Ο ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ
Υπάρχει ένας επισκέπτης
Στον χωροχρόνο των άλλων.
Αγνωστικιστής παντός κόσμου.
Ποθεί τα λίγα και τα παράξενα.
Ζει για την αγκαλιά ενός φίλου,
για ένα πιάτο ζεστό φαϊ,
μια θύμηση,
ένα φιλί στο στόμα.
Κυνηγάει την χαμένη παιδικότητα
των μεγάλων.
Τρέμει την αδράνεια.
Πορεύεται με ένα ρόδι κι ένα αγκάθι
και μετριάζει τη ζωή στα χέρια του.
Αυτός
είναι ένας επισκέπτης του κόσμου
στον κόσμο!
Τον γνώρισα, τον έζησα!
Φωλιάζει μέσα μου
και κατακυριεύει το είναι μου.
Κι εγώ…Του το επιτρέπω!
TO KOYMΠI
Χρόνια τώρα μικρός στην εκκλησία,
πίσω από τον ψάλτη.
Πάντα με τον παππού.
Η γιαγιά δεν μπορεί, όσο κι αν θέλει…
Η θέση της είναι πίσω, με τις άλλες γιαγιάδες.
Ο παππούς με ονειρεύεται εμένα για ψάλτη.
Πάντα στο τέλος, έτρεχα στην καμπάνα.
Κοιτούσα το πελώριο σχοινί της από κάτω, με δέος.
Ένας άλλος παππούς αιωνόβιος έπαιζε κάθε Κυριακή την καμπάνα
με πάθος!
Ανοίγω τα χέρια
και ο δικός μου παππούς με εκτοξεύει στον αέρα.
Χτυπώ την καμπάνα,
κι αμέσως βρίσκομαι πλάι στο Δημιουργό μου.
Όνειρο μου να μεγαλώσω να την χτυπώ μόνος μου…
Χρόνια τώρα μεγάλος στην εκκλησία
πίσω από τον ψάλτη.
Πάντα με τον παππού.
Η γιαγιά δεν μπορεί, όσο κι αν θέλει…
Έφυγε τώρα…
Ο παππούς γυρίζει συχνά πίσω.
Μια άλλη γιαγιά κάθεται τώρα στη θέση της…
Ο παππούς δεν με ονειρεύεται πια ψάλτη.
Είναι λίγα τα λεφτά.
Ο άλλος ο παππούς δεν παίζει πια την καμπάνα.
Έφυγε κι αυτός…
Εγώ μεγάλωσα
και το πελώριο σχοινί δεν υπάρχει πια.
Στη θέση του έχει μπεί ένα κουμπί.
Ηλεκτρονικό.
Προηγμένης τεχνολογίας…
Το πατώ μερικές φορές…
Όμως…
δεν με ένωσε ποτέ
με Τον Δημιουργό μου…
ΕΤΕΡΟΧΡΟΝΙΣΜΕΝΑ
Κοντεύω να γεράσω
με τις μνήμες που με κατακυριεύουν.
Η αναδρομή, ξέρεις,
παίζει σκληρά παιχνίδια
με τον δούλο της.
Επιζητεί αμοιβαίες υποχωρήσεις
και παραχωρήσεις.
Σκάβει ασύστολα
μέχρι να χτυπήσει πάτο.
Εκεί που το “Αμήν” γίνεται “Έλεος”,
και το “δόξα σοι” , “ήμαρτον”.
Ο αριθμός πληθυντικός.
Σε όλες τις αναδρομές.
Σε όλες τις πληγές.
Η έκβαση των συναισθημάτων
καθοριστική.
Κρίνει και κρίνεται
σε όλους τους αγώνες.
Και όλα αυτά
σε χρόνους ετεροχρονισμένους,
με μηδαμινό ενδιαφέρον
η κατάληξη.
Η επανάληψη μας κατακυριεύει,
καθώς βλέπουμε το αύριο
να μην ξημερώνει.
Αφού,
μετά από τόσες ανασκοπήσεις,
σκοπιά δεν αλλάξαμε.
Ο νους συνεχίζει ακάθεκτος,
παραμένει επιδεικτικά
…ασυγκίνητος.
Κοίταξε να δεις:
Έπρεπε να φύγεις
για να σε ψάξω.
ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ
Κι αν ο λόγος,
σκληρός
και ακατάπαυστος που είναι,
απελευθερωνόταν, για μια στιγμή,
από τα δεσμά της γλώσσας
και μεταμορφωνόταν σε
πράξη,
η ελπίδα θα γινόταν Άνοιξη
και η αγάπη Καλοκαίρι.
Το δίκαιο θα είχε την δική του εποχή
καθώς η ιδιαιτερότητα αυτή
του λόγου,
θα υπερίσχυε.
Παντός καιρού και χρόνου.
Επιτέλους!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Κυριάκος Κώστα ζει στην Λάρνακα. Υπηρετεί στην Στρατιωτική Μουσική Εθνικής Φρουράς (ΣΜΕΦ). Συνθέτει μουσική σε ερασιτεχνικά θεατρικά σχήματα στην Λάρνακα, συμμετέχει ως πιανίστας σε χορωδίες της Λευκωσίας. Γράφει διηγήματα και ποιήματα. Μετά το στρατιωτικό του θα ακολουθήσει σπουδές στη μουσική και στη σκηνοθεσία θεάτρου.
(Την ανθολογία νέων Κυπρίων ποιητών <30 επιμελείται η Ευφροσύνη Μαντά Λαζάρου)