Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Γιάννης Σκληβανιώτης, Ζωντανά στο ΜπαρΦλού, Θεσσαλονίκη 21/2/2011

$
0
0

ΕΔΩ: LIVE
(ηχογράφηση: Πέτρος Γκολίτσης)

1

Τούτο το ποίημα είναι γυμνό.

Δεν μπορεί να κρύψει, γιατί το κρυφό χρειάζεται ένδυμα.
Δεν αποκαλύπτει, γιατί το γυμνό δεν μπορεί να κρύψει.
Είναι εκτεθειμένο·
στην αμηχανία της ειλικρίνειας, στη χλεύη του δέοντος,
στη δυσπιστία των ειωθότων, στης εντροπίας το έθος.
Τούτο το ποίημα ομολογεί μόνο
στην πληρότητα του σώματος,
στο γυμνό και μόνο λόγο.

2

Μνήμη λέγε.

Πάντα λέγε το κόκκινο που πότιζε τη γκρίζα χλόη. Το μέτωπο που λάξευε το τοίχο. Τη σκεβρή παλάμη που σκούριαζε το σίδερο. Την αδειανή όραση. Τους ξεθεμελιωμένους φράχτες που δάγκωναν την κραυγή. Τη σακάτισσα πάνινη κούκλα που ψιθύριζε μυστικά στη μικρή Μαρία. Το μέλλον του χθες που γέμισε τους αγρούς σποδό.
Μνήμη λέγε.
Πάντα λέγε τα χάρτινα, τον ήλιο, το φεγγάρι, τ’ αστέρια. Χάρτινα όλα, αναίσθητα, απλώνονταν να στεγνώσουν απ’ το βάλτο στο σύρμα.
Η βροχή συντρέχει την υλακή των λύκων στα μέλανα δάση. Το ψύχος, την καθαρότητα του σπέρματος. Την αντισηψία των δαχτύλων. Το διηνεκές της επανάληψης, της φονικής μετάνοιας.
Μνήμη πάντα λέγε.
Πάντα λέγε για το φονικό σκοτάδι που κρύβει κάθε αυγή.

3

Με του αιμάτου χρώμα

Χουάν Μιρό εσύ,
των γενναίων ταύρων και των λουλουδένιων γαλαξιών, χούγιαξε και τους άλλους μπάσταρδους του άραβα,
Φεντερίκο και Σαλβαδόρ, Πάμπλο, Ντιέγκο και Φρανθίσκο
κι Αλμπένιθ και ντε Φάλλα.
Εσείς που ακονίσατε το μαχαίρι στο μετάλλι της σελήνης και μαχαιρώσατε τη νύχτα,
εσείς που λικνίσατε το βρέφος του θανάτου, στων σωθικών του γύφτου τη φωνή,
στραγγίστε μου στο στόμα το θείο σας παλιό κρασί
μ’ αιμάτου χρώμα,
νεκρό π’ ακόμα πριν να γενεί,
για να σκιαχτεί ο μαύρος σαν μ’ αποθέσουνε στο χώμα,
να μ’ επιστρέψει πίσω στην αυγή.

4

Προς Ναυτιλλομένους

Αφήστε λοιπόν τις πένες εσείς που δεν διαβήκατε πέρα από τις λέξεις. Που αποστρέψατε το βλέμμα από τη λευκότη των θαλάμων και δεν κλείσατε με τα δάχτυλα, με στοχασμό, κάποια βλέφαρα. Που πατάτε απρόσεχτα το φεγγάρι στη λίγδα της ασφάλτου κοιτώντας στον ουρανό το είδωλό του. Που βλέπετε το γλάρο σαν πουλί λευκό κι όχι σαν πτήση. Που δεν ταξιδέψατε περνώντας έξω απ’ αποθήκες με μπαχάρια κι αγναντεύετε τα καράβια στον ορίζοντα χωρίς επιβάτες και φορτία. Που δεν λάβωσε το πνεμόνι σας μηχανόλαδο και νάφθα και δεν προσκυνήσατε τις άγιες των λιμανιών. Που δεν ακούσατε να σας διηγούνται ιστορίες οι εκτελεσμένοι και δεν προβλέψατε την αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι.
Εσείς που δεν καταλάβατε ότι άντρας και γυναίκα όντας μέσα ο ένας στον άλλο είναι ο αριθμός Ένα που αρχίζει τη γεωμετρία του σύμπαντος.
Που δεν μάθατε ότι του λόγου το ψαχνό τρέχει αίμα αν το μαχαιρώσετε.

5

Οι Δολιοφθορείς

Περιπατούν σε αλέες σκιών υπό το κατεψυγμένο φως αρχαίας σελήνης. Ποιούν με υλικά κατεδαφίσεως, νοσταλγία, μελαγχολία και θλίψη. Κοσμούν δε τα αντίγραφα των κατεδαφισθέντων, με άνθη από χλωρίδα αλφαβήτου και λίθους από σταγόνες αγωνίας. Δεν ίππευσαν τον σίδηρο των αιθέρων αφού δεν αποδέχθηκαν το βάρος τους σαν απαγορευτικό αυτόνομης αιωρήσεως. Ως επί της γης υποκατάστατα των αγγέλων ή των δαιμόνων και με τεκμήρια την απογείωση των υδάτων ή των υψιπετών τις κορυφές που διεμβολίζουν το στερέωμα, εγκαλούνται ως δολιοφθορείς του αναπόφευκτου. Βέβαια σκόπιμα ή αφελώς μάλλον αγνοείται η διαβίωσή τους στο χείλος του χάους ή και η καταβύθισή τους συχνά σ’ αυτό, απ’ όπου η ποίηση πράττει τη θάλασσα να ίπταται και το στερέωμα να γειώνεται. Τέλος αποδέχονται την κατηγορία αν τούτο ευσταθεί, έστω και σαν εικασία. Άλλωστε ποιος ο λόγος ύπαρξης της ποίησης; Έτσι παραμένουν κρυπτικοί, κρυφοί κι αυτοεξόριστοι του δήμου.

6

Au clair de Lune

Ποια είσαι;
Κοίταξε τον καθρέφτη της θάλασσας, έβαψε το πρόσωπό της με σελήνη κaι είπε:
Είμαι η σκοτεινιά του δάσους κι οι ηλιαχτίδες που την λογχίζουν. Στα πόδια μου οι πηγές του αναβρύζουν και κεφαλή μου τ’ άστρα στων ελάτων τις κορφές. Η ευκαμψία στων ανέμων τη θωπεία είμαι. Της φτερούγας τ’ αλάφιασμα. Το λαφροπάτημα τ’ αγριμιού. Το χτυποκάρδι του θηράματος.
Πυρωμένο μάγμα γήινης γαστέρας αναδύω, που σκληρός μαύρος γρανίτης γίνεται. Πληγή στ’ ανέραστο.
Η θάλασσα που θρύπτει τη σκληρότητα του βράχου σας. Ο βυθός της που νανουρίζει τα ναυάγια των ταξιδιών σας.
Η απεραντοσύνη.
Η στεντόρεια κραυγή της γέννας. Ίδια και για του έρωτα το ύστατο με ορίζει.
Άσβεστη εστία κι από λιόδεντρο κλίνη.

7

Ομίχλη

Πες μου για τις εικόνες της ομίχλης.
Για κείνες όπως
όταν σου μιλάει δαρμένου σκυλιού βλέμμα θλίψης
ή όταν σε καθηλώνει σπασμένη φτερούγα από περιστέρι
ή πάλι ένα λουλούδι μαραμένο σ’ ολάνθιστο παρτέρι
το δημόσιο παγκάκι χωρίς των εραστών τις περιπτύξεις.
Κι αυτές
όταν σταματάει ν’ ακούγεται το πήγαινε – έλα
των βημάτων στο πάνω δώμα
ή εκείνου που περπατάει αβίαστα χωρίς ομπρέλα
κάτω από δυνατή βροχή στο άηχο χώμα
και τ’ αποτσίγαρου που πλέει σε ρείθρο με πίκρας στόμα.
Πες μου για την ακτή που εγκατέλειψαν οι λουόμενοι
απ’ τον ψυχρό αέρα,
για την άδεια αγκαλιά της παλιάς βαθουλωμένης πολυθρόνας,
την παραλυτική αδράνεια του μολυβιού στο λευκό της κόλλας
ή το φως στο απέναντι παράθυρο που δεν άναψε κι απόψε.

Μη μου πεις πως δεν βλέπεις από την πυκνή ομίχλη εικόνες.
Έργα της ίδιας είναι.
Ρέουν στο σώμα σου σαν ακατάπαυστης βροχής σταγόνες.

8

Ταγκό της σελήνης

Τους δρόμους του νότου διαβαίνω όπου άνεμος σκεπάζει με φύλλα υγρά, άψυχα σώματα πουλιών. Σε ξόβεργες ήχων βλέπω τη σελήνη μ’ ένα σύννεφο δεμένο στα μάτια της. Στη νεκρή πλατεία, σ’ εκείνο της οργής ταγκό, στις γειτονιές του νότου, που το μεγάλο ρολόι φοράει μαύρες κορδέλες στα μανίκια, όταν αυτές γυρίζουν σ’ ένα δίσκο φωνογράφου.

9
Φυσώντας ο νοτιάς στους έρημους δρόμους και στο φως των αιωρούμενων λαμπτήρων προκαλεί αθέλητες ομολογίες. Τα μάτια της τότε διαστέλλονται. Τεράστιοι καθρέφτες όπου την περιποίησή του μεριμνά τ’ αναπόφευκτο τέλος μιας μοναδικής ιστορίας, κοινής και επαναλαμβανόμενης, ιδιαίτερης κομψότητας στο μέγεθος ενός μικρού στιλέτου.

Ταγκό του στιλέτου

10

Jazz

Το σπίτι γέμισε ασφυκτικά. Κάθε κενό του χώρου του. Πλήθος αμέτρητο, σωρεία από μικρά ή μεγαλύτερα χαρτιά διαφόρων προελεύσεων. Από μπλοκ, εφημερίδες, ριζόχαρτα, πακέτα τσιγάρων, πίσω πλευρές επιστολών, χαρτιά λογαριασμών. Με σημειώσεις, σημάδια, σκίτσα, μολυβιές αυτόματες. Γραμμές, λέξεις, αριθμούς, ήχους, για το ακατάληκτο έργο.
Άρχισαν πλέον να ξεχύνονται από τα παράθυρα, τις πόρτες, την καμινάδα. Κιτρινισμένα, φθαρμένα, με τη μυρωδιά του έγκλειστου, με την αρχαιοπρέπεια του απόντος χρόνου, την οσμή καπνού και σπίρτου, τα χνάρια ιδρώτων ή παγωμένων δαχτύλων. Σκορπιούνται στους δρόμους ή ίπτανται αλλόφρονα. Χαλκοκίτρινα φύλλα παραλλαγών μιας τζαζ.
Ασυγκίνητος ο αιωνόβιος οδοκαθαριστής τα σαρώνει στα ρείθρα και με ανίερη συμπεριφορά τα στοιβάζει σε κάδους απορριμμάτων. Σημειώσεις, σκίτσα, ήχοι μιας ζωής. Για το έργο, το διαρκές, το κατ’ εικόνα, το καθ’ ομοίωση ατέλειωτο.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles