Inerte, tout brûle dans l’ heure fauve
Sans marquer par quel art ensemble détala
Trop d’ hymen souhaité de qui cherche le la
Τα πάντα φλέγονται άτονα μες στην πυρόχρωμη ώρα
χωρίς να δείχνουν πως αθρόα εχάθη αιφνίδια τόσος
υμέναιος πολυπόθητος σ’ όποιον το λα γυρεύει
`
«Στις πηγές της νεοτερικής ποιητικής γλώσσας»:
Όταν, γύρω στο 1860, ο Στεφάν Μαλλαρμέ γραφεί τα πρώτα ποιήματά του, κάτω από την επίδραση των τελευταίων μεγάλων εκλάμψεων του ρομαντισμού, ο άκαμπτος ακαδημαϊσμός και η σχολαστική τήρηση των κανόνων της παραδοσιακής, κλασσικής, στιχουργικής εκφράζουν τα αισθητικά όρια του γούστου της Δεύτερης Αυτοκρατορίας: την εξάλειψη και αποσιώπηση του ποιητικού εγώ, το άψογο και μνημειωμένο ύφος, όπου βρίσκει καταφύγιο κάθε ρητορική μετριότητα και κενολογία. [...]
Αυτό που προσπάθησε ο Στεφάν Μαλλαρμέ ήταν να δημιουργήσει μια ποίηση αποδεσμευμένη από τα άλλα είδη του λόγου· μια τέχνη που να επιδρά στις αισθήσεις πρώτα και όχι στη νόησή μας, μία γλωσσική δομή που να υποβάλλει και όχι να επιβάλλει ιδέες ή βιώματα. “Η ποίηση”, έγραφε, “είναι η διαμέσου της ανθρώπινης ομιλίας έκφραση που έχει κατακτήσει τον ουσιαστικό της ρυθμό, τη μυστηριώδη δηλαδή έννοια της ύπαρξης. Αν διάλεξε την υποβολή, τη μεταφορά, τον υπαινιγμό, αυτό έγινε με την προοπτική ώστε ο τονισμένος μουσικά λόγος να έχει τη δύναμη να προκαλεί και να ανακινεί τις καταδικασμένες σε αδράνεια από την κυριαρχία της λογικής, βαθύτερες περιοχές της ανθρώπινης συνείδησης: ό,τι δηλαδή έφερε στο φως, αργότερα, η μεγάλη συρεαλιστική επανάσταση.
Σίγουρα, εδώ ξεχωρίζουμε τις παραινέσεις του Πόε και του Μποντλέρ.
(Από την την παρουσίαση του επιμελητή)