Χαμόγελο διαρκείας
Κοιτώ τα γερασμένα δάχτυλά μου
Στην τελευταία φάλαγγα φύτρωσαν αισθητήρες
εφοδιασμένοι με υποδοχείς αγάπης
Από εδώ θα τρέφομαι εις το εξής
θα ακούω θα μιλάω και θα βλέπω
Από εδώ θα ψηλαφώ τον κόσμο
και θα οσφραίνομαι την ομορφιά όπου γης
Ό, τι άλλο θα αποβάλλεται ευθύς
Εφοδιασμένα με χαμόγελο διαρκείας
κάτω απ’ τους αισθητήρες τους τα ακροδάχτυλά μου
θα απολαμβάνουν ό,τι τους αναλογεί σε καλοσύνη
Όπως η φύση κάτω από τη χλωρίδα της
-όσα στραβά κι αν βλέπει των ανθρώπων-
ανθίζει και καρπούς κρατεί και θάλλει
Μ’ ένα χαμόγελο πεθαίνει
μ’ ένα χαμόγελο ξαναγεννιέται πάλι
Σώπα λιγάκι
Άλλα είχες υποσχεθεί στον εαυτό σου
κι άλλα πράττεις
Κατάντησες να καπηλεύεσαι την ευκολία
στων λέξεων το παιχνίδι
και στων νοημάτων τη γοητεία να υποκύπτεις
ενώ άλλοι ιδρώνουν
και εγκυμονούν το στίχο τους για χρόνια
Μα δεν κατάλαβες ακόμα επιτέλους
πως ήρθε η ώρα
ταπεινά να σκύψεις στη σιωπή σου;
Και τι σε ωφελεί
αυτή η αέναη πασαρέλα της επίδειξης;
Τι σου προσφέρει;
Σώπα λιγάκι ν’ ανασυγκροτήσεις την αλήθεια σου
και πάψε να φοβάσαι το κενό
Δε θα σε καταπιεί η ενδοσκόπηση
Αντιθέτως
από την υπερέκθεσή σου κινδυνεύεις
Το βρήκες θεραπεία εύκολη να μηρυκάζεις λόγια
Πόσο έχεις πέσει στου ναρκισσισμού την πλάνη
και ξοδεύεσαι…
Να λες να λες να πληθωρίζεις
κι από την άλλη υποκριτικά να κόπτεσαι
για της ποιήσεως την αυθεντική διαδικασία
και τη λιτότητα
Να πάψεις! Ναι, να πάψεις επιτέλους απαιτώ!
Γιατί αλλιώς θα χάσεις την εκτίμηση που σου ’χω
Καλύτερη είναι η ζωή σε τόνους άρρητης σεμνότητας
κι ο καλός στίχος μες στη σιωπή ωριμάζει και ανδρώνεται
Και μην ξεχνάς
κάποτε θα ‘ρθει η ώρα του απολογισμού σου
Τότε να δω πόσα ποιήματα θα σκίσεις μετά βδελυγμίας
Σφραγίδα
Tη νύχτα εκείνη έβρεχε ο ουρανός αστέρια
και χώρεσα ολόκληρη στα δυνατά σου χέρια
Δεν είχε η λέξη νόημα ούτε η σκέψη χάρη
μόνο έλαμπαν τα δυο κορμιά σαν ήλιος και φεγγάρι
Κι ως στάλαξε ο έρωτας τη γλύκα του εντός μου
ήρθ’ η ζωή και σφράγισε την ομορφιά του κόσμου
Δώσε μου αγάπη τ’ όνειρο να δω τον κόσμο άλλο
και να χωρέσει στην ψυχή ό, τι θωρώ μεγάλο
Παραμύθι
Μα τόσο άπληστος κι αυτός ο λύκος
Δε χόρτασε με τη γιαγιά•
έφαγε ολόκληρο το παραμύθι
Και μη χαιρόμαστε που γλίτωσε η κοκκινοσκουφίτσα
Άστεγη είναι, άνεργη, σε μαύρη απελπισία
Και στον ορίζοντα παραμυθά δεν βλέπω
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Κατίνα Βλάχου γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στη Γαλλία και εργάστηκε στην Κολωνία, την Αθήνα και την Κέρκυρα, όπου ζει από το 1988.
Έχει γράψει τα βιβλία: Η Υπόθεση των Νημάτων, σπονδυλωτό μυθιστόρημα, ( Έψιλον, 1996 και σε επανέκδοση με τον τίτλο Νήματα, Διώνη, 2015), Το Πέταγμα του Γλάρου, πεζογραφήματα, ( Έψιλον, 1996), Έρως Ημίεργος, αφήγημα, δίγλωσση έκδοση, (Ακρωτήρι 2005 και Λοράνδου 2011), Οι Ψίθυροι στους Τοίχους, μυθιστόρημα, (Ροές 2009), Ατάκτως Ειρημένα, ποιήματα, (Λοράνδου, 2012) και Ο Χρόνος της Ελευθερίας, αφήγημα, (Λοράνδου, 2013) Το τέμπο των καιρών, ποιήματα, (Περισπωμένη, 2015), Η λιτάνευση του ιχθύος, διηγήματα, (Φιλύρα, 2017)
To αφήγημα Έρως Ημίεργος εκδόθηκε στα αλβανικά, (Dituria, 2012) και Η Υπόθεση των Νημάτων επίσης (Νeraida, 2013).
Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Καταφύγιο, Πόρφυρας και Νέα Εστία καθώς και στο διαδίκτυο και άρθρα της στον κερκυραϊκό περιοδικό τύπο.