Quantcast
Channel: Ποιείν
Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Mascha Kaléko, «Πατρίδα μου είπα την αγάπη» (μτφρ.-επίμετρο: Γιώργος Καρτάκης)

$
0
0

Τα πρώιμα χρόνια

Έκθετη
Στης νύχτας τη βάρκα
Μ΄έσερναν
Τα νερά προς μια στεριά.
Στα σύννεφα ακούμπησα να φυλαχτώ απ΄τη βροχή,
Σε αμμόλοφους απ΄την οργή του αέρα΄
Δεν βρήκα απάγκιο πουθενά -
Μόνο στα θαύματα.
Τράφηκα με του πάθους τους αγίνωτους καρπούς
Και ήπια απ΄το νερό που φέρνει δίψα.
Ξένη, βουβή μπροστά σε τόπους κλειστούς,
Κρύωνα αυτά τα μαύρα χρόνια.
Πατρίδα μου είπα την αγάπη.

*

Χειρονομία

Καθώς διασχίζαμε
Κι οι τρεις μαζί το δρόμο,
Ακόμα και το φανάρι
Κοκκίνισε.
Κυκλωμένοι από στίφη αυτοκινήτων
Που ξερνούσαν καυσαέριο,
Έπιασα το μπράτσο του ενός,
Κείνου που βάδιζε δεξιά μου,
Όχι του άλλου, εκείνου
Που φορούσα τη βέρα του.
Όταν κι οι τέσσερεις
Συναντηθήκαμε
Στην άλλη πλευρά της διασταύρωσης,
Το΄ξεραν όλοι.
Ο ένας. Ο άλλος.
Η σιωπή.
Κι εγώ.

*


Enfant terrible

Έχω
Πια μια -
Έχω μια κούκλα
Κλέψει.
Αυτή που ήθελα,
Δεν την απόκτησα ποτέ.
Πέρασαν τρία γενέθλια
Και ύστερα μου πήραν μια με μάτια λουλακιά,
μαλλιά από σελιλόιντ:
συχνά είναι το Παρόμοιο χειρότερο απ΄το Καθόλου.
Τώρα έχω μια
(κλέψει.)

*

Συγ(βιο)γραφικό

Ήμουν έξυπνο έμβρυο:
Δεν ήθελα να έρθω στον κόσμο.

Μόνο ύστερα από δέκα μήνες και
Δέκα ολόκληρες μέρες
Σπλαχνίστηκα την θρηνωδούσα μάνα μου
Και έψαξα να βρω το δρόμο στη σκλαβιά.

Τουλάχιστον εκατό είκοσι ώρες
-έτσι ιστορούσε αναστενάζοντας η βάβω -
Το σπίτι μας το κάλυπτε σκιά θανάτου.

Αργότερα, αναρωτήθηκα συχνά,
Πώς θα το έβλεπε αυτό ο Φρόιντ απ΄τη Βιέννη,
Ή ο προφέσορας ο Γιούνγκ απ΄το Λιμμάτ.

Τελικά, ένα πρωί του Ιούνη,
Του μήνα των ρόδων, στον αστερισμό των Διδύμων,
Με κωδωνοκρουσίες, στις πέντε τα χαράματα,
Έπαψα να προβάλλω αντίσταση
Κι άφησα την προσωρινή μου κατοικία.

Μια αλλόφυλη ήμουν ήδη από παλιά,
Με αδυναμία στον πατέρα μου, ανήκα στο μακριά,
Στα αποδημητικά πουλιά και στα αστέρια.

Σε μια φωτογραφία παιδική
Μάχομαι να ξεφύγω με ορθάνοιχτα φτερά
Από την αγκαλιά της παραμάνας.

Από νωρίς επιθυμούσα το Αλλού.
Στα πέντε μου επιτέλους πήγα παραπέρα,
Όμως πάντα με έπιαναν ξανά.
Δυστυχώς.

Όχι, δεν μου άρεσε αμέσως
Εδώ κάτω.

*

Ο άντρας στο φεγγάρι

Πολύχρωμα ο άντρας στο φεγγάρι όνειρα αγκιστρώνει,
Που η κυρά του φεγγαριού φωτόνημα τα υφαίνει
Και κάθε βράδυ στα κλωνιά των δέντρων το απλώνει,
Το πρόσωπο της λάμπει και χαμογελά ευτυχισμένη.

Πράσινα υπάρχουν όνειρα και κίτρινα και ερυθρά
Κι άλλα επίσης που είναι σαν τον ουρανό γαλάζια,
Κάποια είναι χρυσοπλούμιστα, λεπτά ή τολμηρά,
Για αγόρια και κορίτσια, άντρες και γυναίκες ή ζευγάρια.

Δρόμο ανοίγουν για ταξίδια άλλα όνειρα πολλά,
Σε τόπους άγνωστους, για περιπέτειες μακριά στα ξένα΄
Όλα τους κρέμονται από αργυρή κλωστή ψηλά,
Κι ένα απ΄αυτά τα όνειρα είναι μόνο για σένα.

*

Memento

Τον ίδιο μου το θάνατο δεν τον φοβάμαι,
Όπως εκείνο όσων έχω συντροφιά.
Να ζήσω πώς μπορώ ή μόνος να΄μαι,
Όταν αυτοί θα έχουν φύγει μακριά;

Χωρίς αντίσταση, τυφλά μες στην ομίχλη, μόνος,
Πλάι στη μαυρίλα σέρνομαι ξυστά προς τη θανή,
Κι είναι μισός, μου φαίνεται, όποιου πεθαίνει ο πόνος,
Μπροστά στον πόνο όσων μένουν ζωντανοί.

Μόνο αυτός που το΄ζησε, αυτός και το μαθαίνει,
Κι όποιος αυτό το γνώρισε, ας μου το συγχωρεί:
Το θάνατο του μια φορά μόνο κανείς πεθαίνει,
Ενώ μ΄αυτό των αλλονών πρέπει κανείς να ζει.

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Η Μάσα Καλέκο - καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γκόλντα Μάλκα Άουφεν - γεννήθηκε το 1907 στο Σίντλοβ, στα σύνορα της Γαλικίας, περιοχή που εκείνη την εποχή ανήκε στην Αυστροουγγαρία και πέθανε το 1975 στη Ζυρίχη.

Υπήρξε κόρη του Fischel Engel, Ρώσου εβραϊκής καταγωγής και της μετέπειτα συζύγου του Rozalia Aufen. To 1914 η οικογένεια διέφυγεστη Δύση για να αποφύγει τις διώξεις. Φοίτησε σε δημοτικό σχολείο της Φρανκφούρτης, μέχρι η οικογένεια να εγκατασταθεί οριστικά στο Βερολίνο το 1918.

Αν και ήταν επιμελής και επιθυμούσε να σπουδάσει, ο πατέρας της θεωρούσε, ότι για ένα κορίτσι οι σπουδές δεν είναι απαραίτητες. Έτσι, το 1925 αρχίζει την μαθητεία της ως προσωπικό γραφείου στην «Υπηρεσία Εργασίας και Πρόνοιας των Εβραϊκών Οργανισμών της Γερμανίας». Παράλληλα παρακολουθεί βραδινά μαθήματα Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας, μεταξύ άλλων στην Ανωτέρα Σχολή Λέσσινγκ και στο Πανεπιστήμιο Φρίντριχ Βίλχελμ, το σημερινό Πανεπιστήμιο Ηumboldt. Το 1922 μετά τον πολιτικό γάμο των γονιών της και της αναγνώριση πατρότητας εκ μέρους του πατέρα της, παίρνει το όνομα Mascha Engel.

Το 1928 παντρεύεται τον κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερό της Saul Aaron Kaleko, καθηγητή εβραϊκής γλώσσας. Στο Βερολίνο έρχεται σε επαφή με την καλλιτεχνική avant garde της πόλης, την Else Lasker-Schüler, τον Erich Kästner και τον Joachim Riegelnatz.

Το 1929 δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Τομή» τα πρώτα της ποιήματα, στα οποία καθρεφτίζεται, με έναν τόνο ειρωνικό και μελαγχολικό, ο τρόπος ζωής των απλών ανθρώπων και η ατμόσφαιρα του Βερολίνου της εποχής. Το 1933 εκδίδεται η συλλογή της «Λυρικό Τετράδιο Στενογραφίας». Η συλλογή είχε τεράστια επιτυχία, μολονότι ήταν στο κατάλογο των βιβλίων που κατέληξαν στην πυρά από τους Εθνικοσοσιαλιστές. Την ίδια περίοδο εκδίδεται και η συλλογή «Μικρό αναγνωστικό για μεγάλους».

Το 1936 αποκτά τον γιό της, του οποίου πατέρας ήταν ο Διευθυντής Ορχήστρας και Μουσικολόγος Chemjo Vinaver. Το 1938 παίρνει διαζύγιο από τον Kaleko και παντρεύεται τον Vinaver, ενώ την ίδια χρονιά η οικογένεια μεταναστεύει στην Αμερική. Η καινούργια αυτή διαμονή προσφέρει στην οικογένεια την δυνατότητα επιβίωσης, τίποτα όμως περισσότερο. Ο σύζυγός της, που σε όλη του τη ζωή ασχολήθηκε με τη σύνθεση εβραϊκής θρησκευτικής μουσικής, δημιούργησε μια χορωδία και έδινε συναυλίες. Η Μάσα υπήρξε κατά κάποιο τρόπο η μεταφράστρια και διερμηνέας του, μια και ο ίδιος δεν γνώριζε ούτε λέξη Αγγλικά.

Το 1960 κρίνεται υποψήφια για το βραβείο Φοντάνε της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου, το οποίο όμως αρνείται, γιατί στην κριτική επιτροπή είναι και ένα πρώην μέλος των Ες-Ες. Την ίδια χρονιά μεταναστεύει χάριν του συζύγου της στην Ιερουσαλήμ. Το 1968 πεθαίνει ο γιός της. Μετά τον θάνατο του συζύγου της το 1973 κι ενώ ελάχιστα πια εγκαταλείπει το σπίτι της, βρίσκει, τον τελευταίο χρόνο της ζωής της, τη δύναμη να γράψει. Τις απώλειες που έχει ζήσει τις περιγράφει με συγκινητικό τρόπο στο ποίημα Memento με τους στίχους: «Το θάνατο του μια φορά μόνο κανείς πεθαίνει, ενώ μ΄αυτό των αλλονών πρέπει κανείς να ζει».

Το Φθινόπωρο του 1974 επισκέπτεται το Βερολίνο, για να παρευρεθεί σε μια καλλιτεχνική διοργάνωση, στην οποία είναι προσκεκλημένη. Όμως κατά την επιστροφή της στην Ιερουσαλήμ, σε έναν ενδιάμεσο σταθμό του ταξιδιού της στη Ζυρίχη, πεθαίνει ύστερα από πολύμηνη παραμονή σε νοσοκομείο. Αναπαύεται στο εβραϊκό νεκροταφείο της Ζυρίχης.

Όλο το ποιητικό έργο, όπως εξάλλου και η ζωή της, διατρέχεται από το συναίσθημα της έλλειψης μιας πατρίδας. Έτσι, αδυνατώντας να εκπληρώσει αυτή την επιθυμία του να ανήκει σε ένα τόπο, αποφάσισε: «Πατρίδα μου είπα την αγάπη». Την αγάπη, που σε όλες τις γλυκές ή πικρές εκφάνσεις της, χαρακτηρίζει το σύνολο του έργου και της ζωής της.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 4221

Trending Articles