ΑΚΟΥΣΤΕ ΕΔΩ: http://www.youtube.com/watch?v=nLLt4IPNFS0
Λέαινα
Λιοντάρι μέσα στη φωτιά στα μάτια με κοιτάζει
έντεκα μοίρες δυτικά, σ’ αντίθετο πεδίο
ανάμνηση μιας εποχής αλλιώτικης μου μοιάζει
ιέρεια που φόρεσε χιτώνα με τοπάζι
ναού που ‘κει διαβάζεται ανήθικο χωρίο
αυτό που οργίζει τους θεούς και τους θνητούς τρομάζει.
Έχει μελοποιηθεί από το συνθέτη Πάνο Κοσμίδη. Παρουσιάστηκε στα πλαίσια της συναυλίας με έργα καθηγητών, μαθητών και αποφοίτων του Μουσικού Σχολείου Θεσσαλονίκης, την 1η Δεκεμβρίου 2012 στο αμφιθέατρο εκδηλώσεων του ΜΣΘ με ερμηνευτή την Ανδρέα Καρακότα.
*
1976π.Χ. - 1976μ.Χ.
Ξεκίνησες στην Άλωση αρματωμένη ήλιους
κι από τη Σμύρνη πέρασες μες στο Χρυσό Αιώνα.
Αντίθετα στις εποχές κι ο χρόνος ανεμώνα,
παιχνίδι στις παλάμες σου, σκορπίστηκε σε χίλιους
τόπους και δέκα θάλασσες ανοίγοντας τα χέρια.
Νότος, βοράς κι ανατολή γέννησαν τις ευχές σου
εκεί που ο μέγας των σοφών, ο άνδρας τις Εφέσου
είπε πως πάντα αλλάζουνε του κόσμου τα αστέρια.
Τις άμυνες σου άπλωσες στ’ άκρα της οικουμένης
κι οι πέτρες μ’ αίμα έγραψαν χρησμούς για τη ζωή σου
πως τ’όνειρo σου θα ‘χτιζες στο σπιτικό κελί σου.
Εσύ ’σουν πάντα η σκιά κι ο φόβος της Ελένης.
*
Η νεράιδα και το δέντρο
Μπρος στην Ακρόπολη, στον ίσκιο μίας μάντρας,
κάποτε θάφτηκε μονάχος ένας άντρας,
για μια νεράιδα που είχε αγαπήσει
όμως δε μπόρεσε στον κόσμο να κρατήσει.
Λένε πως έσκυψε τα χείλη της να νιώσει,
σε μια στιγμή γη και ουρανό να ενώσει.
Τα είπαν όλα και την έκλεψε το κρύο,
μ’ένα φιλί, το σ’αγαπώ και το αντίο.
Ότι αγάπησε του έσβησε στα χέρια
κι ο νους του ψήλωσε δυό πήχες προς τ’αστέρια.
Έβγαλε φύλλα και κλαριά, έγινε δέντρο
πήγε και ρίζωσε βαθειά, στης γης το κέντρο.
Τις νύχτες βγάζει τα τσιμέντα απ’ τ’αφτιά του
και το φεγγάρι κατεβάζει στα κλαριά του.
Για τη νεράιδα να μάθει το ρωτάει,
αν τη συνάντησε στου ουρανού τα χάη.
Μα το φεγγάρι απαντάει λυπημένο
μ’ένα τραγούδι από ’κείνη χαρισμένο.
Στα λόγια λέει: “Να μην κλαις για μένα φως μου,
σε περιμένω στη συντέλεια του κόσμου”
*
Λιλήθ
(απόσπασμα)
Τις λέξεις αντιγράφουν οι ελπίδες
που έχουνε ακόλουθη ροή
κι αφήνουν στο χαρτί και στις σελίδες
μιαν άποψη σχεδόν καθολική:
Η ρίμα που μονάχη της την είδες
διπλώνει στην επόμενη στροφή.
[…]
Απόψε στο σαλόνι καθηλώθεις
σε στάση κάπως άχαρη αλλά
στα μέλη σου οι χαρωπές κλειδώσεις
υμνούνε και φωνάζουν ωσαννά
στον κολασμένο έρωτα που ’δώθεις
με κάποιο νεαρό στα σκοτεινά
στο ίδιο το σαλόνι, κι ως συνήθως
τη μέρα που τελειώνει θα θρηνείς,
καθήμενη απέναντι στο είδος
της σχέσης που μισείς, μα συντηρείς
με σάπια υποστυλώματα κι ο Μύθος
σαρκώνεται στα μάτια σου ευθύς.
[…]
Ερχόμενος ο χρόνος μας χαρίζει
σε όλους, μια ζωή της συμφοράς,
τα πρέπει και τα θέλω μας χωρίζει
στα σύνορα του πόνου και χαράς
και γίνεται ο καθένας που ορίζει
τον άλλο, ρουχαλάκι της φθοράς.
Σαν κλείνουνε τα μάτια μας τις νύχτες
ο ύπνος μας καρφώνει δυό φτερά,
τα χτίζουμε στ’ ονείρου μας τις πίστες
ας κλαίμε και θρηνούμε γοερά.
Τον πόθο δεν τον σβήνουνε οι χτίστες
σαν τρέχουν μες στα πόδια μας νερά.
[…]