Μια φλεγόμενη χώρα
Έχω μια χώρα μέσα μου
Τη λένε φωτιά
Το φως της μέρας εκπνέει
σαν ξεχασμένη αλήθεια
σαν ρίσκο
που πρέπει να πάρω
Χρειάζομαι καταιγίδες ηλιαχτίδων
να μη φοβάμαι
κάθε που το φεγγάρι
ξοδεύει το χρώμα του
`
*
Αύριο
Μετά
από τόσους γκρεμούς
έμαθα φαίνεται
να μετράω καλύτερα
το τώρα
Το πρόβλημα
με τα λάθη μου
είναι
πως ήταν όλα
σωστά
`
*
Βλέμμα
Ανάπηρα χρόνια
Η ίδια διαδρομή
Μόνο τα πρόσωπα αλλάζουν
στην ιστορία του αίματος
`
*
Απόψε μην απομακρυνθείς
Απόψε μην απομακρυνθείς
Η γη έχει αρχίσει να χάνει τη βαρύτητά της
Τα πάντα αλλάζουν θέση σχέση απόσχιση
Δεν ξέρω αν πρέπει να φοβάμαι
Δεν ξέρω αν έμαθα ποτέ να μη φοβάμαι
Απόψε μην απομακρυνθείς
Η νύχτα έγινε φέρετρο
κάτω απ’ τα σεντόνια
Τα δάχτυλά μου
αρχίζουν να μοιάζουν με μάρμαρο
Το πρόσωπό μου παίρνει την όψη
μισοτελειωμένου γλυπτού
Απόψε μην απομακρυνθείς
Μείνε να τελειώσουμε μαζί
αυτό που δεν ζήσαμε
Μείνε για το τελευταίο σινιάλο
Έτσι κι αλλιώς
ποτέ κανείς δεν θα μάθει
τι γεύση έχει το φιλί των εραστών
όταν πεθαίνουν ζωντανοί
`
*
Aπορρόφηση
Μες στο δωμάτιο της ψυχής μου
Υπάρχει ένας κόκκινος τοίχος
Τόσο κόκκινος
Σαν ανοξείδωτο αίμα
Όσο κι αν πάλεψα
Να αφήσω πάνω του αποτύπωμα
Το μόνο που κατάφερα
Ήταν να τον κάνω ακόμη πιο κόκκινο
Σε μια καρέκλα λίγο πιο πέρα
Μια διάφανη ανθρώπινη σιλουέτα
Ενός άντρα
Κάθεται ασάλευτη
Με το βλέμμα στραμμένο σε μένα
Μπορώ να δω μέχρι το βάθος της ζωής του
Στο μέρος της καρδιάς του
Υπάρχει καρφωμένη μια βελόνα
Χωρίς να το σκεφτώ απλώνω το χέρι
Και την τραβώ προς τα έξω
Με διαπερνά ένας άγουρος πόνος
Τότε όλο το δωμάτιο γίνεται κόκκινο
Τα έπιπλα οι τοίχοι εκείνος εγώ
Τον πιάνω από το χέρι
Και τον ξαπλώνω στα κόκκινα σεντόνια
Το κρεβάτι του τρίζει
Τον σκεπάζω με το αίμα
Που τρέχει απ’ τα χέρια μου
Κοιμήσου τώρα του ψιθυρίζω
Ήρθε η ώρα
Που η σκιά σου απορροφήθηκε
Όλα τέλειωσαν
Μη φοβάσαι πια
`
************************************************************
Η καταγωγική ρίζα του τρίτου ποιητικού διαβήματος της Μαρίας Χρονιάρη είναι η λύπη. Η αναζήτηση αυτής της λύπης παραπέμπει εξαρχής στα έρμαια υλικά της: Αρχέγονα, γενετικά σώσματα από θριάμβους ήττας, ασυνεχή διαστήματα απουσίας, γραμμικά σχεδιάσματα να φτάσεις ως το κόκκινο της κραυγής.
Κάτω από την σάρκα κάθε ποιήματος αναπνέει το ζώο. Επεξεργάζεται τις δίκαιες λέξεις. Το ποιητικό υποκείμενο ενδεδυμένο με την τρομακτική προβιά του δράκου. Απελευθερώνει όνειρο. Το νήμα που το ενώνει με την πραγματική ύπαρξη μπορεί ανά πάσα στιγμή να κοπεί. Όμως υπάρχει το χρώμα. Και δεν είναι διόλου μετέωρο.
Χρώμα από ένα καθαρό άσπρο. Το άσπρο, το κενό της ζωής.
[Από το Δελτίο Τύπου]
`
*********************************************************
Η Μαρία Χρονιάρη γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από τα Ανώγεια της Κρήτης. Σπούδασε τηλεόραση, έκανε σεμινάρια σκηνοθεσίας και εργάστηκε ως οπερατέρ. Στο θέατρο έχει σκηνοθετήσει την παράσταση της ομάδας IlluminArti, Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου, από το ομώνυμο βιβλίο του Σταύρου Σταυρόπουλου.
Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Εκεί που αλλάζω ζωές (Απόπειρα 2010, 2014) και Η σκιά μου κι εγώ (Απόπειρα 2014) και την συλλογή πεζών κειμένων Επειδή μαζί (Απόπειρα 2012, 2014)