διακειμενικότητας ακολουθώντας όμως όχι τον εύκολο δρόμο των μοτίβων και των νοηματοδοτήσεων που μπορούν να φέρουν στη μνημη του αναγνώστη οι μύθοι για παράδειγμα του Ορέστη, του Αντίνοου, της Κίρκης, αλλά της καθαρά προσωπικής του μυθολογίας δοσμένης μέσα από αυτούς με τέτοιον τρόπο που δεν φιλολογίζει και κάνει επίδειξη γνώσεων. Αντίθετα ο Τόμπρας τεχνηέντως εξομολογείται χωρίς να αποκαλύπτεται και χωρίς να βαραίνει τον αναγνώστη με ιδιωτικές στιγμές που βρίσκουν μέσα από τα ποιηματα την εκτόνωση χωρίς όμως να έχουν καμία ποιητική αξία. Για παράδειγμα, όταν τελείωνει κανείς την ανάγνωση του ποιήματος ΄’Ορέστης” έχει ξεχασει το προσωπείο της μυθολογικής ιστορίας και ή αισθάνεται το διάλογο του ποιητή με τη δική του μητέρα, ή ταυτίζεται με μια αντίστοιχη δική του προσωπική εμπειρία.

`

Ένα τρίτο σημείο που χρήζει προσοχής είναι το πώς συνδιαλέγεται με τα αναγνώσματα και τους ποιητές που αγαπά. Το πώς χρησιμοποιεί τη γλώσσα του Ελύτη και τον ήχο της γλώσσας του πρωτότυπου Ομήρου, το λυρισμό του Λόρκα, το ακαριαίο του Γκάτσου, την θρησκευτικότητα του Παπατσώνη, την διάφανη λεπτότητα και αφηγηματικότητα του Καβάφη και άλλων πολλών ποιητών που άμεσα ή έμμεσα μπορεί κανείς να διακρίνει στα ποιήματά του. Ο τρόπος που χειρίζεται τις επιροές του δείχνει έναν κριτικό αναγνώστη πού έσκαψε μέχρι το μεδούλι της ποίησής τους και υπομονετικά ύφανε το δικό του πλεκτό προσθέτοντας σε αυτό το δικό του ύφος, τα δικά του βιώματα και τις δικές του ανάγκες όπως ένας νέος ποιητής φανερώνει συνειδητά ή ασυνείδητα τις επιροές του. Τα δε σκηνικά του ποιήματα, λειτουργούν είτε σαν μικρού μήκους ταινίες, είτε σαν προσχέδια θεατρικών μονολόγων και αξίζει κανείς να δει τη διαφορά του τρόπου γραφής, αυτήν την ποικιλία του ύφους, που υπάρχει μέσα στην ιδια συλλογή το πώς δηλαδή ο Τόμπρας μετατοπίζει το φακό του από τη διαχείριση της γλώσσας ως μεσο μηνυμάτων, στους ήρωες των ποιημάτων, γίνεται δηλαδη περισσότερο ανθρωποκεντρικός.

`

Για το τέλος ανθολογώ λίγους, ενδεικτικούς,  στίχους από το βιβλίο οι οποίοι λειτουργούν και αυτόνομα, όπως σε κάθε ποιητικό βιβλίο, που έχει μια αξία:
-λάβαρα δίψας υψώνονται
-Μεσημέρι μέλι στου ήλιου το ψωμί
-Θροίσμα μεταλλωμένο.
-Έφυγε. Πήρε μαζί, του πρωινού την ευθεία.
-Δεν ασκηθηκα στο αναλόγιο του ύπνου
-Ετών λοιπόν τόσων, όσων το παιδικό μου δόντι που τροχίζ
ω

`

*  Ποιήματα από το βιβλίο Διαβάστε ΕΔΩ

** Το κείμενο αναγνώστηκε στη βραδιά παρουσίασης του βιβλίου


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles