`
`
Όπερα δωματίου του συνθέτη Χάρη Βρόντου, σε 4 εικόνες με επίλογο, πάνω στη νουβέλα του Φραντς Κάφκα, «Η μεταμόρφωση»
`
[Απόσπασμα]
Όταν ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε ένα πρωινό από κακό όνειρο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε γιγάντια κατσαρίδα. Ήτανε ξαπλωμένος ανάσκελα, πάνω στη σκληρή ράχη του που ‘μοιζε με πανοπλία κι όταν σήκωνε λιγάκι το κεφάλι του μπορούσε να δει την τουρλωτή καφετιά κοιλιά του που ‘τανε χωρισμένη σε σκληρές καμπυλωτές δίπλες και που μόλις συγκρατούσε τα σκεπάσματά του για να ξεγλιστρήσουν τελείως από πάνω του. Τα πολυάριθμα ποδάρια του, που ήταν αξιοθρήνητα λεπτά σε σύγκριση με το υπόλοιπο κορμί του, ταλαντεύονταν ανήμπορα μπροστά στα μάτια του.
Τί μου συνέβη; Συλλογίστηκε. Όνειρο, δεν ήταν. Η κάμαρή του, μια συνηθισμένη ανθρώπινη κρεβατοκάμαρη, μόνο κομμάτι πιο μικρή απ’ το κανονικό, κειτόταν ήσυχη ανάμεσα στους τέσσερις γνώριμους τοίχους της. Πάνω απ’ το τραπέζι, όπου ήταν σκορπισμένα ανάκατα κάτι δείγματα από υφάσματα —ο Σάμσα ήταν περιοδεύων πωλητής—, κρεμόταν η εικόνα που ‘χε κόψει τελευταία από ‘να εικονογραφημένο περιοδικό που την είχε βάλει σε μιαν όμορφη επίχρυση κορνίζα. Η εικόνα παρίστανε μια κυρία με γούνινο καπέλο και γούνινη εσάρπα, που καθόταν στητή κι άπλωνε προς το μέρος του θεατή ένα πελώριο γούνινο μανσόν που μέσα του χανόταν ολόκληρο το χέρι της απ’ τον αγκώνα και κάτω.
Τα μάτια του Γκρέγκορ γύρισαν έπειτα στο παράθυρο και ο συννεφιασμένος ουρανός —θαρρείς πως άκουγες τις στάλες της βροχής να χτυπάνε στο περβάζι του παραθύρου— τον έριξε σε βαριά μελαγχολία. Γιατί να μην κοιμηθώ λιγάκι περισσότερο και να λησμονήσω όλες ετούτες τις ανοησίες, συλλογίστηκε αυτό όμως δεν μπορούσε να το κάνει, γιατί είχε συνηθίσει να κοιμάται γυρισμένος προς τα δεξιά και τώρα, στην κατάσταση που βρισκόταν, ήταν αδύνατο να στρίψει. Όσο κι αν πάσχισε να στρίψει προς το δεξί του πλευρό, δεν τα κατάφερε· ξανακυλούσε πάλι στ’ ανάσκελα. Δοκίμασε τουλάχιστον εκατό φορές, έκλεινε τα μάτια για να μη βλέπει τις αγωνιώδεις κινήσεις των ποδιών του και τα παράτησε μόνον όταν άρχισε να νιώθει στο πλευρό έναν απροσδιόριστο πόνο, που ίσαμε τότε του ήταν άγνωστος.
Θεέ μου, συλλογίστηκε, τί εξοντωτική δουλειά πήγα και διάλεξα!
[μτφ. Βασίλης Τομανάς, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1996]
`
Σολίστ
Μάιρα Μηλολιδάκη, υψίφωνος
Λουντμίλα Μπονταρένκο, υψίφωνος
Βάσω Πετρόγιαννη, μεσόφωνος
Σπύρος Κλείσσας, ηρωϊκός βαρύτονος
Χρήστος Λάζος, βαρύτονος
Παύλος Μαρόπουλος, βαθύφωνος
Μουσικοί
Χρήστος Γκίνος, κλαρινέτο
Θεόδωρος Καλογερόπουλος, φαγκότο
Σπύρος Κοντός, όμποε
Σοφία Ταμβακοπούλου, πιάνο
Μιχάλης Παπαπέτρου, διδασκαλία, μουσική διεύθυνση
Ζωντανή ηχογράφηση, ηχητική επεξεργασία
LOCATION SOUND
**********************************************************
`
Δεν είναι μόνον η ποίηση που μπορεί να ενδιαφέρει έναν συνθέτη. Οι μορφές της όπερας, της καντάτας και του ορατόριου αξιοποιούν και άλλα είδη του λόγου: τα φιλοσοφικά κείμενα, το θεατρικό έργο, το μυθιστόρημα και βέβαια την ποίηση. Δεν ξέρω αν προστρέχω σε αυτές τις μορφές από όραμα ή από ανάγκη. Η σύνθεση καθαρής μουσικής, προς το παρόν, με δυσκολεύει. Γερνάω και είναι πιθανόν να χρειάζομαι τη βακτηρία του λόγου. Ο σύγχρονος συνθέτης είναι υποχρεωμένος να προβληματιστεί πάνω στην τέχνη του, αφάνταστα πιο πολύ από τον Παλεστρίνα, τον Μοντεβέρντι, τον Μότσαρτ ή τον Σούμπερτ. Γιατί, μετά τον ρομαντισμό, τα εκφραστικά περιθώρια της καθαρής μουσικής στενεύουν ολοένα, με αποτέλεσμα, σιγά-σιγά, οι διερευνήσεις και οι πειραματισμοί να γίνονται περισσότεροι από τις πραγματώσεις. Αυτές οι διερευνήσεις οδήγησαν πέρα απ’ το παραδοσιακό ληντ. Φτάσαμε σε πλατύτερες συνθέσεις, με τη συνοδεία μικρής ή μεγάλης ορχήστρας, που είναι βασισμένες η σε κύκλο ποιημάτων η σε πολύστιχα ποιήματα. Από τον Μάλερ και τον Ρίχαρντ Στράους, στον Σένμπεργκ, τον Σοστακόβιτς και τον Μπρίτεν, ίσαμε τον Χέντσε, τον Χρήστου και μένα, η σχέση της ποίησης με τη μουσική περνάει σε άλλα επίπεδα, σε συνδυασμούς που δεν είχαν απασχολήσει τους συνθέτες κατά τους, προηγούμενους του εικοστού, αιώνες. Τα Γκούρελίντερ και ο Φεγγαρίσιος πιερότος του Σαίνμπεργκ είναι ένα άλμα που συνεχίζει το Τραγούδι της Γης του Μάλερ. Ο Σοστακόβιτς από τον Μάλερ μαθαίνει να χρησιμοποιεί το τραγούδι στις συμφωνίες του, όπως στη 13η και τη 14η. Ο Μπρίτεν μελοποιεί τις Εκλάμψεις του Ρεμπό, ο Χέντσε στο Κάμερμουζίκ 1956 μελοποιεί Χέλντερλιν, ο Χρήστου συνθέτει τα Έξι τραγούδια σε ποίηση Τ.Σ. ΄Ελιοτ ή εγώ μελοποιώ Πάουντ στα έργα μου Μαύρη Μουσική και Γουόλ Στριτ, όπως και Μαλαρμέ (Το θαλασσινό κοιμητήριο). Οι Έλληνες ποιητές επίσης με απασχολούν, αφού γράφουν στη γλώσσα μου και έχω μελοποιήσει Σαχτούρη, Καρούζο, Καβάφη, Παυλοστάθη, Πατίλη, Σοφιανό, Λάσκαρη και δεν θα σταματήσω εδώ.
Έχω καταλήξει πως τα προβλήματα που απασχολούν έναν ποιητή πρέπει ν’ απασχολήσουν και μένα. Όχι για να τα αντιγράψω αλλά για να με βοηθήσουν να καταλάβω αν οι αναζητήσεις και οι ανησυχίες του πρέπει να έχουν κάποια κοινά στοιχεία, κάποιες αντιστοιχίες με τη μουσική φόρμα που θα αφομοίωνε το ποίημα, και κατά πόσο τα προβλήματά του ήταν και δικά μου προβλήματα.
Το ποίημα που μελοποιείς παύει έτσι κι αλλιώς να είναι αυτό που ήταν. Γίνεται κάτι άλλο. Ο συνθέτης πάντως πρέπει να φροντίσει ώστε το ποίημα να υποστεί τις λιγότερες ζημιές. Να μη χαθεί ο ρυθμός, οι ανάσες και οι σιωπές του. Να ακολουθήσει την ένταση και την πυκνότητά του, τις κορυφώσεις και τις μεταλλαγές του ύφους, τέλος να σταθεί στο ύψος του. Γιατί αν δεν μπορεί να σταθεί στο επίπεδο μιας υψηλής ποίησης που μελοποιεί τότε είναι αυτός που γκρεμίζεται και φυσικά όχι το ποίημα. Όμως πρέπει να σηκωθεί και να συνεχίσει…
Χάρης Βρόντος, “Δρόμος της Αριστεράς, Φύλλο 215 - 16/5/2014
`
********************************************************
`
Ο Χάρης Βρόντος γεννήθηκε το 1951 στη Βυτίνα Αρκαδίας. Το 1963 άρχισε σπουδές κιθάρας στο Ελληνικό Ωδείο Λευκάδας. Αργότερα, πήρε μαθήματα πιάνου από την Ελένη Ζιώγα (1974-75) στην Αθήνα. Την ίδια χρονιά παρακολούθησε σεμινάρια ηλεκτρονικής μουσικής, υπό τη διεύθυνση του Γκύντερ Μπέκερ που απετέλεσαν αφορμή για την αφετηρία της συνθετικής του δραστηριότητας. Για τρία χρόνια (1979-81) υπήρξε μαθητής του Γ. Α. Παπαϊωάννου στην αντίστιξη.
Εργάστηκε ως κριτικός και αρθογράφος μουσικής στον ημερήσιο (Ριζοσπάστης, 1964-76) και περιοδικό τύπο (Μουσική, Το Δέντρο, Κριτική και Κείμενα). Γραπτά του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά και πολιτικά περιοδικά. Από το 1976 έως το 1981 παρέδιδε ιδιωτικά μαθήματα πιάνου και κιθάρας, ενώ, από το 1982 έως σήμερα, συνεργάζεται με την Ελληνική Ραδιοφωνία (Πρώτο και Τρίτο Πρόγραμμα) ως παρουσιαστής και παραγωγός μουσικών και μουσικολογικών εκπομπών.
Το 1983, με άλλους καλλιτέχνες, συνδημιούργησε τη ΝΗΣΟ (περιοδική έκδοση κασέτας και τεύχους με ηχογραφημένη μουσική και ποίηση) καθώς και το μαχητικό έντυπο Κριτική και Κείμενα. Η δραστηριότητα αυτής της ομάδας επεκτάθηκε σε εκδηλώσεις με ποιητικές απαγγελίες και συναυλίες στην Αθήνα και σε πόλεις της επαρχίας.
Από το 1987 έως το 1990 ήταν μέλος του Δ. Σ. της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών. Το 1989 επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, προσκεκλημένος της Αμερικανικής κυβέρησης, προκειμένου να γνωρίσει τη μουσική ζωή αυτής της χώρας. Τα πέντε τελευταία χρόνια διδάσκει Ιστορία Μουσικής και παραδίδει μαθήματα Μουσικής Ακρόασης στο Δημοτικό Ωδείο Άνω Λιοσίων.
Παρά τον μικρό - κατά τον συνθέτη - όγκο του έργου του, μπορεί κανείς να διακρίνει κάποιες περιόδους σε αυτό: 1. 1969-82: περίοδος ερασιτεχνισμού και πειραματισμού:σε αυτή περιλαμβάνονται τα έργα από τις Αυτοκτονίες (1969) έως και τον Μονόλογο (1981). 2. 1982-86: η περίοδος αυτή ορίζεται από δύο έργα μεγάλης φόρμας (Πρώτη Συμφωνία, 1982 και Δεύτερη Συμφωνία, 1986) ενώ υφολογικά βρίσκεται κοντά στον ύστερο ρομαντισμό. 3. 1986-91: περίοδος σύνθεσης της όπερας του Οι Δαιμονισμένοι. 4. 1991 - σήμερα: στην τελευταία αυτή περίοδο αντικατοπτρίζεται όλη η πορεία του συνθέτη . Γι’ αυτήν λέει ο ίδιος πολύ χαρακτηριστικά: «Αισθάνομαι οτι μπορεί να μη μου αρέσουν πολύ τα τελευταία μου έργα αλλά είναι οπωσδήποτε πιο προσωπικά».
Ο Χάρης Βρόντος έχει επανειλημμένως δεχθεί παραγγελίες από σημαντικούς φορείς (Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ALEA III - Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, Ελληνικό Χορόδραμα, Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκης). Έχει πραγματοποιήσει προσωπικές συναυλίες με έργα του μουσικής δωματίου (Φιλοπρόοδος Όμιλος Υμηττού, 1980, Ωδείο Athenaeum, 1995, Εθνική Πινακοθήκη, 1996) ενώ συνθέσεις του έχουν ερμηνευθεί από σολίστ στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

