Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Βασίλης Ζηλάκος, «Το κελαηδιστό πουκάμισο», εκδ. Κουκούτσι, 2015

$
0
0


`

Αυτά τα λίγα η φωνή

Είπε τη Δευτέρα η φωνή:

Ο εχθρός μου είναι ένα πουλί
που θέλω να πιάσω και μεμιάς να αφήσω.
Αυτή είν’ η δουλειά μου: ν’ αγαπώ.
Μη θέλεις έτσι να μου στείλεις
από τώρα τους μαντατοφόρους.

Και την Τρίτη, πίσω απ’ την πλάτη
της ανθισμένης ειρήνης, λάλησε:

Σήμερα υπήρξα τυφλή στην άνοιξη.
Δε ζήτησα συγχώρεση ούτε από ένα χαμομήλι.
Κάτι, δεν ξέρω τι, με άφηνε να πεθαίνω·
να μη βλέπω, να μην ποθώ, να μη διψώ

Αυτά τα λίγα η φωνή, αλλά ο Ποιητής
που περπάτησε ανάμεσά τους την Τετάρτη
διέγραψε τις δυο επάρσεις κ΄είδε
πως έκρυβε στο μανίκι του τη σκάλα για τον ουρανό.

`
*

Άτιτλο
Πες λουλούδι ουρανός, θάλασσα
και σκέψου τις λέξεις, όχι το τοπίο.
Οι λέξεις δεν είναι ποτέ μάταιες-
τις προστατεύει το κρανίο από το σύμπαν.
Μάταια είν’ η ζωή, δηλαδή οι λέξεις μέσα στο τοπίο
καθώς επιστρέφουν σ’ εμάς ιδωμέες
ή μ΄ένα ελαφρύ αεράκι στα μαλλιά τους.
όμως ρωτώ: πώς γίνεται τότε ακριβώς
οι προφήτες να φεύγουν άπραγοι
(και μερικοί ξυλοκοπημένοι)
απ΄την πόλη που τους αγκάλιασε πρώτη;

`
*

Ώρα ανησυχίας

Όπως οι παλιοί χορευτές του Αιγαίου
το πόδι τους χτυπούσαν και έσκαβαν την πέτρα
μες στη στενάχωρη πατρίδα,
έτσι και τώρα, μαζί ας σκάψουμε το νεύρο της δειλίας,
ώσπου να πούμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη -
Χορεύοντας!
Αλλά όπως εκείνοι, σε μια πρώτη πέτρα
πάντοτε να γυρνάμε
μισητή ή αγαπημένη, αν αγαπάμε την αλήθεια,
γιατί είναι επικίνδυνα στη θάλασσα τα ταξίδια
και σαν πρόσωπο χαμένο μοιάζει όποιος μονάχα αυτήν κοιτάζει.
Τα μάτια μας, όμως, γιατί είναι απόψε τόσο μεγάλα;

`
*

Γένεσις

Ίσως νά ΄ταν μια από κείνες τις ημέρες, τις απαίσιες.

Δύο κόκκοι άμμου βγήκαν έξω απ΄ το στόμα Του
και πλανήθηκαν στο σώμα της περήφανης Νύκτας.
Όποτε ο άσπρος έμενε μονάχος, ο μαύρος ακολουθούσε.
Έτσι τα μάτια τους δεν έβλεπαν το Τίποτα ολόγυρά τους.
Ήταν πιθανό αυτό να μην υπήρχε.
Δεν έβλεπαν όμως ούτε τον Λυτρωτή τους.
Τώρα άλλωστε βάδιζε πιο αδύνατος πίσω απ΄την σκιά τους
σαν μικρό πουλί που πάνω στον πάγο ολισθαίνει.

Άχ, πόσα ιδανικά χαμένα ονειρεύονταν όλη τη μουσική απάνω
ενώ αυτή κάπου ενδιάμεσα ακουγόταν.
Άχ, πόσοι μιλούσαν για λευτεριά και βγάζαν υποψηφίους
ενώ αυτή καβαλίκευε της φυλακής τα σίδερα.
Άχ, πόσοι πίστεψαν στο τίποτα
και δεν εννόησαν το θάνατο μέσα στην αγάπη.

Ίσως νά ΄ταν μία από εκείνες τις ημέρες,
τις απαίσιες, σαν της λόχμης την αιχμή,
ή σαν τις άλλες, τις ωραίες, που μεθούν!

`
*
Απλά πράγματα

Εχθές μου είπε τ’ όνομά της:
«Τάισε τους δολοφόνους».
Μην ανησυχείς θα ΄ρθει και για σένα.
Δε θα σε ρωτήσει αν είσαι άγιος ή σκλάβος.
Έχει τάχα σημασία;
Όταν θα ΄ρθει, θα σ΄έχουν ανάγκη
όπως άλλωστε κι εσύ εκείνους.
Την πόρτα άνοιξε. Πλησίασε.
Δώσε τους τροφή.
Αποχώρησε. Έλα ξανά την επόμενη μέρα

`
*
Τελειότητα

Αυτή, αυτή η ολόδροση αρχή

το σπάσιμο με το παρελθόν μέσα στο χρόνο
το ύπατο διακύβευμα: το περασμένο
φίδι που πετάγεται από μέσα μας ξαφνικά.

Η μέρα, η μέρα που η ύπαρξή μας
θα κυλήσει- κρύο νερό-
από το σφουγγάρι του Θεού.

Αυτή, αυτή η ολόδροση αρχή·
τόσο που ν’ αξίζουν οι πόρνες την ανύψωσή τους.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles