Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Κώστας Τσιαχρής, Ποιήματα από την υπό έκδοση συλλογή «Νέο Νόημα»

$
0
0

(Έργο του Κώστα Τσιαχρή)

`

Οφειλή
στον Νίκο Α.

Και τώρα πρέπει
μέσα στα τόσα κλαδιά
στ’ αγκάθια που υπόσχονται αίμα
στο πράσινο με τις θηλιές του
στους βλαστούς χωρίς το φως της άνοιξης
πρέπει
με τα χέρια μου άμαθα
με το μυαλό μου απότομο και φρενιασμένο
με τόσο παρόν κι άλλη τόση λήθη
τραβώντας με το τσιμπιδάκι
τα όνειρα απ’ τα μάτια
πρέπει
με τη λύπη πάνω στα κατάρτια
με την ποίηση γκρεμό
Πιο κοντά στο κτήνος
και λιγότερο στον άνθρωπο
Ν’ ανοίξω πρέπει τις καταπακτές
να βγουν σαν τα ποντίκια
τρομαγμένες όλες μου οι φωνές
και σταθερά
με τη χορδή του τόξου τεντωμένη
να τις ρίχνω κάτω
και να βγάζουν τελευταία φορά
μια μουσική από άηχες νότες
τόσο απόκοσμη
που αυτός ο κόσμος
με τα φανερά και τ’ αφανέρωτά του
να σαστίζει

`

*

Το ατύχημα

Όταν μιλάς
οι λέξεις
τρέχουν γρήγορα
σφυρίζει
δυνατά ο αγέρας
Α και πως θα’ θελα
να πεταχτώ μπροστά
και κάποια από αυτές
φρενάροντας απότομα
να με χτυπήσει
και να σωριαστώ
αναίσθητος
πάνω στο μαύρο
οδόστρωμα
του έρωτα

`

*

Tου Έρωτα

Τα ερεθισμένα μας σύννεφα
τρίβονται μεταξύ τους
διαλαλούν βροχή
έξω απ’ τα παντελόνια μας
Μα πόσο απότομα συννέφιασαν
οι σκέψεις μας?
Γιατί στη ρίζα του έρωτα
εκεί που ο άνθρωπος οδεύει στις ρωγμές του
και δαγκώνει το κενό γιατί
δε βλέπει το ξεχείλισμα του μαύρου;

Έρωτα
μάγμα σκοτεινό και αμείλικτο
πυρακτωμένο σάλιο
μες στο στόμα του χειμώνα
σκίζεις πετρώματα
στο στήθος και στην προσευχή
καλπάζεις σάρκες και καλπάζεις δάση
πράσινο ανατρίχιασμα
μεδούλι από φωτιά
μέσα στα κόκκαλα
και μέσα στη φωνή
που συλλαβίζεις ουρανό
με αλφαβητάρι το αίμα
Έρωτα
μαύρο σκίνο
φυτρωμένο
στο απομέσα του ονείρου
στις απάτητες κορφές της τρέλας
κάταγμα στο φως
και στο γαλάζιο
ευαγγέλιο μοναξιάς
κατράμι που απιθώνει ο φόβος
πάνω στα φτερά

…Κι όμως
θυμάμαι να μιλώ
για αιωνιότητες
κι εσένα να σηκώνεις
με τα χέρια σου τον ήλιο
που έπεφτε λιπόθυμος αργά
στα βάθη
στον ορίζοντα

`

*

Αποκόλληση

Δεν ξέρω αν έτυχε
μα όπως θέλησα να
πλάσω κάτι τρυφερό
τράβηξα ένα πλευρό
απ’ το στήθος σου

Άρχισε χώμα
έτρεχε όλο χώμα
ρίζες πέτρες
έπεφταν στα πόδια σου
σκουλήκια

Απελθέτω απ’ εμού το δηλητήριον τούτο

Ήθελα μόνο
ευάερο και ευήλιο σώμα
που να βλέπει
σε μια πεντακάθαρη
πληγή

`

*

Το χάος είναι παιδί

Πιάνω το χάος απ’ το χέρι
Είναι παιδί
και προχωράμε μες στο μαύρο
Έχει στροφές του κάνω δε φοβάσαι ;
Μα όλο τρέχει και το κυνηγάω
σε κάτι σκάλες τριπλογυριστές
ζαλίζομαι και ξεκαρδίζεται στα γέλια -προχωράμε
Κάνω να του χαιδέψω τα μαλλιά
σηκώνεται ένας στρόβιλος
ίσαμε τους αιώνες
Βγάζω ζαχαρωτά να το πλανέψω
κρατάει μέσα στην τσέπη του σουγιά
Θα μάθουμε αριθμητική και ποίηση
κανόνες ευπρεπούς κινήσεως
φιλοσοφία πλάτους μήκους κι επιφάνειας
το μέτρο να μετράμε
και τον ήλιο για να καίμε τις πληγές
Θα μάθουμε σεισμούς και λάβες και πετρώματα
να βγαίνουμε θερμοί απ’ τους κόλπους
να μας γλείφει ο ουρανός
στ’ απόκρυφα και στ’ ανοιχτά μας
στο θηρίο και στον αμνό
θα μάθουμε ανθρωπιά
το λίγο και το άπειρο του πόνου
Και θα σου δοθώ
και με τη βέργα σου
κοκκίνισε τα χέρια μου
και πριν πατήσω το διακόπτη
για να ανάψει ο θάνατος
πάρε με σκόρπισέ με πάλι
στο αιώνιο σπέρμα

`

*

H ακρόαση

Άκου τον αγέρα
ψιθυρίζει φύλλα
μπαινοβγαίνει υγρός
ανάμεσα στα λόγια σου
τραυλίζει σπέρμα
σε πετάει στο χρώμα
λίγο ακόμη
λίγο ακόμη
μείνε μέσα στη φωνή μου
άσε το πινέλο
ν’ αλητεύει
εκεί που πρέπει
στο υπόσχομαι
μια μέρα θα ξεσκίσω
με τα μύχια μου
το μουσαμά
κι εκεί να δεις ζωγραφική :
σπασμένα δέντρα
τρύπιες φλέβες
και τα μαλλιά μου
ανακατωμένα
με τα χάδια
που ποτέ δεν πήρα
σαν παιδί

`

*

Πιθανότητες

Δυο πιθανότητες
αγγίξαμε
η μία την άλλη
Έκανε χάος
αλλά για λίγο
στάθηκε ο καιρός
γαλήνεψε το σπέρμα
έβαλε στον ίσκιο μας
μορφή
Έζησες φως
Έζησα δύναμη
που ξεπερνάει το φως
Και πριν ο έρωτας
να συνηθίσει το κορμί
απότομα
μας τράβηξε
το απίθανο
κοντά του

`

*

Ματαιότης ματαιοτήτων

Και βγαίνω
κάθε βράδυ
απ’ το τσιγάρο σου
και σκαρφαλώνω
ακίνητος καπνός
κρεμιέμαι απ’ τις κεραίες
δυναμώνω
λιγοστεύω
πέφτω πάλι σ’ ένα
ωχ
κι ακόμη –
Τόσες μέρες
πάνω στις κεραίες
ακόμη –
Στήνω ξόβεργες
τον ίσκιο μου
να πιάσω φως
ακόμη –
να εντοπίσω
τη συχνότητα
που εκπέμπει
ο άνθρωπος
ακόμη –

`

*

Τα πουλιά

Έστειλα με τα πουλιά
ένα μήνυμα
ανάμεσα σε νάρκες
και σε πολυβόλα
στην πρώτη γραμμή
του ανθρώπου
Κράταγαν λευκή σημαία
έδειχναν στα στήθη τους
το μέρος της καρδιάς
και μια μεγάλη τρύπα
στο ρυθμό τους
Εδώ ο τόπος είναι κρύος
Ο ουρανός σπασμένο κράνος
Τα γράμματα ντυμένα στο χακί
σου στήνουν συρματόπλεγμα
σε σημαδεύουν
κατευθείαν στη φωνή
Όλα τριγύρω σου
πατούν σκανδάλη
Λιγοστεύεις δεν το βλέπεις;
Έστειλα με τα πουλιά
ένα μήνυμα
δε γνώριζα ήταν
εποχή των κυνηγών
παντού στα δάση
σκορπισμένα βρόχια
κι ο κυνηγός
κρυμμένος μες στα λόγια
των πουλιών

`

*

Νεολιθική εποχή

Με δυσκόλεψε
στ’ αλήθεια
αυτή η πέτρα
να την πάρω
από σπηλιές αγρίων
να της βάλω τρόπους
ν’ απαλύνω τις αιχμές
τα χτυπήματα
να γίνουν φθόγγοι
Οι ρωγμές
φωνούλες τραγουδιών
Απ’ το σκληρό
να ξεκορμίσει
μια βελούδινη υφή
από τρεμάμενες γραμμές
να πήξει άγαλμα

Όταν το μάθημα τελείωσε
την πέταξα με δύναμη
στα σκοτεινά μου
και δεν είδα μώλωπες
πληγές ή γρατζουνιές
Μονάχα εμένα
και το Εκείνο μου
να μπαινοβγαίνουν
το ένα
μέσα κι έξω
από το άλλο


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles